Στον δρόμο για την \"Κόρδοβα\": Ο μύθος του Federico García Lorca στην κυπριακή ποίηση

Share Embed


Descrição do Produto

Πρακτικά Συνεδρίου «Ο Ισπανικός Εμφύλιος: Κύπρος Ελλάδα και Ευρώπη»

ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Δήμητρα

Στον δρόμο για την «Κόρδοβα»:

Ο μύθος του Federico García Lorca στην κυπριακή ποίηση1

Θέλω να κοιμηθώ για λίγο, για λίγο, ένα λεπτό, έναν αιώνα∙ αλλά να ξέρουν όλοι πως δεν έχω πεθάνει

Quiero dormir un rato, un rato, un minuto, un siglo; pero que todos sepan que no he muerto2 F. G. LORCA

Στη γενικότερη εποχή εκκοσμίκευσης που διανύουμε, οι άνθρωποι φαίνεται να έχουν χάσει την πίστη τους στους μύθους. Αναζητώντας μυθικά κατάλοιπα στις σύγχρονες κοινωνίες, στοχαστές από τον χώρο της ανθρωπολογίας, της θρησκειολογίας ή της ψυχανάλυσης, διερεύνησαν τις θεμελιώδεις δομές της μυθικής πραγματικότητας, οι οποίες αναδιφούν την επιβίωση του μυθικού μέσα στον «βέβηλο»3 κόσμο μας. Εισερχόμενοι εντούτοις στον λογοτεχνικό χωροχρόνο, η ανιστορική προοπτική αναζήτησης των μυθικών δομών της ύπαρξης φαίνεται να υποχωρεί μπροστά στην ιστορικότητα, η οποία επενδύει την παρουσία των αρχετύπων με πολλαπλές σημασίες, που, αφενός αφορούν στη δύναμη της ατομικής δημιουργίας και αφετέρου στο εκάστοτε πλαίσιο εντός του οποίου ο μύθος (ανα)γεννάται.4

1 Ευχαριστώ θερμά τον Αναπληρωτή Καθηγητή Γιώργο Γεωργή (Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Π/μιο Κύπρου)για την αμέριστη βοήθεια και τις συμβουλές που μου προσέφερε καθόλη τη διάρκεια της συγγραφής. Ιδιαίτερες, ακόμη, ευχαριστίες απευθύνω στον Επίκουρο Καθηγητή Μαρίνο Πουργούρη (Τμήμα Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών, Π/μιο Κύπρου), στην Ειδική Επιστήμονα Αναστασία Γιάγκου (Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Π/μιο Κύπρου) και στους μεταπτυχιακούς συνεργάτες Κυριάκο Ιακωβίδη και Μιχάλη Σταυρή (Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Π/μιο Κύπρου) για την επισήμανση βιβλιογραφικού υλικού. Ξεχωριστά ευχαριστώ τον ποιητή Κυριάκο Χαραλαμπίδη για τη συνέντευξη και τον χρόνο που μου παραχώρησε. 2 Federico García Lorca, «Gacela de la muerte oscura», Diván del Tamarit, στο Poesía completa, Vintage Español, Νέα Υόρκη 2012, σ. 525. Όπου δεν αναφέρεται διαφορετικά, η μετάφραση τίτλων και παραθεμάτων από το έργο του Lorca ή από την ξενόγλωσση βιβλιογραφία που χρησιμοποιείται είναι δική μου. 3 Πρβ. τη διάκριση που κάνει ο Mircea Eliade ανάμεσα στις σφαίρες του «ιερού» και του «βέβηλου» (ήτοι, κοσμικού ή ανίερου) στο έργο του Le Sacré et le profane, Gallimard, Παρίσι 1965. 4 Πρβ. ενδεικτικά τον ορισμό του λογοτεχνικού μύθου από τον Pierre Albouy, ο οποίος συνδυάζει τη φιλολογική με την κοινωνιολογική-ανθρωπολογική προοπτική, στο βιβλίο του Mythes et mythologies dans la litérature française, Armand Colin, Παρίσι 1998 (α΄ έκδ. 1969), σ. 150.

91

ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Δήμητρα «Στον δρόμο για την “Κόρδοβα”: Ο μύθος του Federico Garcia Lorca στην κυπριακή ποίηση»

Ο θεωρητικός στοχασμός περί μύθου, ιδιαίτερα από τη σύγχρονη γαλλική συγκριτολογική σχολή, έχει καθιερώσει τη μελέτη των νεότερων μύθων, όπως διαμορφώνονται μέσα από την εξαιρετική καλλιτεχνική τους τύχη.5 Λογοτεχνικοί ήρωες όπως ο Δον Ζουάν ή ιστορικά πρόσωπα όπως ο Ναπολέων έρχονται να πάρουν δικαιωματικά τη θέση τους πλάι στους γνωστούς, καθιερωμένους μύθους, προερχόμενους από την ελληνορωμαϊκή γραμματεία. Ο ρόλος της λογοτεχνίας εδώ καθίσταται κομβικός, καθώς δεν καταπιάνεται απλώς με ένα προϋπάρχον αφηγηματικό σώμα, αλλά γίνεται η ίδια μυθοποιός δύναμη, η οποία – περισσότερο και από τη συλλογική συνείδηση – αναλαμβάνει τη διαδικασία της αναγωγής του προσώπου σε μύθο. Η ανακοίνωση αυτή επιδιώκει να διερευνήσει την απεικόνιση του Federico García Lorca στην κυπριακή ποίηση – μια περιοχή της λορκικής πρόσληψης η οποία έχει μείνει κατά πολύ αδιερεύνητη – στο ευρύτερο ιστορικο-ιδεολογικό πλαίσιο των εν Ελλάδι και διεθνών εξελίξεων.6 Μια μελέτη η οποία να διερευνά αποκλειστικά την παρουσία του Lorca στη λογοτεχνία μπορεί να εκτιμήσει ακριβέστερα τόσο το εύρος των σημασιών τις οποίες ενσαρκώνει ως μυθικό πρόσωπο στον υπό μελέτη χώρο και χρόνο, όσο και να αναζητήσει τους λόγους για τους οποίους προσαρμόζεται με τον ίδιο δυναμισμό σε ποικίλα ιστορικοπολιτισμικά συμφραζόμενα. Ο Federico García Lorca ανήκει αναμφίβολα στα πρόσωπα των οποίων ο μύθος έχει κινηθεί πέρα από τα εθνικά όρια της χώρας τους κατά τρόπο πρωτοφανή, συνδυάζοντας ταυτόχρονα τα χαρακτηριστικά του λογοτεχνικού, αλλά και του ιστορικού προσώπου. Αξιόλογες μελέτες και διατριβές έχουν αναδείξει την ιδιαιτερότητα της καλλιτεχνικής του πρόσληψης στην Ελλάδα, όντας, ανάμεσα σε άλλα, ένας από τους πιο μεταφρασμένους και μελοποιημένους ξένους συγγραφείς, αλλά και από τους πλέον αγαπητούς δραματουργούς σε επίπεδο παραστασιολογίας.7 Η ποσοτική αυτή επιτυχία έχει κατά εύστοχο τρόπο αποδοθεί στα πολιτικά παράλληλα που παρουσιάζει η ελληνική και η ισπανική ιστορία κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, στη λαϊκή, μεσογειακή αύρα των θεατρικών του, η οποία είχε μαζικό έρεισμα στο ελληνικό θεατρόφιλο κοινό, αλλά κυρίως, στον συνδυασμό του μοντέρνου και παραδοσιακού στοιχείου της δημιουργίας του, ο οποίος τον έφερε κοντά στις αισθητικές αναζητήσεις της λογοτεχνικής γενιάς του ’30.

