Λακωνική κεραμική στο Βόρειο Αιγαίο, in M. Tiverios, a.o. (ed.), Η κεραμική της αρχαϊκής εποχής στο Βόρειο Αιγαίο και την περιφέρειά του (700-480 π.Χ.). Πρακτικά Αρχαιολογικής Συνάντησης, Θεσσαλονίκη 19-22 Μαϊου 2011 (Thessaloniki, 2012) 197-208

May 28, 2017 | Autor: Maria Pipili | Categoria: Trade, Laconian pottery, North Aegean archaeology
Share Embed


Descrição do Produto

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΘΡΑΚΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ

Η ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΪΚΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΣΤΟ ΒΟΡΕΙΟ ΑΙΓΑΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΤΟΥ (700-480 π.Χ.) Πρακτικά Αρχαιολογικής Συνάντησης Θεσσαλονίκη, 19-22 Μαΐου 2011 Επιμέλεια Μιχάλης Τιβέριος, Βασιλική Μισαηλίδου-Δεσποτίδου, Ελένη Μανακίδου, Άννα Αρβανιτάκη

ΑRCHAIC POTTERY OF THE NORTHERN AEGEAN AND ITS PERIPHERY (700-480 BC) Proceedings of the Archaeological Meeting Thessaloniki, 19-22 May 2011 Edited by Michalis Tiverios, Vasiliki Misailidou-Despotidou, Eleni Manakidou, Anna Arvanitaki

ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΘΡΑΚΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΡ. 11 Θεσσαλονίκη / Τhessaloniki 2012



Οργανωτική Επιτροπή Συνάντησης: Μιχάλης Τιβέριος Βασιλική Μισαηλίδου-Δεσποτίδου Ελένη Μανακίδου Κωνσταντία Κουσουλάκου

Διόρθωση κειμένων: Άννα Αρβανιτάκη Ελένη Μανακίδου Αγγλικές περιλήψεις: Janet Koniordos Ελληνικές περιλήψεις: Ελένη Μανακίδου Εικόνα εξωφύλλου: Χιώτικος κάλυκας από το νεκροταφείο της αρχαίας Άφυτης

ΙSBN 978-960-87314-9-3 Η παρούσα έκδοση πραγματοποιήθηκε με χρηματοδότηση του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού © ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΘΡΑΚΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2012 Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις του ελληνικού νόμου (Ν. 2121/1993 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) και τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται απολύτως η άνευ γραπτής άδειας του εκδότη κατά οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο αντιγραφή, φωτοανατύπωση και εν γένει αναπαραγωγή, εκμίσθωση ή δανεισμός, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή (ηλεκτρονική, μηχανική ή άλλη) και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου.

Παραγωγή

w w w. z i t i . g r



Περιεχόμενα

Χαιρετισμοί . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 11 Προλογικό σημείωμα των επιμελητών . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 13 Συντομογραφίες / Abbreviations . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 15 Χάρτης / Map . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 19

Διαλέξεις / Lectures Jean-Jacques Maffre Les coupes attiques des Petits-Maîtres à Thasos . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 23

Αττικές μικρογραφικές κύλικες στη Θάσο Jean-Jacques Maffre

Μιχάλης Α. Τιβέριος Αττικά αγγεία πολυτελείας στη Μακεδονία . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 39

Luxury Attic Pottery in Macedonia Michalis A. Tiverios

Τοπική κεραμική / Local Pottery Λίλλιαν Αχειλαρά Τα γκριζόχρωμα αγγεία από τo αρχαϊκό νεκροταφείο της Μυτιλήνης: η περίπτωση του οικοπέδου Χ. Κρικλάνη – Δ. Κουτσοβίλη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 55

Grey Ware from the Archaic Cemetery of Mytilene: The Ch. Kriklani and D. Koutsovili Property Lillian Acheilara

Anelia Bozkova, Peter Delev Archaic Pottery with Painted Geometric Decoration from South-Western Bulgaria . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 69

Αρχαϊκή κεραμική με γραπτή γεωμετρική διακόσμηση από τη νοτιοδυτική Βουλγαρία Anelia Bozkova, Peter Delev

Laura Danile Local Productions and Imports at Hephaestia (Lemnos) from the Early Iron Age to the Archaic Period . . . . . . . 79

Τοπική παραγωγή και εισαγωγές κεραμικής στην Ηφαιστία της Λήμνου από την πρώιμη Εποχή του Σιδήρου έως την αρχαϊκή περίοδο Laura Danile

Περιεχόμενα

5

Ευρυδίκη Κεφαλίδου Kεραμική από τη Νέα Καλλικράτεια στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 91

Pottery from Nea Kallikrateia in the Archaeological Museum of Thessaloniki Eurydice Kefalidou

Dragi Mitrevski Lower Vardar or Amphaxitis Pottery from the Iron Age . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 105

Κεραμική από την περιοχή της Αμφαξίτιδος (κάτω Αξιός) κατά την Εποχή του Σιδήρου Dragi Mitrevski

Άννα Παντή Τοπική κεραμική αρχαϊκών χρόνων από τα Λείβηθρα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 113

Archaic Local Pottery from Leibethra Anna Panti

Jacques Perreault, Κατερίνα Περιστέρη, Francine Blondé Παράδοση, μίμηση και καινοτομία στην αρχαϊκή κεραμική του εργαστηρίου «Φαρί» Θάσου . . . . . . . . . . . . . . . . . 129

Tradition, Imitation and Innovation in the Archaic Pottery of the Phari Workshop in Thasos Jacques Perreault, Katerina Peristeri, Francine Blondé

Martin Perron The Influences of East Greek Pottery on North Aegean Vase-Painting: A Group of Pyxides and Table Amphoras from Argilos . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 139

Οι επιρροές της κεραμικής Ανατολικής Ελλάδας στην αγγειογραφία του Βόρειου Αιγαίου: μία ομάδα πυξίδων και επιτραπέζιων αμφορέων από την Άργιλο Martin Perron

Θώμη Σαββοπούλου Πύραυνοι αρχαϊκών χρόνων από την Αξιούπολη Κιλκίς . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 151

Archaic Pyraunoi from Axioupolis, Kilkis Thomi Savvopoulou

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: Σβετλάνα Βιβντένκο, Παναγιώτης Μανούδης, Πρώτη προσέγγιση στη μελέτη των πυραύνων από τις ανασκαφές στην Αξιούπολη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 163

Εισηγμένη κεραμική / Imported Pottery Αττική / Attic . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Σταμάτης Α. Φριτζίλας Αττική πελίκη με διονυσιακή παράσταση από τη Σαμοθράκη: ένα έργο του Ζωγράφου του Θησέα . . . . . . . . . . . . 169

Attic Pelike with Dionysiac Scene from Samothrace: A Work by the Theseus Painter Stamatis A. Fritzilas

Κωνσταντούλα Χαβέλα Αττική μελανόμορφη κεραμική από την Τούμπα Θεσσαλονίκης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 179

Attic Black-Figure Pottery from Toumba, Thessaloniki Konstantoula Chavela

6

Περιεχόμενα

Κορινθιακή / Corinthian . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Cornelis Willem Neeft Corinthian Pottery in Thasos and Argilos: Preliminary Observations . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 189

Κορινθιακή κεραμική από τη Θάσο και την Άργιλο: πρώτες παρατηρήσεις Cornelis Willem Neeft

Λακωνική / Laconian . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Μαρία Πιπιλή Λακωνική κεραμική στο Βόρειο Αιγαίο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 197

Laconian pottery from the Northern Aegean Maria Pipili

Ανατολικής Ελλάδας / East Greek . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Ζήσης Μπόνιας, Jacques Perreault, Σταύρος Πασπαλάς, Χριστίνα Τελεβάντου Ανδριώτικη κεραμική στην Άργιλο: ένα πρόγραμμα σε εξέλιξη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 209

Andrian Pottery at Argilos: A Program in progress Zisis Bonias, Jacques Perreault, Stavros Paspalas, Christina Televantou

Δέσποινα Τσιαφάκη, Νικόλαος Καζάκης, Αναστάσιος Σακαλής, Νέστορας Τσιρλιγκάνης Ανδριώτικη (;) κεραμική στην Άργιλο: οι πρώτες δύο φάσεις της αρχαιομετρικής έρευνας . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 215

Andrian (?) Pottery at Argilos: The First Two Phases of the Archaeometrical Study Despoina Tsiafaki, Nikolaos Kazakis, Anastasios Sakalis, Nestor Tsirliganis

Δέσποινα Τσιαφάκη Κεραμική Ανατολικής Ελλάδας στο Καραμπουρνάκι . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 227

East Greek Pottery at Karabournaki Despoina Tsiafaki

Αναστασία Χρυσοστόμου, Παύλος Χρυσοστόμου Ιωνικά bucchero από τα νεκροταφεία του Αρχοντικού Πέλλας . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 239

Ionian Bucchero Ware from the Cemeteries of Archontiko, Pella Anastasia Chrysostomou, Pavlos Chrysostomou

Εμπορικοί αμφορείς / Transport Amphoras . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Pierre Dupont, Eudokia Skarlatidou Archaic Transport Amphoras from the First Necropolis of Clazomenian Abdera . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 253