5 Βλ. ενδεικτικά Pierre Brunel, Claude Pichois, André-Michel Rousseau, Qu’est-ce que la littérature comparée?, Armand Colin, Παρίσι 2006 (α΄έκδ. 1983), σ. 126-127∙ Philippe Sellier, «Qu’est-ce qu’un mythe littéraire?», Littérature, τχ. 55 (1984), σ. 112-126∙ Pierre Brunel, «Préface», Dictionnaire des mythes littéraires, επιμ. P. Brunel, Éditions du Rocher, Μονακό 2003 (α΄έκδ. 1988), σ. 12-14. 6 Προηγούμενες, μικρότερης κλίμακας μελέτες σχετικά με την πρόσληψη του Lorca στην Κύπρο είναι οι εξής: Demetra Demetriou, «Miguel de Cervantes and Federico Garcia Lorca: Two Spanish Hidalgos in Cyprus», στον τ. Linked by History-United by Choice. Cyprus and its European Union Partners, επιμ. G. Georgis και G. Kazamias, En Tipis Publications, Λευκωσία 2012, σ. 696701∙ Άννα Έλληνα, «Η υποδοχή του Federico Garcia Lorca στην Κύπρο», Πρακτικά του Δ΄ Διεθνούς Κυπρολογικού Συνεδρίου, τ. Γ΄1, Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών, Λευκωσία 2012, σ. 171-177. 7 Για την πρόσληψη του Lorca στην ελληνική ποίηση βλ. Anna Rosenberg, As handsome as a Greek: The Reception and Creative Appropriation of Federico Garcia Lorca in Modern Greek Poetry (1933-1986), διδακτορική διατριβή, King’s College London, Λονδίνο 2007∙ Anna Rosenberg, «The Greek Lorca: Translation, Homage, Image», Bulletin of Hispanic Studies, τ. 91, τχ. 1 (2014), σ. 33-51. Ειδικότερα για την πρόσληψη του έργου του Lorca Bodas de sangre (Ματωμένος γάμος) στην Ελλάδα, βλ. Virginia López Recio, La recepción de Lorca en Grecia: el caso de Bodas de Sangre, διδακτορική διατριβή, Universidad de Granada, Γρανάδα 2006∙ Βιρχίνια Λόπεθ Ρέθιο, Το φεγγάρι, το μαχαίρι, τα νερά. Ο Λόρκα στην Ελλάδα, Εκδόσεις των Φίλων, Αθήνα 2006. Για την υποδοχή του Lorca στην ελληνική μεταπολεμική ποίηση βλ. Δώρα Μέντη, «Ο διάλογος των ελλήνων μεταπολεμικών ποιητών με τον F.G. Lorca», Πόρφυρας, τχ. 55 (1990), σ. 49-61. Βλ. επίσης το αξιόλογο αφιέρωμα στον Lorca του περ. Διαβάζω, τχ. 466 (Σεπτ. 2006).

92

Πρακτικά Συνεδρίου «Ο Ισπανικός Εμφύλιος: Κύπρος Ελλάδα και Ευρώπη»

Εντούτοις, η ιδεολογική αφετηρία αυτής της πλούσιας πρόσληψης φαίνεται να παραγνωρίζεται, έναντι αισθητικών ή πολιτισμικών συγκλίσεων.8 Χωρίς να θέλουμε να υποβιβάσουμε την αισθητική αξία του έργου του Lorca, το οποίο ήδη απολάμβανε σημαντικής διάδοσης –τόσο εντός όσο και εκτός Ισπανίας– ενόσω ζούσε ο ποιητής, τη γέννηση του μύθου πρέπει να την αναζητήσουμε στον αντίκτυπο τον οποίο προκάλεσε η δολοφονία του από τους Ισπανούς Εθνικιστές στους κύκλους, κυρίως, της αριστερής διανόησης, αλλά και ευρύτερα των πνευματικών ανθρώπων, οι οποίοι, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, στάθηκαν στο πλευρό της νόμιμης δημοκρατικής κυβέρνησης.9 Αν και ο ίδιος – παρότι δεινός υποστηρικτής των δημοκρατικών προοδευτικών ιδεών – ποτέ δεν ενεπλάκη σε ενεργό πολιτική δράση,10 ο Lorca δεν πέθανε στη Γρανάδα ως μεμονωμένο άτομο, αλλά ως Ισπανός ρεπουμπλικάνος. Στους όρους αυτούς μπορεί κανείς να προσθέσει κάλλιστα και την ιδιότητά του ως ποιητή. Ή τουλάχιστον έτσι μας λέει ο μύθος, που μπορούμε να λέμε πια πως είναι και δικός του. Η πρόσληψη, συνεπώς, του Lorca, τόσο σε διεθνές επίπεδο, όσο και στην ιδιαίτερη περίπτωση της Ελλάδας, μετέχει αναπόφευκτα του πεδίου της Ιστορίας των Ιδεών. Ως εκ τούτου, στις ιδεολογικές και πνευματικές ζυμώσεις του Μεσοπολέμου πρέπει να αναζητηθεί η αφετηρία της εξαιρετικής του τύχης, η οποία λειτούργησε ως εφαλτήριο για την περαιτέρω υποδοχή του στον ελληνικό και τον διεθνή χώρο. Το γεγονός ότι ούτε στη μητροπολιτική Ελλάδα, αλλά ούτε και στην Κύπρο, υπήρξε άμεση ανταπόκριση της λογοτεχνίας στα γεγονότα του ισπανικού εμφυλίου δεν μπορεί να μας εκπλήξει. Ο τύπος στην Ελλάδα, ειδικά στις αρχές του πολέμου που δολοφονήθηκε ο Lorca, υπήρξε μεροληπτικός υπέρ των Εθνικιστών, ένεκα της αυστηρής λογοκρισίας που επέβαλε το καθεστώς της 4ης Αυγούστου.11 Ακόμη και το περίφημο άρθρο του Νίκου Καζαντζάκη «Φρειδερίκος Γκαρθία Λόρκα: Ο Ισπανός ποιητής που σκοτώθηκε»,12 8 Στις πολιτισμικές συγκλίσεις ανάμεσα σε Ελλάδα και Ισπανία φαίνεται να εστιάζεται περισσότερο η διατριβή της Recio, ό.π. Στο ευρύτερο ιστορικο-πολιτισμικό πλαίσιο της πρόσληψης αναφέρεται η Rosenberg (ό.π.), όμως οι αισθητικές παράμετροι που κατηύθυναν τις επιλογές της ελληνικής γενιάς του ’30 φαίνεται να πριμοδοτούνται στην ανάλυσή της, έναντι των ιδεολογικών ζυμώσεων του Μεσοπολέμου. Στις ιδεολογικές διαστάσεις της πρόσληψης του Lorca αναφέρεται πιο ενδελεχώς η μελέτη της Μέντη (ό.π.), αν και το άρθρο της επικεντρώνεται στην ελλαδική μεταπολεμική ποίηση. 9 Για τη σύσσωμη υποστήριξη της νόμιμης δημοκρατικής κυβέρνησης από τον πνευματικό κόσμο, βλ. Gabriele Ranzato, O Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος, μτφ. Ιωάννης Νάκος, Κέδρος, Αθήνα 2006, σ. 27. Βλ. επίσης Antony Beevor, Ο Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος 1936-1939, μτφ. Γιάννης Κασταναράς, Γκοβόστη, Αθήνα 2006, σ. 375. 10 Μολονότι ο Lorca εκφράστηκε σθεναρά τόσο σε συνεντεύξεις του, όσο και στο ίδιο του το έργο, εναντίον του φασισμού, του συντηρητισμού, του ρατσισμού, του σεξισμού ή της ομοφοβίας, και παρότι συμμετείχε σε πολιτικές εκδηλώσεις υπέρ των Δημοκρατικών κατά την κρίσιμη περίοδο 1934-36, αρνήθηκε πεισματικά να προσχωρήσει σε οιαδήποτε πολιτική παράταξη αριστερού ή άλλου χρωματισμού. Για τη σχέση του Lorca με την πολιτική και το Λαϊκό Μέτωπο βλ. την εμπεριστατωμένη έρευνα του Ian Gibson, Η δολοφονία του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, μτφ. Βαγγέλης Κατσάνης, Δίδυμοι, Αθήνα 1974, σ. 66-84. 11 Βλ. σχετικά Θανάσης Δ. Σφήκας, Η Ελλάδα και ο Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος. Ιδεολογία, οικονομία, διπλωματία, Στάχυ, Αθήνα 2000, σ. 72. Βλ. επίσης Χρήστος Δ. Λάζος, Πεθαίνοντας στη Μαδρίτη. Η συμμετοχή των Ελλήνων στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο (1936-1939), Αίολος, Αθήνα 2001, σ. 19-21. 12 Νίκος Καζαντζάκης, «Φρειδερίκος Γκαρθία Λόρκα. Ο Ισπανός ποιητής που σκοτώθηκε», Η Καθημερινή, Η Φιλολογική σελίς, 11 Ιανουαρίου 1937, σ. 3. Βλ. επίσης την εκτενή ανάλυση του Κωνσταντίνου Α. Δημάδη, «Ο Νίκος Καζαντζάκης πληροφορεί το αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα για την εκτέλεση του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα», στον τ. Ευτυχισμός. Τιμή στον Ερατοσθένη Γ. Καψωμένο, επιμ. Γ. Λαδογιάννη, Α. Μπενάτσης και Κ. Νικολουδάκη, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα 2010, σ. 107-135.

93

ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Δήμητρα «Στον δρόμο για την “Κόρδοβα”: Ο μύθος του Federico Garcia Lorca στην κυπριακή ποίηση»

το οποίο δημοσιεύτηκε στις στήλες της φιλομεταξικής τότε Καθημερινής, εκφράζει μεν τη βαθειά του οδύνη για τον θάνατο του Lorca, χωρίς όμως να παίρνει θέση υπέρ κάποιας από τις αντιμαχόμενες πλευρές. Παρότι ο πρώτος μεταφραστής του Lorca στα ελληνικά ήδη από το 1933, αλλά και ο μόνος έλληνας συγγραφέας που τον γνώρισε από κοντά, ο Καζαντζάκης δεν αφιέρωσε στον αγαπημένο του ποιητή ούτε και ένα ποίημα. Την «ουδέτερη» στάση επί της ισπανικής υπόθεσης ακολούθησε γενικότερα το μεταξικό καθεστώς καθόλη τη διάρκεια του πολέμου, υποστηρίζοντας διπλωματικά την αγγλογαλλική πολιτική «μη επέμβασης».13 Δεδομένης, επιπλέον, της ιδεολογικής συνάφειας του μεταξικού «Νέου Κράτoυς» και του φρανκικού «Nuevo Estado», ενδεχόμενη οικειοποίηση του Lorca από αντιφασίστες έλληνες συγγραφείς δεν μπορούσε να εκφραστεί ελεύθερα εντός του νέου ιδεολογικού κλίματος που εγκατέστησε η δικτατορία της 4ης Αυγούστου.14 Ανάλογο καθεστώς λογοκρισίας παρατηρείται και στην αγγλοκρατούμενη εκείνο τον καιρό Κύπρο, ειδικά υπό τη διοίκηση του σκληροπυρηνικού Κυβερνήτη Herbert Richmond Palmer.15 Δεδομένων αυτών των συνθηκών, τις πρώτες αναφορές ελλήνων συγγραφέων στη δολοφονία του Lorca θα πρέπει να τις αναζητήσουμε στον χώρο της Διασποράς και ιδιαίτερα του Αιγυπτιώτη Ελληνισμού, του οποίου ο ρόλος ως εστίας πνευματικής αντίστασης στον ανερχόμενο φασισμό υπήρξε καταλυτικός. Στο κοσμοπολίτικο περιβάλλον του Καΐρου, πιο ανοιχτό εν γένει στα διεθνή γεγονότα, το έδαφος υπήρξε πιο πρόσφορο για αμεσότερη επαφή με τον ευρωπαϊκό Μεσοπόλεμο. Για τους ανωτέρω λόγους, την πρώτη αναφορά στον Lorca και τον Ισπανικό Εμφύλιο στην ελληνική λογοτεχνία συναντάμε στον αιγυπτιώτη – κυπριακής καταγωγής – ποιητή Θοδόση Πιερίδη, στη συλλογή του Ξέρουμε κι εμείς να τραγουδούμε, η οποία εκδόθηκε στο Κάιρο, το 1937.16 Ο Lorca εμφανίζεται ως εμβληματική μορφή στο μακρόπνοο, επικό σχεδόν ποίημα «Αποχαιρετισμός», το οποίο ο Πιερίδης αφιερώνει «στον Ι.Μ. που πήγε στην Ισπανία να πολεμήσει».17 Παρότι η σύνθεση αυτή παρουσιάζει ρυθμική ποικιλία, η πρωτοκαθεδρία του ιαμβικού δεκαπεντασύλλαβου ή αλλιώς «εθνικού» στίχου, προσδίδει καλπάζοντα ρυθμό στον αγωνιστικό λυρισμό του. Η παραδοσιακή αυτή στιχουργική φόρμα,

13 Βλ. Σφήκας, ό.π., σ. 223-224. 14 Για το πνευματικό εν Ελλάδι κατεστημένο στα χρόνια της μεταξικής δικτατορίας βλ. Mario Vitti, H ‘Γενιά του τριάντα’. Ιδεολογία και μορφή, Ερμής, Αθήνα 2006 (α΄ έκδ. 1977), σ. 185-211. 15 Για το αυστηρό καθεστώς λογοκρισίας στην Κύπρο κατά την περίοδο που ακολουθεί των «Οκτωβριανών» (1931 κ.ε.), βλ. ενδεικτικά Χάιντς Α. Ρίχτερ, Ιστορία της Κύπρου, μτφ. Κώστας Σαρρόπουλος, τ. 1, 1878-1949, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2007, σ. 552-553∙Doros Alastos, Cyprus in History, Zeno Publishers, Λονδίνο 1955, σ. 356. 16 Έχει υποστηριχθεί ότι το ποίημα του Στρατή Τσίρκα «Όρκος» είναι το πρώτο ελληνικό ποίημα που αναφέρεται στον Lorca (βλ. Rosenberg, As handsome as a Greek…, ό.π. , σ. 135). Παρότι δεν κατέστη δυνατό να εξακριβωθεί αν η συγγραφή του «Όρκου» προηγείται του «Αποχαιρετισμού» του Πιερίδη, η έκδοσή του σίγουρα έπεται χρονολογικά, εφόσον εκδόθηκε για πρώτη φορά στη συλλογή του Τσίρκα, Το Λυρικό ταξίδι, Αλεξάνδρεια 1938. Το ίδιο ισχύει και για το ποίημα «Νυχτερινή Μαρία» του Νίκου Εγγονόπουλου, το οποίο, έχοντας πρωτοεκδοθεί στο περιοδικό Ο Κύκλος το 1938, θεωρήθηκε από τον Δημάδη (ό.π., σ. 127-128) ως το πρώτο που αναφέρεται στον θάνατο του Lorca όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη. Παρόλα αυτά, η παρατήρηση του Δημάδη ότι το εν λόγω ποίημα αναφέρεται υπαινικτικά στην εκτέλεση του Lorca είναι εύστοχη και τεκμηριωμένη. 17 Βλ. Θοδόσης Πιερίδης, «Αποχαιρετισμός», Ξέρουμε κι’ εμείς να τραγουδούμε, στο Ποιητικά Άπαντα, επιμ. Γ. Φ. Πιερίδης, τ. 1, Τα εκδομένα, Εκδοτική Εταιρεία «Πυρσός», Λευκωσία 1975, σ. 68. Από αναφορές στο εσωτερικό του ποιήματος γίνεται κατανοητό ότι ο φίλος του Πιερίδη, στον οποίο αφιερώνεται το ποίημα, είναι Ισπανός. Ευχαριστώ τον Γιώργο Μύαρη για την πληροφορία ότι στην πρώτη έκδοση της συλλογής τα αρχικά «Ι. Μ.» εμφανίζονται ως «J. M.». Παρόλα αυτά, κατέστη αδύνατο να εντοπιστεί το πραγματικό όνομα του Ισπανού στον οποίο αναφέρονται.