Αρχαϊκοί εμπορικοί αμφορείς από την πρώτη νεκρόπολη των κλαζομενιακών Αβδήρων Pierre Dupont, Eudokia Skarlatidou

Κωνσταντίνος Φίλης Ιωνικοί εμπορικοί αμφορείς στο Βόρειο Αιγαίο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 265

Ionian Transport Amphoras in North Aegean Konstantinos Filis

Περιεχόμενα

7

Τοπική και εισηγμένη κεραμική σε ανασκαφικά σύνολα / Local and Imported Pottery from Excavation Context Βικτώρια Αλλαμανή-Σουρή Κλειστά σύνολα αρχαϊκής κεραμικής από το νεκροταφείο της Σουρωτής στον Νομό Θεσσαλονίκης και δείγματα αγγείων από τον οικισμό της Τούμπας στη Θεσσαλονίκη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 283 Archaic Pottery Groups from the Souroti Cemetery in the Prefecture of Thessaloniki and Selected Vases from the Toumba Settlement in Thessaloniki Victoria Allamani-Souri Στέφανος Γιματζίδης Αρχαϊκή κεραμική σε οικισμούς και ιερά της Μακεδονίας: η οικοσκευή των θνητών και των αθανάτων στη Σάνη της Παλλήνης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 297 Archaic Pottery in Settlements and Sanctuaries in Macedonia: Household Vessels of Mortals and Immortals at Sane in Pallene Stefanos Gimatzidis Γεώργιος Ζάχος Αρχαϊκή κεραμική από την Ερεσό της Λέσβου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 305 Archaic Pottery from Eresos, Lesbos Georgios Zachos Χάιδω Κουκούλη-Χρυσανθάκη, Αντιγόνη Μαραγκού Αρχαϊκή κεραμική από τη θασιακή αποικία Οισύμη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 321 Archaic Pottery from the Thasian Colony of Οisyme Chaido Koukouli-Chrysanthaki, Antigoni Marangou Αστέριος Λιούτας, Στέφανος Γιματζίδης Αρχαϊκή κεραμική σε οικισμούς και νεκροταφεία της Μακεδονίας: η οικοσκευή των ζωντανών και των νεκρών στην αρχαία θέση της Πολίχνης Θεσσαλονίκης (Λεμπέτ) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 339 Archaic Pottery in Settlements and Cemeteries in Macedonia: Household Vessels of the Living and the Dead at the Ancient Site of Polichne, Thessaloniki (Lebet) Asterios Lioutas, Stefanos Gimatzidis Πηνελόπη Μάλαμα Κεραμική αρχαϊκών χρόνων από την αρχαία Γαληψό . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 349 Archaic Pottery from Ancient Galepsos Penelope Malama Ελένη Μανακίδου Εισηγμένη κυκλαδική, κορινθιακή και αττική κεραμική αρχαϊκών χρόνων στην αρχαία Οισύμη . . . . . . . . . . . . . . 359 Imported Archaic Cycladic, Corinthian and Attic Pottery in Ancient Oisyme Eleni Manakidou Βασιλική Μισαηλίδου-Δεσποτίδου Η αρχαϊκή κεραμική από το νεκροταφείο της αρχαίας Άφυτης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 371 Archaic Pottery from the Cemetery of Ancient Aphytis Vasiliki Misailidou-Despotidou Σοφία Μοσχονησιώτη Αρχαϊκή κεραμική από το ιερό του Ποσειδώνα στο Ποσείδι της Χαλκιδικής . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 385 Archaic Pottery from the Sanctuary of Poseidon at Poseidi, Chalkidike Sofia Moschonissioti

8

Περιεχόμενα

Ματθαίος Μπέσιος, Κωνσταντίνος Νούλας Αρχαϊκή κεραμική από την ακρόπολη της αρχαίας Μεθώνης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 399

Archaic Pottery from the Acropolis of Ancient Methone Matthaios Besios, Konstantinos Noulas

Ελισάβετ Νικολάου, Αιμιλία Καλογιάννη, Φωτεινή Τσιούκα Νεκροταφείο του αρχαίου Θητωνίου: μία πρώτη προσέγγιση της κεραμικής . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 409

The Cemetery of Ancient Thetonion: A First Approach to the Pottery Elisavet Nikolaou, Aimilia Kalogianni, Photini Tsiouka

Aleksandra Papazovska-Sanev Pottery Imports and Local Imitations along the Vardar River Valley in the 6th and 5th Centuries BC . . . . . . . . . 417 Εισαγωγές κεραμικής και τοπικές μιμήσεις κατά μήκος της κοιλάδας του ποταμού Αξιού (Βαρδάρη) στον 6ο και 5ο αι. π.Χ. Aleksandra Papazovska-Sanev Χρυσαφένια Παρδαλίδου Κεραμική αρχαϊκών χρόνων από το ιερό του Απόλλωνα στην αρχαία Ζώνη νομού Έβρου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 425

Archaic Pottery from the Sanctuary of Apollo at Ancient Zone Chrysafenia Pardalidou

Κατερίνα Ρωμιοπούλου Νεκροταφείο αυτοχθόνων και αποίκων στην παραλία «Αϊ-Γιάννης» Σιθωνίας (7ος - 5ος αι. π.Χ.) και ίχνη οικισμού στο νησί Καστρί: η κεραμική . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 437 Archaic Cemetery with Native and Colonial Burials on the Coast of Ai-Yannis (Sithonia) (7th-5th c. B.C.) and Traces of a Settlement on the Island of Kastri: The Pottery Κaterina Romiopoulou Ευδοκία Σκαρλατίδου Κλειστά σύνολα με κορινθιακή και ιωνική κεραμική από το πρώιμο αρχαϊκό νεκροταφείο των Αβδήρων . . . . . 453

Selected Groups of Corinthian and Ionian Pottery from the Early Archaic Cemetery at Abdera Eudokia Skarlatidou

Ευδοκία Σκαρλατίδου, Φώτης Γεωργιάδης, Άννα Παντή, Καλλιόπη Χατζηνικολάου Επείσακτη και εγχώρια αρχαϊκή κεραμική από το αρχαίο νεκροταφείο στη Θέρμη (Σέδες) Θεσσαλονίκης . . . . 461

Archaic Imported and Local Pottery from the Ancient Cemetery at Thermi (Sedes), Thessaloniki Eudokia Skarlatidou, Fotis Georgiadis, Anna Panti, Kalliopi Chatzinikolaou

Διαμαντής Τριαντάφυλλος, Μαρίνα Τασακλάκη Η κεραμική από δύο αρχαϊκά νεκροταφεία της αιγαιακής Θράκης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 475

Pottery from Two Archaic Cemeteries in Aegean Thrace Diamantis Triantaphyllos, Marina Tasaklaki

Ελισάβετ Μπεττίνα Τσιγαρίδα, Δημήτριος Πάτης Αρχαϊκή κεραμική από το νεκροταφείο της αρχαίας Σκιώνης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 489

Archaic Pottery from the Cemetery at Αncient Skione Elisavet Bettina Tsigarida, Dimitrios Patis