94

Πρακτικά Συνεδρίου «Ο Ισπανικός Εμφύλιος: Κύπρος Ελλάδα και Ευρώπη»

λόγω της λαϊκής της προέλευσης, ενισχύει τον κοινωνικό προσανατολισμό της ποίησής του, αλλά και την ταύτισή της με τους λαϊκούς αγώνες.18 Παράλληλα, τον συνδέει τόσο σε επίπεδο θεματικής, όσο και σε επίπεδο ύφους, με τη δημώδη παράδοση του κλέφτικου τραγουδιού, αλλά και με κάποιες από τις κορυφαίες συνθέσεις του Διονύσιου Σολωμού. Εν προκειμένω, η Δημοκρατική Ισπανία εμφανίζεται προσωποποιημένη, φορτισμένη από τη σολωμική εικονοποιία της ηρωικής Ελευθερίας («Τα μάτια της αστράψανε τα δόντια της σφιχτήκαν / ορθή ετινάχτη κι άστραψε στα χέρια της η σπάθα»19) ή της λαβωμένης Δόξας («Στα ρημαγμένα της βουνά, στους ρημαγμένους κάμπους, / στις πολιτείες και τα χωριά που τα ’πνιξε το γαίμα / περνά με βήματα βαρειά κι’ αχολογούν οι τόποι»20). Η Μαδρίτη παραλληλίζεται με το πολιορκημένο Μεσολόγγι, το Μπιλμπάο με το Σούλι, ενώ η ηρωίδα του ισπανικού αγώνα Λίνα Οδένα σύρει τον χορό του Ζαλόγγου, μέσα σε έναν συμφυρμό εποχών, τόπων και αγώνων, που φτάνει στην κορύφωση με την αναφώνηση του θρυλικού συνθήματος της Pasionaria «¡No pasarán!».21 Ο Lorca, σ’ αυτό το πλαίσιο, γίνεται «ωραίος σαν Έλληνας»22 πολύ πιο πριν από τον «Μπολιβάρ» του Εγγονόπουλου ή τον Lorca του Καββαδία,23 επιτρέποντας στον Πιερίδη να αναβιώσει τον τύπο όχι του εθνικού, αλλά του οικουμενικού βάρδου των αγώνων: Οι δέκα σφαίρες που’ρριξαν στη γης τον Γκάρθια Λόρκα δεν του τρυπήσαν την ψυχή και δεν του τη χαλάσαν… Γιατί όπως στάθηκε μπροστά στο ματωμένο τοίχο και πρόσμενε το θάνατο με ορθάνοιχτα τα μάτια, τότε η μεγάλη του ψυχή με τις δροσιές της όλες και μ’όλα τα τραγούδια της και μ’όλη τη φωτιά της, πετάχτη από το στόμα του και πέταξε, σαν είπε: « Εμένα κι’α σκοτώνετε, η λευτεριά θα ζήσει! » Κι όταν αγκάλιασε τη γης το χτυπημένο σώμα, εκείνη πια είχε σκορπιστεί παντού κ’είχε φωλιάσει σε χίλια στήθια ζωντανά και λέει το νέο τραγούδι…24

18 Αυτή η «ιδεολογικοποίηση» του λαϊκού από την Αριστερά, η οποία, σύμφωνα με τον Δημήτρη Τζιόβα, προκρίνει το «ηρωικό» παρά το αισθητικό στοιχείο της λαϊκής δημιουργίας, δεν είναι άγνωστο φαινόμενο στην αριστερή διανόηση της γενιάς του ’30 (βλ. σχετικά Δημήτρης Τζιόβας, Ο μύθος της γενιάς του Τριάντα. Νεοτερικότητα, ελληνικότητα και πολιτισμική ιδεολογία, Πόλις, Αθήνα 2011, σ. 453-476). 19 Πιερίδης, ό.π., σ. 69. 20 Ό.π. 21 Ό.π., σ. 70: «Πριν καιρούς η ματωμένη σπάθα / ’πα στα δικά μας τα βουνά άστραφτε και χτυπούσε / […] Σούλι το λέαμε τότε εμείς το δόλιο το Μπιλμπάο / κ’η Λένα Οδένα το χορόν έσειρεν του Ζολόγγου… / Το ξέρω φίλε… Η ξακουστή Μαδρίτη σας, εζούσε / και τότες και στη γλώσσα μας τη λέαμε Μεσολόγγι / […] / κι αν βρεις τα δάκρυα ποταμούς και θάλασσες το γαίμα, / μην πεις πως πέθανε η χαρά…/ Θα τηνε δεις ν’ανθίζει / πάνω σε μαύρα πρόσωπα, πάνω σε μαύρα μάτια, / που θα σου πουν με δυνατή φωνή: “No passaran!..” [sic]». 22 Πρβ. το ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου «Μπολιβάρ» (1944), γραμμένο στον ζόφο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το οποίο συνδέει τον ομώνυμο ήρωα της Λατινικής Αμερικής με την ελληνική ιστορία, προβάλλοντάς τον ως αγωνιστικό πρότυπο της διαχρονικής ελληνικότητας. 23 Έχει υποστηριχθεί ότι το ποίημα του Καββαδία «Federico García Lorca», το οποίο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1945 – προτού πάρει τη θέση του στη συλλογή Πούσι (1947) – είναι το πρώτο το οποίο συνδέει άμεσα τον Lorca με την ελληνική ιστορία και πολιτισμό (βλ. Rosenberg, As handsome as a Greek…, ό.π., σ. 135). Ωστόσο, το ποίημα του Πιερίδη δεξιώνεται τον Lorca στον χώρο και τον χρόνο της ελληνικής ιστορίας αρκετά νωρίτερα. 24 Πιερίδης, ό.π., σ. 71.

95

ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Δήμητρα «Στον δρόμο για την “Κόρδοβα”: Ο μύθος του Federico Garcia Lorca στην κυπριακή ποίηση»

Η φλογερή αυτή αναφορά του Πιερίδη στον Lorca δεν μπορεί να μην συνδεθεί με την παράλληλη προσωπική, ποιητική και πολιτική διαδρομή του με τον επίσης αιγυπτιώτη λογοτέχνη Στρατή Τσίρκα και τη συμμετοχή του τελευταίου στο Β΄ Διεθνές Συνέδριο Συγγραφέων για την Υπεράσπιση του Πολιτισμού κατά του Φασισμού, τον Ιούλιο του 1937.25 Πιερίδης και Τσίρκας μυήθηκαν μαζί στη μαρξιστική σκέψη περί τα τέλη της δεκαετίας του ’20 από τα ηγετικά στελέχη του αιγυπτιακού κομμουνιστικού κινήματος Γιάννη Λαχωβάρη και Σακελλάρη Γιαννακάκη, έχοντας επίσης πρωτοστατήσει στην ίδρυση της αντιφασιστικής «Ligue Pacifiste», αλλά και του πνευματικού-πολιτιστικού ομίλου «Groupe des Essayistes», το 1935.26 Μετά από την επιβολή της 4ης Αυγούστου, μετείχαν από κοινού στην ούτω καλούμενη «Επιτροπή Αγώνα», η οποία καθοδήγησε την αντιφασιστική δραστηριότητα στην ελληνική παροικία της Αιγύπτου. Στην αδελφική σχέση των δύο, αλλά και στην ιδεολογική τους σύγκλιση, θα πρέπει να αναζητήσουμε τον κοινό τους θαυμασμό στον γραναδίνο ποιητή. Η συμμετοχή του νεαρού τότε Γιάννη Χατζηανδρέα (που έμελλε να μείνει γνωστός με το φιλολογικό ψευδώνυμο «Στρατής Τσίρκας») στο Β΄ Συνέδριο Αντιφασιστών Συγγραφέων δεν έτυχε της απαραίτητης προσοχής από την ελληνική βιβλιογραφία. Το συνέδριο αυτό, το οποίο διεξήχθη εκ περιτροπής στη Βαρκελώνη, τη Βαλένθια, τη Μαδρίτη και το Παρίσι το καλοκαίρι του 1937, αποτελεί ένα μείζον γεγονός για τη λογοτεχνική ιστορία του 20ού αιώνα, συμβάλλοντας καθοριστικά στην ευαισθητοποίηση της διεθνούς κοινής γνώμης εναντίον του κινδύνου του ανερχόμενου φασισμού.27 Παράλληλα, έθεσε τα θεμέλια για μια νέα λογοτεχνία, η οποία να προασπίζεται το αίτημα ενός επαναστατικού ουμανισμού, καθορίζοντας, εν πολλοίς, ένα νέο λογοτεχνικό σκηνικό σε διεθνές επίπεδο. Ενοποιητική μορφή του Συνεδρίου υπήρξε ο άρτι δολοφονημένος F.G. Lorca, μεγάλο πορτραίτο του οποίου αναρτήθηκε πάνω από τη σκηνή των συνεδριάσεων στην καταληκτική σύνοδο του Παρισιού. Εκεί ο Τσίρκας έγραψε, με την παρότρυνση του αφρο-αμερικανού συγγραφέα Langston Hughes, τον «Όρκο» των ποιητών στον F. G. Lorca, τον οποίο διάβασε κατά τη λήξη των εργασιών ο Louis Aragon και κατόπιν υπέγραψαν 40 επιφανείς λογοτέχνες, ανάμεσα στους οποίους οι Pablo Neruda, Bertolt Brecht, Tristan Tzara, Ilya Ehrenbourg κ.ά.28 Διά στόματος λοιπόν Aragon, και διά χειρός Τσίρκα, στο όνομα του Lorca προβάλλεται μια νέα ποιητική ηθική, η οποία καλεί σε μια δρώσα ποιητική πράξη: Στ’όνομά σου, Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, που σκοτώθηκες στην Ισπανία για τη λευτεριά του ζωντανού λόγου, Εμείς, ποιητές απ’όλες τις χώρες του κόσμου, μιλώντας και γράφοντας στις διάφορες και ποικίλες γλώσσες μας,