Περιεχόμενα

9

Προλογικό σημείωμα των επιμελητών

Η

ιδέα της διεξαγωγής ενός συνεδρίου που αφορά στην κεραμική των αρχαϊκών χρόνων του βορειοελλαδικού χώρου ξεκίνησε από παλιά, όταν από τις συζητήσεις μας στις ετήσιες συναντήσεις για το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη φάνηκε καθαρά το ενδιαφέρον πολλών συναδέλφων για τα ζητήματα της αρχαϊκής εποχής υπό το φως των σημαντικών ευρημάτων αυτής της περιόδου που αποκαλύφθηκαν τα τελευταία χρόνια στις ανασκαφές. Η πρωτοβουλία, λοιπόν, του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Μακεδονικών και Θρακικών Σπουδών για την πραγματοποίηση ενός συνεδρίου βρήκε ευήκοα ώτα στον Τομέα Αρχαιολογίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ., και έτσι συνδιοργανώθηκε από το Α.Π.Θ. και το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού η πρώτη διεθνής συνάντηση για την «Κεραμική της αρχαϊκής εποχής στο Βόρειο Αιγαίο και την περιφέρειά του (700-480 π.Χ.)». Το συνέδριο πραγματοποιήθηκε στις 19-22 Μαΐου 2011 στην Αίθουσα Τελετών του παλαιού κτηρίου της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ. Σκοπός της συνάντησης ήταν η παρουσίαση και η συζήτηση των θεμάτων που προκύπτουν από τη μελέτη της εγχώριας και της εισηγμένης αρχαϊκής κεραμικής στον ευρύ γεωγραφικό χώρο που ορίζεται από τα βόρεια παράλια του Αιγαίου και την ενδοχώρα τους, εντός και εκτός των ελληνικών συνόρων. Τα αρχαϊκά χρόνια ήταν εποχή ακμής και δημιουργίας για τους οικισμούς στην ευρύτερη περιοχή του Βόρειου Αιγαίου. Η ίδρυση αποικιών στην αιγαιακή Μακεδονία και Θράκη, η επικοινωνία μέσω θαλάσσης και οι εμπορικές σχέσεις με τις πόλεις της νότιας και της ανατολικής Ελλάδας συνέβαλαν ιδιαίτερα στην οικονομική, πολιτιστική και καλλιτεχνική ανάπτυξη των περιοχών αυτών καθώς και στη διαμόρφωση ενός δικτύου ανταλλαγών των προϊόντων τους, ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνονταν και τα κεραμικά σκεύη. Χάρη στην ευημερία και την κινητικότητα που παρατηρείται στην αρχαϊκή εποχή, οι οικισμοί της υπό εξέτασης περιοχής ωφελούνται από την εισροή αγαθών και ιδεών, ανταποδίδοντας με τις δικές τους δημιουργίες. Η εντατική ανασκαφική έρευνα των τελευταίων δεκαετιών στο Βόρειο Αιγαίο και την περιφέρειά του, έφερε στο φως έναν τεράστιο αριθμό κεραμικών προϊόντων, που προέρχονται τόσο από πολλά τοπικά εργαστήρια όσο και από διάφορα κέντρα του αιγαιακού χώρου με μεγάλη κεραμική παράδοση, όπως την Αθήνα, την Κόρινθο, τη Λακωνία, τα νησιά του Αιγαίου, την Ανατολική Ελλάδα. Η μελέτη της κεραμικής αυτής όχι μόνο διευρύνει την έρευνα σχετικά με τα μεγάλα εργαστήρια του αρχαιοελληνικού κόσμου και την παραγωγή τους, αλλά και δίνει την ευκαιρία να τεθούν νέα ερωτήματα προς συζήτηση, που αφορούν στην εμφάνιση, τη διάρκεια χρήσης, το εμπόριο και τη διασπορά των αρχαϊκών αγγείων στον παραπάνω γεωγραφικό χώρο, καθώς και τις επιδράσεις της επείσακτης κεραμικής στα εγχώρια αγγεία. Η σύγκριση των ποικίλων κατηγοριών κεραμικής που προέρχονται από έναν ή περισσότερους οικισμούς, ανεξάρτητα από το αν κατασκευάζονταν ή εισάγονταν εκεί, προσφέρει και μια ασφαλή βάση για την παράλληλη εξέταση τεχνολογικών ζητημάτων. Οι κεραμικές μαρτυρίες μάς επιτρέπουν, επίσης, να προσεγγίσουμε και άλλα ευρύτερα φαινόμενα, όπως της βιοτεχνικής παραγωγής, της οικονομικής ανάπτυξης, της κοινωνικής οργάνωσης, καθώς και των τελετουργικών και ταφικών πρακτικών που παρατηρούνται στους οικισμούς της περιοχής κατά την αρχαϊκή περίοδο. Οι εισαγωγές αγγείων καθώς και οι μετακινήσεις κεραμέων από άλλες περιοχές επηρέασαν σε σημαντικό βαθμό την παραγωγή των τοπικών εργαστηρίων. Η καλή ποιότητα και η πολυμορφία των εγχώριων αγγείων φανερώνουν την ικανότητα των ντόπιων κεραμέων να ενσωματώνουν δημιουργικά στο έργο τους τόσο την προϋπάρχουσα παράδοση όσο και τις εξωτερικές επιρροές. Ως προς αυτό, είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι σχεδόν παντού, στους οικιστικούς χώρους, στα

13

ιερά και στα νεκροταφεία, τα εγχώρια σκεύη συνυπάρχουν με τα εισηγμένα σε μια διαλεκτική σχέση, καθώς η μία ομάδα συμπληρώνει την άλλη. Μόνο μέσα από τη συστηματική γνώση και μελέτη του πλούσιου αυτού υλικού μπορούν να εξεταστούν θέματα όπως π.χ. η ταξινόμηση των αγγείων που κατασκευάστηκαν στο Βόρειο Αιγαίο σε διάφορα κέντρα παραγωγής κατά την αρχαϊκή εποχή, η ερμηνεία των πολλαπλών χρήσεών τους, η διακίνηση και οι αλληλεπιδράσεις των κεραμικών προϊόντων από τη μια περιοχή στην άλλη. Στο τετραήμερο των εργασιών της συνάντησης συμμετείχαν δώδεκα αρχαιολόγοι από το εξωτερικό και 38 από την Ελλάδα (με ατομικές ή ομαδικές ανακοινώσεις). Για τη δημοσίευση των 39 μελετών στον παρόντα τόμο προτιμήθηκε η οργάνωσή τους κατά θέματα. Προηγούνται οι δύο διαλέξεις των καθηγητών J.J. Maffre και Μ. Τιβέριου, οι οποίοι έδωσαν τις κατευθυντήριες γραμμές στη σχετική έρευνα, και ακολουθούν οι μελέτες που αφορούν στην τοπική κεραμική, στην εισηγμένη κεραμική και στην κεραμική των ανασκαφικών συνόλων. Στο σύνολό τους οι εργασίες πραγματεύονται υλικό που προέρχεται από τα παράλια και την ενδοχώρα του βορειοελλαδικού χώρου (κυρίως από περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης) μαζί με τα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου (Θάσος, Σαμοθράκη, Λήμνος, Λέσβος) καθώς και από θέσεις στη νότια Βουλγαρία και την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (FYROM). Ένα μεγάλο μέρος της κεραμικής προέρχεται από ταφικά σύνολα, καθώς οι ανασκαφές των νεκροταφείων υπερτερούν έναντι αυτών των οικισμών ή των ιερών. Ιδιαίτερα σημαντική θέση κατέχει, ωστόσο, η πραγμάτευση των κεραμικών ευρημάτων από ορισμένους ανασκαμμένους οικισμούς και ιερά. Σε κάθε περίπτωση, η εξεταζόμενη κεραμική περιλαμβάνει εμπορικούς αμφορείς για τη μεταφορά ποικίλων προϊόντων, ακόσμητα χρηστικά σκεύη και διακοσμημένα αγγεία «πολυτελείας». Αξίζει να τονιστεί ότι σε πολλές περιπτώσεις πρόκειται για αδημοσίευτο υλικό, τόσο από πρόσφατες όσο και από παλιότερες ανασκαφικές έρευνες που έχουν διεξαχθεί σε διάφορες αρχαιολογικές θέσεις στο Βόρειο Αιγαίο. Το συνέδριο πραγματοποιήθηκε με τη στήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού και το προσωπικό ενδιαφέρον της Γενικής Γραμματέως Πολιτισμού κ. Λίνας Μενδώνη. Καθοριστική υπήρξε και η χορηγία της Επιτροπής Ερευνών του ΑΠΘ. Η Γενική Διευθύντρια Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς κ. Μαρία Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη συνέβαλε στην πραγματοποίησή του. Οι Διευθύντριες του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης και της 9ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, κ.κ. Πολυξένη Αδάμ-Βελένη και Δέσποινα Μακροπούλου, οι επίτιμες Διευθύντριες της ΙΣΤʹ και Λʹ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων κ.κ. Λίλιαν Αχειλαρά και Γεωργία Καραμήτρου-Μεντεσίδη, η τότε Διευθύντρια του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού κ. Σουζάννα Χούλια καθώς και το προσωπικό του Αρχαιολογικού Μουσείου και το Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης συνέβαλαν στην αρτιότερη διεξαγωγή του συνεδρίου. Το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, ο Πρύτανης κ. Ιωάννης Μυλόπουλος και η Αντιπρύτανης Έρευνας κ. Σοφία Κουίδου-Ανδρέου στήριξαν τη συνάντηση. Όλους τους ευχαριστούμε θερμά. Στη χρηματοδότηση του ΥΠΠΟΤ οφείλεται η έκδοση του παρόντα τόμου των Πρακτικών. Η έγκαιρη έκδοσή του, αποτέλεσμα της στενής και αρμονικής συνεργασίας του Α.Π.Θ., του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου και των συγγραφέων του τόμου δικαιώνει τις προσπάθειές μας και εκπληρώνει, νομίζουμε, τον στόχο του συνεδρίου. Μιχάλης Τιβέριος, Βασιλική Μισαηλίδου-Δεσποτίδου, Ελένη Μανακίδου, Άννα Αρβανιτάκη