25 Βλ. σχετικά Στρατής Τσίρκας, «Ο όρκος των ποιητών στον Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα», Επιθεώρηση Τέχνης, ΙΕ΄, τχ. 89 (Μάιος 1962), σ. 566-571. 26 Βλ. σχετικά Γ.Φ. Πιερίδης, Μνήμες και ιστορίες από την Αίγυπτο, εκδ. Τα Τετράδια του Ρήγα, Θεσσαλονίκη 1986, σ. 130-131∙ Κώστας Νικολαΐδης, «Χρονολόγιο», στο Ανθολογία Ποίησης Θοδόση Πιερίδη, επιμ. Κώστας Νικολαΐδης, Τόπος, Αθήνα 2009, σ. 166, 168. 27 Βλ. σχετικά Ranzato, ό.π., σ. 27 και Beevor, ό.π., σ. 380. 28 Τον «Όρκο» έγραψε ο Στρατής Τσίρκας στα ελληνικά παρουσία του Hughes (και όχι «μαζί» με τον Hughes, όπως συχνά αναφέρεται στη βιβλιογραφία). Ο αφρο-αμερικανός συγγραφέας απλώς προέτρεψε τον Τσίρκα να γράψει το ποίημα, βοηθώντας τον να το μεταφράσει ακολούθως στα αγγλικά, προτού το παραδώσουν μαζί στον Aragon, χάρη στη διαμεσολάβηση της επιφανούς φίλης του Hughes, Nancy Cunard. Βλ. σχετικά Τσίρκας, «Ο όρκος των ποιητών […]», ό.π., σ. 568-570.

96

Πρακτικά Συνεδρίου «Ο Ισπανικός Εμφύλιος: Κύπρος Ελλάδα και Ευρώπη»

παίρνουμε εδώ τον όρκο τον κοινό, τ’όνομά σου να μην ξεχαστεί ποτές πάνω στη γης, κι όσο υπάρχει τυραννία και καταπίεση, στ’όνομά σου να τις πολεμούμε όχι μονάχα με το λόγο μα και με τη ζωή μας.29

Τούτος ο όρκος των ποιητών έμελλε να λειτουργήσει, όπως μαρτυρεί ο ίδιος ο Τσίρκας, ως «ένα πρωτόκολλο τιμής» για όσους παρευρέθηκαν στο συνέδριο, «[κ]άτι που να τους δένει στα δύσκολα χρόνια που έρχονται».30 Το ποίημα αυτό δεν υπήρξε παρά το αφετήριον έρμα σωρείας ποιημάτων που μπαίνουν στην τροχιά της διαμαρτυρίας, της ιδεαλιστικής προσέγγισης της θυσίας – ενίοτε της προπαγάνδας – αλλά πάντα, του μύθου. Και πράγματι, ο Lorca ως μύθος πολιτικός λειτουργεί ως μορφή καταγωγικής μνήμης, η οποία παρέχει αιτιολογική εξήγηση για την ίδια την ύπαρξη και τη δημιουργία της ομάδας, αλλά και ως στοιχείο το οποίο συνέχει τις αγωνίες και τις ελπίδες των μελών της. Κατά παρόμοιο τρόπο λειτουργεί η αναφορά στον Lorca στο έργο ενός άλλου μείζονος αιγυπτιώτη λογοτέχνη, του Νίκου Νικολαΐδη του Κυπρίου, στο λογοτεχνικό εργαστήρι του οποίου σύχναζαν οι νεαροί τότε Πιερίδης και Τσίρκας, λαμβάνοντας την ευεργετική του επίδραση. Ο Νικολαΐδης ασπάστηκε τις σοσιαλιστικές ιδέες στις αρχές της δεκαετίας του ’20, μεταβάλλοντας σταδιακά την αισθητική του προσέγγιση από μια πρώιμη σπουδή στον αισθητισμό σε μια λογοτεχνία κοινωνικού προβληματισμού. Το ποίημά του, το οποίο φέρει τον εμβληματικό τίτλο «Federico Garcia Lorca», δημοσιεύτηκε από τον Τσίρκα το 1955 στην Επιθεώρηση Τέχνης. Παρόλα αυτά, σημείωμα του Τσίρκα, το οποίο συνοδεύει το κείμενο, συνηγορεί ώστε το ποίημα να χρονολογηθεί τουλάχιστον δέκα χρόνια νωρίτερα και να τεθεί με τη σειρά του ανάμεσα στα πρώτα στον ελληνικό χώρο που αφιερώνονται στον ισπανό ποιητή. Η βαθειά συναισθηματική του αξία φαίνεται να το έσωσε από την καταστροφή, όπως αποκαλύπτει ο ίδιος ο Νικολαΐδης σε επιστολή του στον Τσίρκα: Έσχισα πολλά από τα ανέκδοτα και όλα τα ατέλειωτα, μα κράτησα κάμποσα που…κάποια ζωντανή φωνή, μέσα μου, ζητάει γι’αυτά χάρη. […] Το τραγούδι του Γκαρθία Λόρκα είναι απ’αυτά που περιμένουν χάρη. Νομίζω πως θα’ταν ασέβεια (ασέβεια στον Λόρκα εννοώ) να μη το δημοσιεύσω και να το καταστρέψω…Υποχώρησα σ’αυτή τη σκέψη…31

To ποίημα παρουσιάζεται ολόκληρο ως αποστροφή στον δολοφονημένο Lorca, τον οποίο επικαλείται με υμνητική διάθεση, αναγορεύοντάς τον σε άγιο και μάρτυρα: Santo Federico Garcia Lorca poeta e martyre! T’άλικό Σου, που’βρεξε τη γης αίμα, να! υψώθη, μέσα στον κύκλο του φωτός, ανάμεσα στ’Αστάχι και το Κλήμα, σαν το πολύφυλλο το Ρόδο τ’Ορφικό!32 29 Στρατής Τσίρκας, «Όρκος», Το Λυρικό ταξίδι [1938], στο Τα Ποιήματα, επιμ. Παύλος Α. Ζάννας, Κέδρος, Αθήνα 1981, σ. 49. Βλ. επίσης άνωθι, σημ. 16. 30 Τσίρκας, «Ο όρκος των ποιητών […]», ό.π., σ. 568. 31 Νίκος Νικολαΐδης, επιστολή στον Στρατή Τσίρκα, Κάιρο, 20 Ιουλίου 1955, στο Κατάλοιπα από το αρχείο του Νίκου Νικολαΐδη, επιμ. Λ. Παπαλεοντίου, Εν Tύποις, Λευκωσία 2003, σ. 310. 32 Νίκος Νικολαΐδης, «Federico Garcia Lorca», Επιθεώρηση Τέχνης, τχ. 9 (Σεπτ. 1955), σ. 182.