14

Προλογικό σημείωμα των επιμελητών

Η

ιδέα της διεξαγωγής ενός συνεδρίου που αφορά στην κεραμική των αρχαϊκών χρόνων του βορειοελλαδικού χώρου ξεκίνησε από παλιά, όταν από τις συζητήσεις μας στις ετήσιες συναντήσεις για το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη φάνηκε καθαρά το ενδιαφέρον πολλών συναδέλφων για τα ζητήματα της αρχαϊκής εποχής υπό το φως των σημαντικών ευρημάτων αυτής της περιόδου που αποκαλύφθηκαν τα τελευταία χρόνια στις ανασκαφές. Η πρωτοβουλία, λοιπόν, του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Μακεδονικών και Θρακικών Σπουδών για την πραγματοποίηση ενός συνεδρίου βρήκε ευήκοα ώτα στον Τομέα Αρχαιολογίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ., και έτσι συνδιοργανώθηκε από το Α.Π.Θ. και το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού η πρώτη διεθνής συνάντηση για την «Κεραμική της αρχαϊκής εποχής στο Βόρειο Αιγαίο και την περιφέρειά του (700-480 π.Χ.)». Το συνέδριο πραγματοποιήθηκε στις 19-22 Μαΐου 2011 στην Αίθουσα Τελετών του παλαιού κτηρίου της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ. Σκοπός της συνάντησης ήταν η παρουσίαση και η συζήτηση των θεμάτων που προκύπτουν από τη μελέτη της εγχώριας και της εισηγμένης αρχαϊκής κεραμικής στον ευρύ γεωγραφικό χώρο που ορίζεται από τα βόρεια παράλια του Αιγαίου και την ενδοχώρα τους, εντός και εκτός των ελληνικών συνόρων. Τα αρχαϊκά χρόνια ήταν εποχή ακμής και δημιουργίας για τους οικισμούς στην ευρύτερη περιοχή του Βόρειου Αιγαίου. Η ίδρυση αποικιών στην αιγαιακή Μακεδονία και Θράκη, η επικοινωνία μέσω θαλάσσης και οι εμπορικές σχέσεις με τις πόλεις της νότιας και της ανατολικής Ελλάδας συνέβαλαν ιδιαίτερα στην οικονομική, πολιτιστική και καλλιτεχνική ανάπτυξη των περιοχών αυτών καθώς και στη διαμόρφωση ενός δικτύου ανταλλαγών των προϊόντων τους, ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνονταν και τα κεραμικά σκεύη. Χάρη στην ευημερία και την κινητικότητα που παρατηρείται στην αρχαϊκή εποχή, οι οικισμοί της υπό εξέτασης περιοχής ωφελούνται από την εισροή αγαθών και ιδεών, ανταποδίδοντας με τις δικές τους δημιουργίες. Η εντατική ανασκαφική έρευνα των τελευταίων δεκαετιών στο Βόρειο Αιγαίο και την περιφέρειά του, έφερε στο φως έναν τεράστιο αριθμό κεραμικών προϊόντων, που προέρχονται τόσο από πολλά τοπικά εργαστήρια όσο και από διάφορα κέντρα του αιγαιακού χώρου με μεγάλη κεραμική παράδοση, όπως την Αθήνα, την Κόρινθο, τη Λακωνία, τα νησιά του Αιγαίου, την Ανατολική Ελλάδα. Η μελέτη της κεραμικής αυτής όχι μόνο διευρύνει την έρευνα σχετικά με τα μεγάλα εργαστήρια του αρχαιοελληνικού κόσμου και την παραγωγή τους, αλλά και δίνει την ευκαιρία να τεθούν νέα ερωτήματα προς συζήτηση, που αφορούν στην εμφάνιση, τη διάρκεια χρήσης, το εμπόριο και τη διασπορά των αρχαϊκών αγγείων στον παραπάνω γεωγραφικό χώρο, καθώς και τις επιδράσεις της επείσακτης κεραμικής στα εγχώρια αγγεία. Η σύγκριση των ποικίλων κατηγοριών κεραμικής που προέρχονται από έναν ή περισσότερους οικισμούς, ανεξάρτητα από το αν κατασκευάζονταν ή εισάγονταν εκεί, προσφέρει και μια ασφαλή βάση για την παράλληλη εξέταση τεχνολογικών ζητημάτων. Οι κεραμικές μαρτυρίες μάς επιτρέπουν, επίσης, να προσεγγίσουμε και άλλα ευρύτερα φαινόμενα, όπως της βιοτεχνικής παραγωγής, της οικονομικής ανάπτυξης, της κοινωνικής οργάνωσης, καθώς και των τελετουργικών και ταφικών πρακτικών που παρατηρούνται στους οικισμούς της περιοχής κατά την αρχαϊκή περίοδο. Οι εισαγωγές αγγείων καθώς και οι μετακινήσεις κεραμέων από άλλες περιοχές επηρέασαν σε σημαντικό βαθμό την παραγωγή των τοπικών εργαστηρίων. Η καλή ποιότητα και η πολυμορφία των εγχώριων αγγείων φανερώνουν την ικανότητα των ντόπιων κεραμέων να ενσωματώνουν δημιουργικά στο έργο τους τόσο την προϋπάρχουσα παράδοση όσο και τις εξωτερικές επιρροές. Ως προς αυτό, είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι σχεδόν παντού, στους οικιστικούς χώρους, στα

13

ιερά και στα νεκροταφεία, τα εγχώρια σκεύη συνυπάρχουν με τα εισηγμένα σε μια διαλεκτική σχέση, καθώς η μία ομάδα συμπληρώνει την άλλη. Μόνο μέσα από τη συστηματική γνώση και μελέτη του πλούσιου αυτού υλικού μπορούν να εξεταστούν θέματα όπως π.χ. η ταξινόμηση των αγγείων που κατασκευάστηκαν στο Βόρειο Αιγαίο σε διάφορα κέντρα παραγωγής κατά την αρχαϊκή εποχή, η ερμηνεία των πολλαπλών χρήσεών τους, η διακίνηση και οι αλληλεπιδράσεις των κεραμικών προϊόντων από τη μια περιοχή στην άλλη. Στο τετραήμερο των εργασιών της συνάντησης συμμετείχαν δώδεκα αρχαιολόγοι από το εξωτερικό και 38 από την Ελλάδα (με ατομικές ή ομαδικές ανακοινώσεις). Για τη δημοσίευση των 39 μελετών στον παρόντα τόμο προτιμήθηκε η οργάνωσή τους κατά θέματα. Προηγούνται οι δύο διαλέξεις των καθηγητών J.J. Maffre και Μ. Τιβέριου, οι οποίοι έδωσαν τις κατευθυντήριες γραμμές στη σχετική έρευνα, και ακολουθούν οι μελέτες που αφορούν στην τοπική κεραμική, στην εισηγμένη κεραμική και στην κεραμική των ανασκαφικών συνόλων. Στο σύνολό τους οι εργασίες πραγματεύονται υλικό που προέρχεται από τα παράλια και την ενδοχώρα του βορειοελλαδικού χώρου (κυρίως από περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης) μαζί με τα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου (Θάσος, Σαμοθράκη, Λήμνος, Λέσβος) καθώς και από θέσεις στη νότια Βουλγαρία και την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (FYROM). Ένα μεγάλο μέρος της κεραμικής προέρχεται από ταφικά σύνολα, καθώς οι ανασκαφές των νεκροταφείων υπερτερούν έναντι αυτών των οικισμών ή των ιερών. Ιδιαίτερα σημαντική θέση κατέχει, ωστόσο, η πραγμάτευση των κεραμικών ευρημάτων από ορισμένους ανασκαμμένους οικισμούς και ιερά. Σε κάθε περίπτωση, η εξεταζόμενη κεραμική περιλαμβάνει εμπορικούς αμφορείς για τη μεταφορά ποικίλων προϊόντων, ακόσμητα χρηστικά σκεύη και διακοσμημένα αγγεία «πολυτελείας». Αξίζει να τονιστεί ότι σε πολλές περιπτώσεις πρόκειται για αδημοσίευτο υλικό, τόσο από πρόσφατες όσο και από παλιότερες ανασκαφικές έρευνες που έχουν διεξαχθεί σε διάφορες αρχαιολογικές θέσεις στο Βόρειο Αιγαίο. Το συνέδριο πραγματοποιήθηκε με τη στήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού και το προσωπικό ενδιαφέρον της Γενικής Γραμματέως Πολιτισμού κ. Λίνας Μενδώνη. Καθοριστική υπήρξε και η χορηγία της Επιτροπής Ερευνών του ΑΠΘ. Η Γενική Διευθύντρια Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς κ. Μαρία Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη συνέβαλε στην πραγματοποίησή του. Οι Διευθύντριες του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης και της 9ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, κ.κ. Πολυξένη Αδάμ-Βελένη και Δέσποινα Μακροπούλου, οι επίτιμες Διευθύντριες της ΙΣΤʹ και Λʹ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων κ.κ. Λίλιαν Αχειλαρά και Γεωργία Καραμήτρου-Μεντεσίδη, η τότε Διευθύντρια του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού κ. Σουζάννα Χούλια καθώς και το προσωπικό του Αρχαιολογικού Μουσείου και το Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης συνέβαλαν στην αρτιότερη διεξαγωγή του συνεδρίου. Το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, ο Πρύτανης κ. Ιωάννης Μυλόπουλος και η Αντιπρύτανης Έρευνας κ. Σοφία Κουίδου-Ανδρέου στήριξαν τη συνάντηση. Όλους τους ευχαριστούμε θερμά. Στη χρηματοδότηση του ΥΠΠΟΤ οφείλεται η έκδοση του παρόντα τόμου των Πρακτικών. Η έγκαιρη έκδοσή του, αποτέλεσμα της στενής και αρμονικής συνεργασίας του Α.Π.Θ., του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου και των συγγραφέων του τόμου δικαιώνει τις προσπάθειές μας και εκπληρώνει, νομίζουμε, τον στόχο του συνεδρίου. Μιχάλης Τιβέριος, Βασιλική Μισαηλίδου-Δεσποτίδου, Ελένη Μανακίδου, Άννα Αρβανιτάκη

14

Συντομογραφίες / Abbreviations Σε όλα τα κείμενα του τόμου έχουν υιοθετηθεί οι συντομογραφίες του American Journal of Archaeology (AJA) και του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου (Richtlinien für Publikationen des DAI, Αbkürzungslisten), ενώ χρησιμοποιούνται επιπλέον και οι εξής:

ΑΔ

Αρχαιολογικόν Δελτίον

ΑΕ

Αρχαιολογική Εφημερίς

ΑΕΜΘ

All texts of this volume have adopted the abbreviations of the American Journal of Archaeology (AJA) and of the German Archaeological Institute (Richtlinien für Publikationen des DAI, Abkürzungslisten); additionally the following have been used:

Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη, Θεσσαλονίκη 1987-2009.

ΑΕΜΘ 20 χρόνια

Π. Αδάμ-Βελένη – Κ. Τζαναβάρη (επιμ.), Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη 20 χρόνια. Επετειακός τόμος, Θεσσαλονίκη 2009.

Αιγαίο 2004

Ν.Χ. Σταμπολίδης – Α. Γιαννικουρή (επιμ.), Το Αιγαίο στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου. Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου, Ρόδος 1-4 Νοεμβρίου 2002, Αθήνα 2004.

Αμητός 1987

Σ. Δρούγου – Χρ. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη – Μ. Τιβέριος (επιμ.), Αμητός. Τιμητικός τόμος για τον καθηγητή Μανόλη Ανδρόνικο, Θεσσαλονίκη 1987.

Αρχαία Μακεδονία ΙΙΙ

Αρχαία Μακεδονία ΙΙΙ. Ανακοινώσεις κατά το Τρίτο Διεθνές Συμπόσιο, Θεσσαλονίκη, 21-25 Σεπτεμβρίου 1977, Θεσσαλονίκη 1983.

Αρχαία Μακεδονία IV

Αρχαία Μακεδονία IV. Ανακοινώσεις κατά το Τέταρτο Διεθνές Συμπόσιο, Θεσσαλονίκη, 21-25 Σεπτεμβρίου 1983, Θεσσαλονίκη 1986.

Αρχαία Μακεδονία V

Αρχαία Μακεδονία V. Ανακοινώσεις κατά το Πέμπτο Διεθνές Συμπόσιο, Θεσσαλονίκη, 10-15 Οκτωβρίου 1989, Στη μνήμη του Μανόλη Ανδρόνικου, Θεσσαλονίκη 1993.

Αρχαία Μακεδονία VI

Αρχαία Μακεδονία VI. Ανακοινώσεις κατά το Έκτο Διεθνές Συμπόσιο, Θεσσαλονίκη 15-19 Οκτωβρίου 1996, Στη μνήμη της Ιουλίας Βοκοτοπούλου, Θεσσαλονίκη 1999.

Αρχαία Μακεδονία VII

Αρχαία Μακεδονία VII. Η Μακεδονία από την Εποχή του Σιδήρου έως το θάνατο του Φιλίππου Β΄. Ανακοινώσεις κατά το Έβδομο Διεθνές Συμπόσιο, Θεσσαλονίκη, 14-18 Οκτωβρίου 2002, Θεσσαλονίκη 2007.

Θρεπτήρια 2012

Μ. Τιβέριος – Π. Νίγδελης – Π. Αδάμ-Βελένη (επιμ.), Θρεπτήρια. Μελέτες για την Αρχαία Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 2012.

Μνείας χάριν 1998

Μ. Λιλιμπάκη-Ακαμάτη – Κ. Τζαναβάρη (επιμ.), Μνείας χάριν. Τόμος στη μνήμη Μαίρης Σιγανίδου, Θεσσαλονίκη 1998.

Μνήμη Δ. Λαζαρίδη 1990

Χ. Κουκούλη-Χρυσανθάκη – O. Picard (επιμ.), Μνήμη Δ. Λαζαρίδη. Πόλις και χώρα στην αρχαία Μακεδονία και Θράκη. Πρακτικά Αρχαιολογικού Συνεδρίου, Καβάλα, 9-11 Μαΐου 1986, Θεσσαλονίκη 1990.

Μύρτος 2000

Π. Αδάμ-Βελένη (επιμ.), Μύρτος. Μνήμη Ιουλίας Βοκοτοπούλου, Θεσσαλονίκη 2000.

Σίνδος 1985

I. Βοκοτοπούλου – A. Δεσποίνη – B. Μισαηλίδου – M. Τιβέριος, Σίνδος. Κατάλογος της έκθεσης – Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, Αθήνα 1985.

Συντομογραφίες / Abbreviations

15

ABL

C.H.E. Haspels, Attic Black-Figured Lekythoi, Paris 1936.

ABV

J.D. Beazley, Attic Black-Figure Vase-Painters, Oxford 1956.

AEMTh

Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη, Thessaloniki 1987-2009.

AEMTh 20 chronia

P. Adam-Veleni – K. Tzanavari (eds.), Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και στη Θράκη 20 χρόνια. Επετειακός τόμος, Thessaloniki 2009.

Agora XII

B.A. Sparkes – L. Talcott, The Athenian Agora XII. Black and Plain Pottery of the 6th, 5th and 4th Centuries B.C., Princeton Ν.J. 1970.

Agora XXIII

M.B. Moore – M.Z. Pease-Philippides, The Athenian Agora XXIII. Attic Black-Figured Pottery, Princeton N.J. 1986.

Ancient Macedonia III

Ancient Macedonia III. Papers read at the Third International Symposium held in Thessaloniki, September 21-25, 1977, Thessaloniki 1983.

Ancient Macedonia IV

Ancient Macedonia IV. Papers read at the Fourth International Symposium held in Thessaloniki, September 21-25, 1983, Thessaloniki 1986.

Ancient Macedonia V

Ancient Macedonia V. Papers read at the Fifth International Symposium held in Thessaloniki, October 10-15, 1989, Thessaloniki 1993.

Ancient Macedonia VI

Ancient Macedonia VI. Papers read at the Sixth International Symposium held in Thessaloniki, October 15-19, 1996, Τhessaloniki 1999.

Ancient Macedonia VII

Ancient Macedonia VII. Macedonia from the Iron Age to the Death of Philipp II. Papers read at the Seventh International Symposium held in Thessaloniki, October, 14-18, 2002, Thessaloniki 2007.

ARV2 Paralipomena

J.D. Beazley, Paralipomena, Oxford 1971.

2

T.H. Carpenter – T. Mannack – M. Mendonça (eds.), Beazley Addenda. Additional References to ABV, ARV² and Paralipomena, Οxford 21989.

Corinth VII

D.A. Amyx – P. Lawrence, Corinth VII. Archaic Corinthian Pottery and the Anaploga Well, Princeton N.J. 1975.

Corinth VII/1

S. Weinberg, Corinth VII/1. The Geometric and Orientalizing Pottery, Princeton N.J. 1964.

Corinth VII/5

M. Risser, Corinth VII/5. Corinthian Conventionalizing Pottery, Princeton N.J. 2001.

Corinth ΧΙΙΙ

C.W. Blegen – H. Palmer – R.S. Young, Corinth XIII. The North Cemetery, Princeton N.J. 1964.

Corinth XV/3

A.N. Stillwell – J.L. Benson, Corinth XV/3. The Potter’s Quarter. The Pottery, Princeton N.J. 1984.

Kerameikos IX

U. Knigge, Kerameikos IX. Der Südhügel. Ergebnisse der Ausgrabungen, Berlin 1976.

Beazley Addenda

16

J.D. Beazley, Attic Red-Figure Vase-Painters, Oxford 21963.

Klazomenai, Teos and Abdera 2004

A. Moustaka – E. Skarlatidou – M.-C. Tzannes – Υ. Ersoy (eds.), Klazomenai, Teos and Abdera: Metropolis and Colony. Proceedings of the International Symposium, Abdera, 20-21 October 2001, Thessaloniki 2004.

Les céramiques de la Grèce de l’Est 1978

Les céramiques de la Grèce de l’Est et leur diffusion en Occident, Centre Jean Bérard, Institut Français de Naples, 6-9 Juillet 1976, Paris 1978.

Olynthos V

D.M. Robinson, Excavations at Olynthus V. Mosaics, Vases and Lamps of Olynthus found in 1928 and 1931, Baltimore 1933.

Olynthos XIII

D.M. Robinson, Excavations at Olynthus XIII. Vases found in 1934 and 1938, Baltimore 1950.

Συντομογραφίες / Abbreviations

Perachora II

H. Payne – T.J. Dunbabin (επιμ.), Perachora. The Sanctuaries of Hera Akraia and Limenia. Excavations of the British School of Archaeology at Athens, 1930-1933, II. Pottery, Ivories, Scarabs, and Other Objects from the Votive Deposit of Hera Limenia, Oxford 1962.

Samos VI/1

E. Walter-Karydi, Samos VI/1. Samische Gefässe des 6. Jahrhunderts v. Chr., Bonn 1973.

Tocra I

J. Boardman – J. Hayes, Excavations at Tocra 1963-1965. The Archaic Deposits I, BSA Suppl. 4, Oxford 1966.

Tocra II

J. Boardman – J. Hayes, Excavations at Tocra 1963-1965. The Archaic Deposits II and Later Deposits, BSA Suppl. 10, Oxford 1973.

Άλλες συντομογραφίες

Other abbreviations

αδημ. αδημοσίευτη

c.

century-centuries

αι.

αιώνας

ca.

circa

αρ.

αριθμός-αριθμοί

cf.

confer

διάμ.

διάμετρος

cm

centimeters

διδ.

διδακτορική

diss.

dissertation

εκ.

εκατοστά

ed.

editor

εικ.