97

ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Δήμητρα «Στον δρόμο για την “Κόρδοβα”: Ο μύθος του Federico Garcia Lorca στην κυπριακή ποίηση»

Ο θάνατος του Lorca λαμβάνει εν προκειμένω χριστιανικό, μα και συνάμα παγανιστικό περίβλημα, σ’ ένα ποίημα που φέρει έντονα το στίγμα του σικελιανικού ή και του παλαμικού ορφισμού. Μπροστά στην αναζήτηση επίγειας σωτηρίας, η οποία να πραγματώνεται διά και εντός της ιστορίας, ο λορκικός μύθος συμφύρεται με τον ορφικό, σε μια ανελικτική πορεία προς το (απολλώνειο) φως και την τελείωση του Λόγου. Το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου βρίσκει τον Lorca στο επίκεντρο της ελληνικής πνευματικής ζωής, ενώ το ’40 φαίνεται να είναι η χρυσή δεκαετία του «λορκισμού» (lorquismo) στην Ελλάδα: το περίφημο ποίημα του Νίκου Καββαδία «Federico García Lorca» (1945),η μετάφραση ποιημάτων του Romancero Gitano από τον Οδυσσέα Ελύτη το 1948, η μετάφραση του Bodas de sangre (Ματωμένος γάμος) από τον Νίκο Γκάτσο και το ανέβασμα του ομώνυμου έργου από το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν, είναι μερικοί μόνο από τους παράγοντες που συντέλεσαν στη δημιουργία της εικόνας του «Έλληνα Lorca».33 Παρόλα αυτά, και δεδομένων των ποιημάτων που αναφέραμε, ο ισχυρισμός του Mario Vitti ότι, «τελικά, ο Λόρκα μπήκε στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο»34 δεν φαίνεται να ευσταθεί, αν δεν θέλουμε να περιορίσουμε την έρευνα αποκλειστικά στον ελλαδικό χώρο. Σ’ αυτό το πλαίσιο, αξίζει να αναφερθεί ότι η πρώτη εκτενής εργοβιογραφική παρουσίαση του Lorca στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό γίνεται από τον κύπριο λογοτέχνη και κριτικό Αντώνη Ιντιάνο35 στις σελίδες του περιοδικού Κυπριακά Γράμματα, ήδη στα 1939.36 Το περιοδικό αυτό τύγχανε σημαντικής διάδοσης εκείνο τον καιρό, έχοντας εξασφαλίσει ελληνικές αλλά και αλεξανδρινές συνεργασίες, ανάμεσα στις οποίες ο Στρατής Τσίρκας και ο Νίκος Νικολαΐδης. Αν και κανείς δεν αμφισβητεί τον σημαίνοντα ρόλο της παρουσίασης του Lorca από τον Ελύτη,37 ο οποίος τοποθετεί αξιολογικά τον Ισπανό στον «κανόνα» της λογοτεχνικής γενιάς του ’30, ο Ιντιάνος επεσήμανε έξι χρόνια νωρίτερα τον συνδυασμό παράδοσης και πρωτοπορίας στη λορκική δημιουργία, επιστεγάζοντας το άνοιγμά του αυτό προς τη νεωτερικότητα με τη μετάφραση τεσσάρων ποιημάτων του ισπανού ποιητή.38 Oι μεταφράσεις αυτές είναι οι πρώτες στην Ελλάδα μετά τον θάνατο του Lorca, και οι δεύτερες μετά από εκείνες του Καζαντζάκη.39

33 Για την εξαιρετική υποδοχή του Lorca στην Ελλάδα ειδικά κατά τη δεκαετία του ’40, βλ. ενδεικτικά Rosenberg, «The Greek Lorca […]», ό.π., σ. 41-45. 34 Vitti, ό.π., σ. 84. 35 Ο Αντώνης Ιντιάνος (1899-1968) υπήρξε από τους σημαντικότερους κύπριους κριτικούς της γενιάς του, ο οποίος έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης στον χώρο του ευρύτερου ελληνισμού. Πέραν από τις πρωτοποριακές μεταφράσεις του από τη λογοτεχνία του μοντερνισμού – συμπεριλαμβανομένων και εκείνων του Lorca –, είναι ιδιαίτερα γνωστός για τη συμβολή του στη μελέτη του Ανδρέα Κάλβου, όντας, επίσης, αυτός ο οποίος έφερε στο φως τον τάφο του ποιητή των Ωδών στο Louth της Αγγλίας. 36 Αντώνης Ιντιάνος, «Federico Garcia Lorca», Κυπριακά Γράμματα, Δ΄, τχ. 5 (Σεπτ. 1939), σ. 281-285. 37 Βλ. Οδυσσέας Ελύτης, «Federico García Lorca», στο Ανοιχτά χαρτιά, Ίκαρος, Αθήνα 1987 (α΄ έκδ. 1974), σ. 625-635. Έχει υποστηριχθεί ότι το εν λόγω άρθρο του Ελύτη, το οποίο πρωτοδημοσιεύτηκε στο περ. Τετράδιο (άνοιξη 1945), είναι η πρώτη παρουσίαση του Lorca στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό (βλ. σχετικά Rosenberg, «The Greek Lorca […]», ό.π., σ. 43). Παρόλα αυτά, το πρωτοποριακό κείμενο του Ιντιάνου προηγείται κατά πολύ χρονολογικά, αν και η παρουσίαση του Ελύτη αναμφίβολα καθόρισε τους όρους της αισθητικής πρόσληψης του Lorca στην Ελλάδα. 38 Federico Garcia Lorca, «Τραγούδι», «Η μπαλλάντα της μικρής πλατείας», «Κυνηγός», «Η κιθάρα», μτφ. Αντ[ώνης] Ιντιάνος, Κυπριακά Γράμματα, Δ΄, τχ. 5 (Σεπτ. 1939), σ. 285-287. 39 Για τις μεταφράσεις του Lorca στην Ελλάδα ακολουθώ τη βιβιλιογραφική καταγραφή της Μέντη (ό.π., σ. 59), σύμφωνα με την οποία η δεύτερη μετάφραση ποιήματός του Lorca μετά τον Καζαντζάκη γίνεται από τον Μήτσο Παπανικολάου στα Νεοελληνικά Γράμματα, το 1940.

98

Πρακτικά Συνεδρίου «Ο Ισπανικός Εμφύλιος: Κύπρος Ελλάδα και Ευρώπη»

Παρότι δύσκολα η μορφή του ισπανού συγγραφέα μπόρεσε να αντισταθεί στον «ορίζοντα προσδοκιών» της αριστερής μεταπολεμικής διανόησης, συνεχίζει μέχρι σήμερα να εμπνέει πολλαπλώς τις τέχνες και τα γράμματα, με την ελληνική και τη λορκική δημιουργία να βρίσκονται σε συνεχή διάλογο και ανταπόκριση. Ανάμεσα στα επετειακά ποιήματα για τον θάνατό του συγκαταλέγονται τα «Μνήμη του Λόρκα (1966)»40 και «Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα»41 του Μιχάλη Πασιαρδή. Ερωτική, μα και συνάμα υπαρξιακή διάθεση, αποπνέει το ποίημα «Το ποτάμι του Λόρκα»42 της Βέρας Κορφιώτη. Υπαρξιακούς τόνους προσλαμβάνει επίσης το ποίημα «Σωτηρία»43 της Αντριάνας Ιεροδιακόνου, στο οποίο επικαλείται τον Lorca, ενώ δύο μακροσκελή ποιήματα στον ισπανό ποιητή αφιερώνει σε οικείους τόνους η ποιήτρια Άνδρη Χριστοφίδου-Αντωνιάδου.44 Σε μετεισβολικό κλίμα εντάσσεται το ποίημα του Φοίβου Σταυρίδη «Το μπαλκόνι» από τη συλλογή του Απομυθοποίηση (1978), το οποίο εκκινεί ένα διακειμενικό διάλογο με το περίφημο ποίημα του Lorca «Despedida»45 («Αποχαιρετισμός»).Το ποίημα αυτό για τον Lorca φαντάζει άκαιρο, εκ πρώτης όψεως, ανάμεσα στα υπόλοιπα της συλλογής, τα οποία καταπιάνονται με τα θέματα της προσφυγιάς, της οργής και της διάψευσης. Και πράγματι, ο μόνος «μύθος» που φαίνεται να επιβιώνει μέσα σ’ αυτό το γενικό πνεύμα «απομυθοποίησης», είναι, εκ νέου, ο Lorca, καλώντας σε μια κατάφαση ζωής, σαράντα χρόνια μετά από τον θάνατό του: […] Φεντερίκο σαράντα χρόνια είναι πολλά για το παιγνίδι μες στη γη, βγες στο μπαλκόνι∙ είναι ανοιχτό και περιμένει.46