εικόνα-εικόνες

eds.

editors

επιμ.

επιμέλεια

et al.

et alii

Ζ.

Ζωγράφος

fig.

figure

κ.ά.

και άλλοι

figs.

figures

κ.ε.

και εξής

i.e.

id est

κεφ.

κεφάλαιο

inv.

inventory

μ.

μέτρο-μέτρα

l.c.

loco citato

μετάφρ. μετάφραση

m

meter-meters

ό.π.

όπως παραπάνω

mm

πίνακας-πίνακες

2

millimeters

mm

square millimeters

πρβλ. παράβαλε

n.

note

σελ.

σελίδα-σελίδες

no.

number

σημ.

(υπο)σημείωση

nos.

numbers

στιχ.

στίχος-στίχοι

pl.

plate

σχ.

σχέδιο-σχέδια

pls.

plates

σωζ.

σωζόμενος

unpubl. unpublished

τμ.

τετραγωνικά μέτρα

viz.

videlicet

ύψ.

ύψος

vs

versus

φωτ.

φωτογραφία

χλστ.

χιλιοστά

πίν.

Συντομογραφίες / Abbreviations

17

νεκροταφείο

Χάρτης με τις θέσεις που αναφέρονται στον τόμο.

19

Λακωνική κεραμική στο Βόρειο Αιγαίο Δρ. Μαρία Πιπιλή Κέντρον Ερεύνης της Αρχαιότητος της Ακαδημίας Αθηνών [email protected]

Η

ύπαρξη πυκνών εμπορικών συναλλαγών μεταξύ του Βόρειου Αιγαίου και των σημαντικών κέντρων της νησιωτικής και ηπειρωτικής Ελλάδας κατά την αρχαϊκή εποχή μαρτυρείται κατά τον καλύτερο τρόπο από την άφθονη και συχνά εξαιρετικά ποιοτική εισηγμένη κεραμική που έχει έρθει στο φως σε πολλές θέσεις του βορειοελλαδικού χώρου. Η κεραμική αυτή είναι κυρίως κορινθιακή και αττική, όπως είναι αναμενόμενο, αλλά και εργαστηρίων της Ανατολικής Ελλάδας, με την οποία πολλές παράλιες πόλεις της Μακεδονίας και της Θράκης είχαν στενές σχέσεις στα αρχαϊκά χρόνια. Από τα άλλα γνωστά κεραμικά εργαστήρια της εποχής, το λακωνικό, που θα μας απασχολήσει εδώ, αντιπροσωπεύεται αρκετά σε ορισμένες θέσεις του Βόρειου Αιγαίου (κυρίως στην Καβάλα και τη Θάσο), επιβεβαιώνοντας το γεγονός ότι η λακωνική κεραμική παραγωγή, αν και μικρή σε ποσότητα, είχε ευρεία διάδοση σε όλη τη Μεσόγειο1.

Λακωνική μελανόμορφη κεραμική Κύριοι τόποι εύρεσης των λακωνικών μελανόμορφων αγγείων είναι η Σάμος2 (και γενικότερα η νότια Ιωνία, Ευχαριστώ θερμά την προϊσταμένη της ΙΗʹ ΕΠΚΑ κα Μαρία Νικολαΐδου-Πατέρα για την άδεια να μελετήσω λακωνική κεραμική στα Αρχαιολογικά Μουσεία Καβάλας και Θάσου και να απεικονίσω εδώ μερικά όστρακα από το ιερό της Παρθένου. Τα λακωνικά αγγεία της Θάσου πρόκειται να δημοσιευθούν από την κα Anne Tichit, η οποία γενναιόδωρα μου επέτρεψε να αναφερθώ εδώ σε ορισμένα από αυτά και να τα απεικονίσω. Την ευχαριστώ ολόψυχα γι’ αυτό και για πολλές άλλες εξυπηρετήσεις, όπως και τον καθηγητή κ. J.-J. Maffre για την πολύτιμη βοήθειά του και τη φιλοξενία του στη Θάσο. Τέλος, ευχαριστώ τον καθηγητή κ. Μ. Τιβέριο για χρήσιμες συζητήσεις και για την παραχώρηση φωτογραφιών από την πανεπιστημιακή ανασκαφή στο Καραμπουρνάκι. 1. Για το εμπόριο και τη διάδοση της λακωνικής κεραμικής, βλ. Nafissi 1989. Τιβέριος 1989α, 46-48. Nafissi 1991, 236-276. Pipili 2006. 2. Για τους δεσμούς Σπάρτης και Σάμου, όπως μαρτυρούνται κυρίως από τα πολλά λακωνικά αγγεία που βρέθηκαν στο Ηραίο της Σάμου, βλ. Cartledge 1982. Nafissi 1989, 73-74. Stibbe 1997, 41-47. Αρκετά λακωνικά

όπως φάνηκε από τις πρόσφατες ανασκαφές στη Μίλητο3) και η Ετρουρία. Επίσης, περιοχές με τις οποίες η Σπάρτη είχε στενούς δεσμούς, όπως ο Τάρας4, η μόνη αποικία της στη Δύση, η Κυρήνη5, με την ίδρυση της οποίας συνδέεται σύμφωνα με μία παράδοση, και η Ολυμπία6, που ήταν σχετικά κοντά στη Σπάρτη και με την οποία είχε ιστορικά στενούς δεσμούς. Όπως, όμως, προαναφέρθηκε, λακωνικά αγγεία έχουν βρεθεί σε μικρές ποσότητες σε πολλές θέσεις της Μεσογείου, από την Ισπανία έως την Κύπρο και από τη Μαύρη Θάλασσα έως την Αφρική. Το κύριο εξαγόμενο σχήμα της λακωνικής μελανόμορφης παραγωγής (το 80% περίπου των αγγείων που φέρουν παραστάσεις) είναι κύλικες με ψηλό πόδι και χείλος και λεπτά τοιχώματα, οι οποίες φέρουν κατά κανόνα παράσταση στο εσωτερικό τους7. Υπάρχει και ένας δεύτερος τύπος αρχαϊκής λακωνικής κύλικας, η κύλικα τύπου Droop, που είναι βαρύτερη – με παχύτεαγγεία βρέθηκαν και σε αποθέτη ιερού Άρτεμης έξω από τα τείχη της Σάμου, βλ. Pipili 2001. 3. Τα λακωνικά αγγεία της Μιλήτου προέρχονται κυρίως από το ιερό της Αφροδίτης στο Zeytintepe και δευτερευόντως από τον οικισμό στο Kalabaktepe. Η δημοσίευσή τους ετοιμάζεται από τον Gerald Schaus. Για μία επιλεκτική προκαταρκτική παρουσίαση, βλ. Pfisterer-Haas 1999, 265, 267-269, εικ. 10-13. 4. Pelagatti 1955-1956. Αρκετή λακωνική κεραμική βρέθηκε και σε ιερό τοπικής νύμφης στο γειτονικό Σατύριον (σημερινό Saturo), ίσως την πρώτη εγκατάσταση των Λακώνων στον κόλπο του Τάραντα. Βλ. Pelagatti – Stibbe 2002. 5. Το κυριότερο σύνολο προέρχεται από το ιερό της Δήμητρας και της Κόρης έξω από τα τείχη της Κυρήνης. Βλ. Schaus 1985, 15-48. Αρκετά λακωνικά αγγεία βρέθηκαν και σε ιερό των ίδιων θεοτήτων στην Ταύχειρα (σημερινή Tocra), δυτικότερα στη λιβυκή ακτή. Βλ. Tocra I, 81-97. 6. Kunze-Götte 2000. 7. Γνωρίζουμε περίπου 570 τέτοιες κύλικες, που χρονολογούνται στο βʹ και γʹ τέταρτο του 6ου αι. π.Χ. Η βασική συνολική μελέτη της λακωνικής μελανόμορφης κεραμικής, με ιδιαίτερη έμφαση στις υψίποδες κύλικες, οφείλεται στον Stibbe 1972, όπου και η πλήρης παλαιότερη βιβλιογραφία. Βλ. και το πρόσφατο συμπλήρωμα Stibbe 2004.