Η πολιτική-διεθνιστική διάσταση, που είναι αυτή του μύθου εν τη γενέσει του, φαίνεται να επιστρέφει εντονότερα στις αναφορές στον Lorca του πρόωρα χαμένου ποιητή Δώρου Λοΐζου, ο οποίος υπήρξε ένα από τα θύματα της δολοφονικής απόπειρας εναντίον του αρχηγού του Σοσιαλιστικού Κόμματος ΕΔΕΚ, Βάσου Λυσσαρίδη, κατά την ταραγμένη πολιτικά περίοδο εθνικού διχασμού που ακολούθησε του πραξικοπήματος και της εισβολής. Στη δολοφονία του Lorca, με καθαρούς υπαινιγμούς απέναντι στο πολιτικό κατεστημένο, αναφέρεται ο Λοΐζου στο ποίημά του «Τούτος ο άνεμος που γνώρισες»,47 ενώ προφητικές –και γι’ αυτό τραγικές– διαστάσεις προσλαμβάνει το ποίημά του «Έρχονται πάλι», καθώς και ο ίδιος θα έπεφτε, λίγα χρόνια μετά, νεκρός, με αρκετές σφαίρες στο κεφάλι: Έρχονται πάλι. Έρχονται, Φεντερίκο. Μαύρα μάτια, μαύρες καρδιές, μαύρες κάννες. Έρχονται να σε ξανασκοτώσουν. […]

40 Μιχάλης Πασιαρδής, Ο δρόμος της ποίησης, τ. Α΄, χ.ε., Λευκωσία 1999, σ. 157. 41 Μιχάλης Πασιαρδής, «Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα. Σαράντα χρόνια από το θάνατό του», στο Η Ευρώπη στην κυπριακή ποίηση, επιμ. Μόνα Σαββίδου-Θεοδούλου, Αρμίδα, Λευκωσία 2006, σ. 120. 42 Βέρα Κορφιώτη, «Το ποτάμι του Λόρκα», στο Η Ευρώπη στην κυπριακή ποίηση, ό.π., σ. 26. 43 Αντριάνα Ιεροδιακόνου, Της Κώμης Αιγιαλού, Κοχλίας, Αθήνα 1983, σ. 9. 44 Άντρη Χριστοφίδου-Αντωνιάδου «Ο φίλος μου Φεδερίκο», Τα Ποιήματα της Ευρώπης, χ.ε., Λεμεσός 2003, σ. 56-61∙ Άντρη Χριστοφίδου-Αντωνιάδου, «Συνομιλία με τον Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα», Παλίρροιες, χ.ε., Λεμεσός 1986. 45 García Lorca, Canciones, στο Poesía completa, ό.π., σ. 178. 46 Φοίβος Σταυρίδης, Απομυθοποίηση, εκδ. Τα Τετράδια του Ρήγα, Λευκωσία 1978, σ. 36. 47 Δώρος Λοΐζου, Ψωμί και Ελευθερία, Κέδρος, Αθήνα 1974, σ. 62.

99

ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Δήμητρα «Στον δρόμο για την “Κόρδοβα”: Ο μύθος του Federico Garcia Lorca στην κυπριακή ποίηση»

Κι ύστερα θα πουν ότι σε σκότωσαν κατά λάθος, πως ήταν ατύχημα τυχαίο περιστατικό. Άβε Μαρία, άβε Μαρία προσευχήσου για μας. Όλους εμάς τους αθώους Φεντερίκους Εμάς που μας σκοτώνουν τυχαία, κατά λάθος.48

Λιγότερο την πολιτική και περισσότερο την ποιητική ουσία του Lorca επιθυμεί να αναδείξει ο μείζων κύπριος ποιητής Κυριάκος Χαραλαμπίδης. Ήδη από την πρώτη του ποιητική συλλογή, με τίτλο Πρώτη Πηγή (1961), εκκινεί ένα διάλογο με το περίφημο «Canción del jinete» («Τραγούδι του καβαλάρη») του Lorca, στο ποίημά του «Παραλλαγή στο θέμα της Κόρντοβα». Η ίδια η επιλογή του τίτλου δηλοί την πρόθεσή του Χαραλαμπίδη να διατηρήσει αναγνωρίσιμο το λορκικό διακείμενο, με φανερή τη διάθεση για ανάπλαση και αναδημιουργία. Σ’ αυτή την κατεύθυνση, χρησιμοποιεί κατά κόρον την τεχνική του pastiche, η οποία, εντούτοις, δεν λειτουργεί ως μίμηση, αλλά ως άσκηση ύφους και ποιητικής όσμωσης. Γράφει ο Lorca: Κόρδοβα. Mακρινή και μόνη. Φοραδίτσα μαύρη, φεγγάρι μεγάλο […] Αν και ξέρω τους δρόμους, εγώ ποτέ δεν θα φτάσω στην Κόρδοβα. […] Άι! τι μακρύς ο δρόμος! Άι! γενναία μου φοραδίτσα! Άι! κι ο θάνατος με περιμένει, προτού να φτάσω στην Κόρδοβα!49

48 49

Ό.π., σ. 63. García Lorca, Canciones, στο Poesía completa, ό.π., σ. 148: Córdoba. Lejana y sola. Jaca negra, luna grande [...] Aunque sepa los caminos yo nunca llegaré a Córdoba. […] ¡Ay qué camino tan largo! ¡Ay mi jaca valerosa! ¡Ay que la muerte me espera, antes de llegar a Córdoba.

100

Πρακτικά Συνεδρίου «Ο Ισπανικός Εμφύλιος: Κύπρος Ελλάδα και Ευρώπη»

Στην «παραλλαγή» του Χαραλαμπίδη, επιδιώκεται τόσο η θεματική, όσο και η υφολογική συνάφεια με το ποίημα του Lorca, προκειμένου να εκφραστεί ένας κοινός ποιητικός καημός −ένα «cante jondo»50− μπροστά στην υπεροπλία του αναπόφευκτου: Kόρντοβα μακρινή κι αγαπημένη […] κι ο Λόρκα με φεγγάρι πάει να πάρει λίγο κομμάτι από την Κόρντοβα. Μα ο μαύρος θάνατος είναι στεγνός κι αφέγγαρος. κι ο Λόρκα πώς θα ζήσει δίχως άστρα; Άι και δε φτάσαμε στην Κόρντοβα. Άι και μας πήρε η μέρα.51

O Lorca εντάσσεται πιο άμεσα στο πλέγμα της «μεθιστορικής» υποδομής του Χαραλαμπίδη στην τελευταία του ποιητική συλλογή Στη γλώσσα της υφαντικής (2013), όπου συναντάμε το ποίημα «Σιμά στη Γρανάδα (Καλοκαίρι του 1936)». Η χωροχρονική ένδειξη του τίτλου, ακολουθώντας τον τρόπο του Καβάφη, συνδέει άμεσα το ποίημα με το ιστορικό γεγονός, επιτρέποντας στον Lorca ως «ιστοριόμυθο» να περάσει από τη σφαίρα του φυσικού/ατομικού σ’ εκείνη του πνευματικού/καθολικού: Μες στα βαθιά σαλόνια ο θάνατός του ποθεί να κοιμηθεί, μα δε βολεί – τα βόλια χύνουν χυμό ροδιού κι ο μαύρος κύκνος μεθά τη θάλασσα με τα φτερά του. Κι είπε στο Λόρκα ο Φεδερίκο: «Φίλε, μη σκιάζεσαι κι εγώ θα σε σκεπάσω.»52