197

ρα τοιχώματα και με πόδι μετρίου ύψους8. Λίγες μόνο τέτοιες κύλικες (γύρω στις 35) φέρουν παράσταση στο εσωτερικό. Οι περισσότερες είναι μελαμβαφείς εσωτερικά, με πλούσια φυτική και άλλη διακόσμηση εξωτερικά. Να σημειώσουμε εδώ ότι οι δύο τύποι κύλικας είχαν διαφορετική διάδοση. Οι κύλικες τύπου Droop δεν είναι καθόλου συχνές στη νότια Ιωνία και την Ετρουρία, τους κύριους αποδέκτες της λακωνικής μελανόμορφης κεραμικής, αλλά είναι συχνές στην κυρίως Ελλάδα (έχουμε πολλές π.χ. από την Ολυμπία και μερικές άλλες από την Περαχώρα και τη Βοιωτία), τον Τάραντα, την Κυρήνη, και την ίδια τη Σπάρτη, όπου σημειωτέον η κύλικα με το ψηλό πόδι, το πιο πετυχημένο προϊόν των Λακώνων κεραμέων, δεν ήταν ποτέ δημοφιλής. α. Νεάπολις (Καβάλα)

Τα πρώτα μελανόμορφα λακωνικά αγγεία στο Βόρειο Αιγαίο που έγιναν γνωστά είναι αυτά που βρέθηκαν από τον Γεώργιο Μπακαλάκη στην Καβάλα (την αρχαία Νεάπολη), στη θέση του ιερού της τοπικής θεάς Παρθένου, κατά τα έτη 1937-38. Προέρχονται από δύο λατρευτικές πυρές, τα κατάλοιπα των οποίων αποκαλύφθηκαν τυχαία κατά τη διάνοιξη τάφρου υδραγωγών σωλήνων9. Η δημοσίευσή τους από τον ανασκαφέα μαζί με την υπόλοιπη κεραμική του χώρου έγινε με υποδειγματικό τρόπο σε πολύ σύντομο διάστημα10, γεγονός εξαιρετικά ευτυχές, καθώς λίγα μόλις χρόνια αργότερα, κατά τη γερμανο-βουλγαρική κατοχή της Καβάλας, το μουσείο λεηλατήθηκε και πολλές αρχαιότητες, μεταξύ αυτών και τα περισσότερα όστρακα από το ιερό της Παρθένου, εξαφανίσθηκαν. Στον χώρο επανήλθε τα έτη 1960-64 ο Δημήτριος Λαζαρίδης, οι έρευνες του οποίου έδωσαν και πάλι άφθονη αρχαϊκή κεραμική, ανάμεσά της και λακωνική11. Τα πρωιμότερα λακωνικά αγγεία από το ιερό της Παρθένου είναι θραύσματα κυλίκων του βʹ τετάρτου του 6ου αι. π.Χ., έργα των δύο κύριων Λακώνων αγγειογράφων της εποχής εκείνης, του Ζ. των Βορεάδων και του Ζ. της Ναύκρατης. Από τον Ζ. των Βορεάδων έχουμε μικρά θραύσματα από τρεις κύλικες που μπο8. Για τις λακωνικές κύλικες τύπου Droop, βλ. Stibbe 1972, 39-43 (Formgruppe X) και Stibbe 1994, 75-80 (Subgroups Ge-Gg). Για τη σχέση τους με τις ομώνυμες αττικές κύλικες και για το ποιο από τα δύο εργαστήρια τις εισήγαγε πρώτο, βλ. Pipili 2009. Για την αποφυγή σύγχυσης ο Stibbe πρότεινε τον όρο «δωρική κύλικα» για τη λακωνική κύλικα τύπου Droop (Stibbe 1972, 142, σημ. 3. Stibbe 1994, 75). 9. Μπακαλάκης 1937. Οι έρευνες συνεχίσθηκαν το επόμενο έτος δυτικότερα των πυρών. Βλ. Μπακαλάκης 1938α. 10. Μπακαλάκης 1938β (για τα λακωνικά αγγεία, βλ. σελ. 120-127). 11. Λαζαρίδης 1960. Λαζαρίδης 1961-1962 (όστρακα λακωνικών κυλίκων απεικονίζονται στον πίν. 282β). Λαζαρίδης 1963. Λαζαρίδης 1964.

198

ρούν να χρονολογηθούν γύρω στα 575-570 π.Χ.12, ενώ στον Ζ. της Ναύκρατης έχει αποδοθεί ένα πολύ μικρό τμήμα χείλους κύλικας που φέρει διχτυωτό κόσμημα καρπών ροδιάς13. Από τον ίδιο ζωγράφο ίσως είναι μία ακόμη κύλικα, που φέρει στεφάνι μυρτιάς στο χείλος και έχει ακόσμητη τη ζώνη των λαβών (εκτός από τα συνηθισμένα στη λακωνική αγγειογραφία οριζόντια ανθέμια πλάι στις λαβές). Το χείλος και η ζώνη των λαβών δεν φέρουν το συνηθισμένο λευκωπό επίχρισμα, το οποίο καλύπτει μόνο το κατώτερο μέρος του σώματος14. Αν και αυτό είναι συνήθως χαρακτηριστικό κυλίκων μετά το 550 π.Χ., υπάρχουν μερικές κύλικες του Ζ. της Ναύκρατης των ετών 565-550 π.Χ. στις οποίες επίσης παραλείπεται το λευκό επίχρισμα, όπως συμβαίνει με την κύλικα της Καβάλας15. Τέλος, από το ιερό της Παρθένου έχουμε και ένα θραύσμα από τον ώμο μελανόμορφου κρατήρα, προφανώς ελικωτού, ίσως έργου του Ζ. της Ναύκρατης16, που φέρει το συνηθισμένο γλωσσωτό κόσμημα με δύο μαύρες γλώσσες και μία κόκκινη εναλλάξ. 12. Προέρχονται από τις ανασκαφές Λαζαρίδη και βρίσκονται στις αποθήκες του Αρχαιολογικού Μουσείου Καβάλας. Έχει απεικονισθεί μόνο ένα όστρακο (αρ. ευρ. 1052), με παράσταση κωμαστών στο εσωτερικό (Λαζαρίδης 1961-1962, πίν. 282β, στο μέσο της επάνω σειράς) και την τυπική για τον Ζ. των Βορεάδων διακόσμηση του εξωτερικού με λεπτές γραμμές, κόκκινη ταινία, ζώνη με γλώσσες εναλλάξ κόκκινες και μαύρες και ζώνη με ρόδια. Από την παράσταση του εσωτερικού των άλλων δύο κυλίκων υπάρχουν ελάχιστα υπολείμματα. Στον Ζ. των Βορεάδων ή στο μαθητή του, τον Ζ. του Αρκεσίλα, μπορεί να αποδοθεί και ένα όστρακο των ανασκαφών Μπακαλάκη (Μπακαλάκης 1938β, 120-122, αρ. 85, εικ. 9,6 και 10,6). 13. Λαζαρίδης 1961-1962, πίν. 282β (επάνω δεξιά). Stibbe 1972, 272, αρ. 51 (Ζ. της Ναύκρατης). Το όστρακο είναι εκτεθειμένο στο Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας. Για άλλες κύλικες του Ζ. της Ναύκρατης με το ίδιο κόσμημα στο εξωτερικό του χείλους, βλ. Stibbe 1972, αρ. 20 (χρονολογείται στα 565-560 π.Χ.) και αρ. 58, πίν. 26,3. Πρβλ. και Stibbe 1972, αρ. 57, πίν. 26,2, με το διχτυωτό κόσμημα όχι στο χείλος αλλά στη ζώνη των λαβών. 14. Αρ. ευρ. Α 1051 (εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας). Κάτω από τη ζώνη των λαβών εναλλάσσονται ταινίες (μαύρη και κόκκινη) και λεπτές μαύρες γραμμές, και ακολουθεί ζώνη με ακτινωτό κόσμημα. Παρόμοια εξωτερική διακόσμηση –και την ίδια φαρδιά μαύρη ταινία στην άκρη του χείλους πάνω από στεφάνι μυρτιάς– έχουν οι κύλικες του Ζ. της Ναύκρατης, βλ. Stibbe 1972, αρ. 32, πίν. 17,2-3, και αρ. 33, πίν. 18,1. Αντίθετα με την κύλικα της Καβάλας, όμως, οι κύλικες αυτές φέρουν λευκό επίχρισμα στο χείλος και τη ζώνη των λαβών. Αξίζει να σημειωθεί εδώ πως στην κύλικα Stibbe 1972, αρ. 33, το επίχρισμα παραλείπεται στο εσωτερικό. 15. Η πρωιμότερη κύλικα του Ζ. της Ναύκρατης δεν φέρει λευκό επίχρισμα στο εξωτερικό του χείλους. Βλ. Stibbe 1972, αρ. 1, πίν. 1,1-3. Ομοίως και η κύλικα Stibbe 1972, αρ. 10, πίν. 5,4. Χωρίς λευκό επίχρισμα στο εξωτερικό του χείλους και τη ζώνη των λαβών, όπως και στην κύλικα της Καβάλας, είναι τα αγγεία Stibbe 1972, αρ. 22, πίν. 11,4 και αρ. 23, πίν. 12,1 (επίσης, Stibbe 1972, αρ. 25β, πίν. 13,2, όπου, όμως, δεν σώζεται το χείλος). Χωρίς λευκό επίχρισμα στο εσωτερικό μετάλλιο είναι τα αγγεία Stibbe 1972, αρ. 13, πίν. 6,1 και αρ. 33. 16. Εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας. Για τους ελικωτούς λακωνικούς κρατήρες, βλ. Stibbe 1989, 23-28. Για τέτοια αγγεία από το χέρι του Ζ. της Ναύκρατης, βλ. Stibbe 1972, 76-79.

Μαρία Πιπιλή

Εικ. 2. Όστρακο λακωνικής κύλικας από το ιερό της Παρθένου, Νεάπολις (Καβάλα). Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας (φωτ. της συγγραφέως).

Εικ. 1. Λακωνική κύλικα από το ιερό της Παρθένου, Νεάπολις (Καβάλα). Κάποτε στο Μουσείο Καβάλας (Μπακαλάκης 1938β, 123, εικ. 11).