Ο ποιητής, υποχωρώντας ως φυσικό πρόσωπο μπροστά στον βαθύτερο εαυτό του, εικονίζει τον Lorca να συναγελάζεται με τον Φεδερίκο, καθώς η Ιστορία αναμετράται με τον Μύθο. Κι ενώ ο μύθος αυτός δημιουργείται μέσα από την ιστορία, έχει την παράδοξη ιδιότητα να τη διατηρεί και να την εξαφανίζει, να την επικαλείται και να την υπερβαίνει συνάμα. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Χαραλαμπίδη: Εδώ είναι μια μαρτυρική στιγμή του Λόρκα. […] Είναι σαν ένα χέρι να χαϊδεύει εδώ τον Λόρκα απαλά και γλυκά. Θυμούμαι ο Ρίτσος στον «Αποχαιρετισμό» βάζει τον Αυξεντίου να λέει: «Σήμερα νιώθω μια τρυφερότητα για τον εαυτό μου ξέρoντας πως θα μ’αγαπήσετε». […] Στην πραγματικότητα αυτό είναι μια persona του ίδιου του ποιητή-Λόρκα, αλλά και του ίδιου του ποιητή-Χαραλαμπίδη.53

Η συνάντηση του Χαραλαμπίδη με τον Lorca κορυφώνεται στo ποίημά του «Στη γλώσσα της υφαντικής» από τη συλλογή του Ίμερος (2012), όπου η μυθική Ελένη της Τροίας ταυτίζεται με τη φευγαλέα εκείνη αίσθηση της Ομορφιάς, που οι Ισπανοί την είπαν «duende». 50 Το «cante jondo» («βαθύ τραγούδι»), ως κατηγορία του φλαμένκο, δηλώνει το «βαθύ», πρωτόλειο συναίσθημα που εκφράζει το λαϊκό ανταλουσιανό τραγούδι και απαιτεί την έντονη συγκινησιακή εμπλοκή του τραγουδιστή. Αυτή την τραγική αίσθηση της ζωής θέλησε ακριβώς να εκφράσει ο Lorca, τιτλοφορώντας χαρακτηριστικά μια από τις πρώτες του συλλογές Poema del cante jondo (1921). 51 Κυριάκος Χαραλαμπίδης, «Παραλλαγή στο θέμα της Κόρντοβα», Πρώτη πηγή, χ.ε., Αθήνα 1961, σ. 28. 52 Κυριάκος Χαραλαμπίδης, «Σιμά στη Γρανάδα (Καλοκαίρι του 1936)», Στη γλώσσα της υφαντικής, Μεταίχμιο, Αθήνα 2013, σ. 52. 53 Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Συνέντευξη στη Δήμητρα Δημητρίου, αρχείο Δήμητρας Δημητρίου, Λευκωσία, 7 Φεβρουαρίου 2015.

101

ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Δήμητρα «Στον δρόμο για την “Κόρδοβα”: Ο μύθος του Federico Garcia Lorca στην κυπριακή ποίηση»

Με μια ερωτική σχεδόν προσέγγιση του θανάτου, ο Χαραλαμπίδης εισχωρεί στο πιο βαθύ, πρωτόγονο, και γι’ αυτό μυθικό υπόστρωμα της ύπαρξης, μέσα από τη διακειμενική του αναφορά στη Μούσα του Lorca, όπως τη συναντάμε στο δοκίμιό του Juego y teoría del duende (Ρόλος και θεωρία του ντουέντε) (1933). Ο Lorca συνέδεσε τον λόγο με τον πόνο και τον πόνο με το duende. Ό,τι πονάει – κι ό,τι πεθαίνει – έχει duende. Κατά παρόμοιο τρόπο, η Ελένη υφαίνει με αιμάσσονες στίχους το υφαντό της, καθώς η ποίηση, ιμερόεσσα έρωτος, αποκαλύπτει το μυστήριο «ανάμεσα στο έλα και το φεύγα»,54 στα όρια της ζωής και του θανάτου: Στη γλώσσα της υφαντικής, Ελένη δεν σημαίνει παρά του παλατιού την εσωτέρα οδύνη […] Πίσω απ’τα τείχη της δικιάς της Τροίας σκορπώντας ολοαίματα μετάξια συντετριμμένης θλίψεως. Με τη μισή καρδιά της από μάρμαρο – κατά του Λόρκα τη γραφή – και με λιωμένη ψυχή στ’απανωφρύδι του φιδιού.55

Εισχωρώντας στο υπαρξιακό υπόβαθρο της λορκικής ποίησης, ο Χαραλαμπίδης δεν αναβιώνει τον Lorca-μάρτυρα, αλλά τον Lorca-ποιητή στην τραγικότερη στιγμή του. Μοναχικός καβαλάρης στον δρόμο για την «Κόρδοβα», ο κύπριος ποιητής μας οδηγεί με σιγουριά στη βαθειά δομή του μύθου – η οποία φαίνεται να κινεί κάθε είδους λογοτεχνικό μετασχηματισμό του θανάτου του Lorca –, που δεν είναι άλλη από την αρχέγονη μάχη της ζωής απέναντι στις σκοτεινές δυνάμεις της φθοράς. Ο μύθος του Federico García Lorca δημιουργήθηκε στο χωνευτήρι μιας βίαιης ιδεολογικής αντιπαράθεσης, η οποία σηματοδότησε την οριοθέτηση των κόσμων που έμελλε να αιματοκυλήσουν τον 20ό αιώνα. Παρότι ο Lorca ούτε ως ιστορικό (ούτε πλέον και ως λογοτεχνικό) πρόσωπο ανήκει σε κάποια παράταξη, υπάρχει ακόμα κάτι από το ιστορικό γεγονός που αντιστέκεται. Όσο εύπλαστη κι επίπλαστη, η μορφή του αφήνει πάντοτε μια αίγλη αθανασίας, εντασσόμενη κάθε φορά ως σχόλιο ή πρότυπο σε μια νέα (πολιτική) ιστορία, από τις γειτονιές του Χάρλεμ στην Καισαριανή και στο Δίστομο, κι από την αναζήτηση της ταυτότητας της αραβικής λογοτεχνίας στην έκφραση της απόλυτης σεξουαλικής ελευθερίας των Μπητ. Ο μύθος του Lorca διατηρεί ακόμα κάτι από το μεγαλείο του προσώπου, το οποίο δεν τρέφεται από τη νίκη, αλλά από την ανάμνηση∙ δεν μεγενθύνεται από την ιστορία, αλλά από τις ιστορίες. Ισορροπιστής επάνω στα λεπτά όρια του ανθρώπου, του ποιητή και του μύθου, ενδημεί ακόμα στις ψυχές ομοτέχνων του, κατά τρόπο που δύσκολα θα μπορούσε να εκφράσει κανείς καλύτερα από τα λόγια του Pablo Neruda: Υπάρχουν δύο Φεδερίκοι: ο πραγματικός, κι εκείνος του θρύλου. Κι οι δύo είναι ένα μόνο. Υπάρχουν τρεις Φεδερίκοι, αυτός της ποίησης, εκείνος της ζωής, κι ο άλλος του θανάτου. Και οι τρεις είναι ένα και μόνο. Υπάρχουν εκατό Φεδερίκοι, και τραγουδούν, όλοι αυτοί. Υπάρχουν Φεδερίκοι για όλο τον κόσμο.56 54 Πρβ. Κυριάκος Χαραλαμπίδης, «Στον αργαλειό», Ίμερος, Μεταίχμιο, Αθήνα 2012, σ. 26: «αθάνατη του έρωτος η αμάχη / ανάμεσα στο έλα και το φεύγα». 55 Ό.π., σ. 22. 56 Pablo Neruda, «Un monumento a Federico», στο Obras completas, επιμ. Hernán Loyola, τ. V, Nerudiana dispersa II (1922-1973), Galaxia Gutenberg/Círculo de Lectores, Βαρκελώνη 2002, σ. 151. Ο Neruda εκφώνησε την ομιλία αυτή στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας το 1968, με την ευκαιρία της εκεί ανέγερσης μνημείου για τον Lorca.

102

Lihat lebih banyak...

Comentários

Copyright © 2017 DADOSPDF Inc.