Τα περισσότερα, όμως, λακωνικά αγγεία από το ιερό της Παρθένου – θραύσματα κυλίκων με ψηλό πόδι αλλά και κυλίκων τύπου Droop – ανήκουν στο γʹ τέταρτο του 6ου αι. π.Χ. και προέρχονται από το εργαστήριο του Ζ. του Κυνηγιού, του σημαντικότερου Λάκωνα αγγειογράφου της περιόδου. Από τις κύλικες του τύπου με ψηλό πόδι η πιο ενδιαφέρουσα λόγω της παράστασης στο εσωτερικό της είναι εκείνη που απεικονίζει τον Ηρακλή που φέρει στους ώμους του τον Ερυμάνθιο Κάπρο, με τον Ευρυσθέα να έχει βρει καταφύγιο μέσα σε ένα πιθάρι (εικ. 1)17. Μοναδικός είναι ο γκροτέσκος τρόπος απόδοσης του προσώπου του τρομαγμένου βασιλιά – με χοντρή και γαμψή μύτη, ρυτίδες κάτω από τα μάτια και μισάνοικτο στόμα. Η παντελής έλλειψη του συνήθους λευκωπού επιχρίσματος, καθώς και η απόδοση των ανθεμίων δίπλα στις λαβές χωρίς εγχάραξη, είναι χαρακτηριστικά κυλίκων μετά το 550 π.Χ. Υπάρχουν, όμως, ορισμένα στοιχεία, τόσο στυλιστικά όσο και διακοσμητικά, που παραπέμπουν σε πρωιμότερη φάση του Ζ. του Κυνηγιού, στα χρόνια 560-550 π.Χ.18. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με το κάπως αβέβαιο και πρόχειρο σχέδιο, οδήγησε 17. Μπακαλάκης 1938β, 123-127, αρ. 91, εικ. 11-12. Shefton 1954, 307, αρ. 18 (Ζ. του Κυνηγιού). Stibbe 1972, 137, 283, αρ. 261 (τεχνοτροπία του Ζ. του Κυνηγιού). 18. Για τα πρώιμα αυτά στοιχεία, βλ. Stibbe 1972, 137, σημ. 4.

στην υπόθεση ότι δεν έχουμε εδώ ένα έργο του ίδιου του Ζ. του Κυνηγιού αλλά μία αντιγραφή έργου του από κάποιο μιμητή, πιθανόν στα χρόνια 545-540 π.Χ.19. Σε κάθε περίπτωση, έχουμε εδώ την πρωιμότερη απεικόνιση αυτής της σκηνής σε αγγείο, καθώς το θέμα εμφανίζεται στην αττική αγγειογραφία μετά το 540 π.Χ.20. Μερικές άλλες κύλικες από το ιερό της Παρθένου φαίνεται πως είναι από το ίδιο το χέρι του Ζ. του Κυνηγιού. Ένα όστρακο των χρόνων γύρω στα 550 π.Χ. σώζει μέρος από το απότμημα, το πεδίο δηλαδή κάτω από την κύρια παράσταση του εσωτερικού μεταλλίου, που έφερε σύνθεση δύο αντωπών πετεινών με ανθέμιο ανάμεσά τους21. Σε ένα άλλο όστρακο της ίδιας περιόδου έχουμε το κεφάλι ενός οπλίτη και δεξιά του, σε μεγαλύτερη κλίμακα, τον αγκώνα ενός λυγισμένου χεριού από παράσταση που είναι δύσκολο να αναγνωρισθεί (εικ. 2)22. Τέλος, εικονογραφικό ενδιαφέρον έχει ένα μικρό όστρακο στο οποίο διακρίνουμε ένα τριχωτό πόδι δεμένο με σχοινί, προφανώς τον Σειληνό που οδηγείται δέσμιος από τους φρουρούς του Μίδα (εικ. 3)23. Ο μύθος (τόσο 19. Stibbe, ό.π. (σημ. 18). 20. Για την παράσταση της κύλικας από την Καβάλα και την απεικόνιση του μύθου στην αρχαϊκή τέχνη γενικότερα, βλ. Pipili 1987, 3-4. LIMC V (1990) λ. Herakles 43-48 (W. Felten). 21. Λαζαρίδης 1961-1962, πίν. 282β (κάτω αριστερά). Stibbe 1972, 148, 283, αρ. 255 (ίσως Ζ. του Κυνηγιού). Για παρόμοια σύνθεση στο απότμημα, βλ. Stibbe 1972, αρ. 212, πίν. 70,1. Χωρίς το ανθέμιο στο κέντρο, Stibbe 1972, αρ. 217, πίν. 72,1 και αρ. 218, πίν. 74,1. 22. Λαζαρίδης 1961-1962, πίν. 282β [κάτω δεξιά (να στραφεί δεξιά κατά 90ο)]. Stibbe 1972, 146, 282, αρ. 239 (Ζ. του Κυνηγιού). Το όστρακο εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας. Η στάση του οπλίτη, ελαφρά σκυμμένου μπροστά, μπορεί να παραβληθεί με αυτή των ανδρών που εξοπλίζονται σε μια σύγχρονη κύλικα του Ζ. του Κυνηγιού μέχρι πρόσφατα στη Νέα Υόρκη (Metropolitan Museum of Art L.1981.5). Βλ. Stibbe 2004, 62, 167-168, αρ. 6 [128], πίν. 32,1. Η κύλικα επιστράφηκε στην Ιταλία μαζί με άλλες αρχαιότητες το 2007. 23. Λαζαρίδης 1961-1962, πίν. 282β (μέσο). Stibbe 2004, 69, αρ. 21 [143] (Ζ. του Κυνηγιού). Pipili 1987, 39, 114, αρ. 99. Το όστρακο εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας.

Λακωνική κεραμική στο Βόρειο Αιγαίο

199

Εικ. 4. Λακωνική κύλικα Droop από το ιερό της Παρθένου, Νεάπολις (Καβάλα). Κάποτε στο Μουσείο Καβάλας (Μπακαλάκης 1938β, 123, εικ. 9,1).

Εικ. 3. Όστρακο λακωνικής κύλικας από το ιερό της Παρθένου, Νεάπολις (Καβάλα). Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας (φωτ. της συγγραφέως).

η σύλληψη του Σειληνού, όσο και η μεταφορά του στον Μίδα) απεικονίζεται σε αρκετές λακωνικές κύλικες 24, κάτι που εξηγείται ίσως από τη στενή σχέση της Σπάρτης με τον κόσμο της Ανατολικής Ελλάδας στα αρχαϊκά χρόνια. Όπως βλέπουμε, λοιπόν, το ιερό της Παρθένου δεχόταν καλές λακωνικές κύλικες, διακοσμημένες συχνά με μυθολογικές παραστάσεις. Τέλος, υπάρχουν και μερικά πολύ μικρά όστρακα με ελάχιστα υπολείμματα διακόσμησης, τα οποία, όμως, αποδίδονται με σχετική ασφάλεια στον Ζ. του Κυνηγιού ή το εργαστήριό του. Σε ένα σώζεται μόνο το ανθέμιο από τη ζώνη των λαβών25, σε άλλο, το γλωσσωτό κόσμημα από το εσωτερικό ή εξωτερικό του χείλους26, και σε ένα τρίτο, στεφάνι μυρτιάς από το εξωτερικό του χείλους και ίσως υπολείμματα του οριζόντιου ανθεμίου της ζώνης των λαβών27. 24. Pipili 1987, 38-39. Να προστεθεί μία κύλικα, κάποτε σε ιδιωτική συλλογή στη Νέα Υόρκη και σήμερα στο Michael C. Carlos Museum της Atlanta. Βλ. Stibbe 2004, 58-59, 164-166, αρ. 1 [123], πίν. 24. Έχουμε και εδώ, όπως και στην κύλικα της Καβάλας, το δεμένο πόδι του Σειληνού, το οποίο, όμως, δεν είναι ανθρώπινο, όπως πάντοτε στα λακωνικά έργα, αλλά οπλή ζώου, όπως στην αττική και ιωνική τέχνη. 25. Μπακαλάκης 1938β, 121-123, αρ. 88, εικ. 9,3 και 10,3. Stibbe 1972, 283, αρ. 259 (πιθανόν Ζ. του Κυνηγιού). 26. Λαζαρίδης 1961-1962, πίν. 282β (μέσο δεξιά). Το όστρακο εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας. Ο τύπος αυτού του κοσμήματος, με τις κεραίες που χωρίζουν τις γλώσσες να καταλήγουν σε στιγμές, φαίνεται πως εισήχθη από το Ζ. του Κυνηγιού στη δεκαετία 550-540 π.Χ. Βλ. σχετικά, Stibbe 1972, 141. Pipili 2001, 32. 27. Το όστρακο εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας. Έχει λευκό επίχρισμα παντού, που παραπέμπει στα χρόνια πριν ή γύρω στα 550 π.Χ. Η έλλειψη μίσχων στα φύλλα είναι συχνή σε μεταγενέστερα έργα, απαντά, όμως, ήδη σε κύλικα του Ζ. του Κυνηγιού περί το 550 π.Χ. (Stibbe 1972, αρ. 235, πίν. 83,4). Πολύ όμοιο με το δικό μας είναι ένα θραύσμα από τη Ναύκρατη στο Βρετανικό Μουσείο (Stibbe 1972, αρ. 253, πίν. 87,1), που έχει αποδοθεί με πιθανότητα στον Ζ. του Κυνηγιού. Όπως και στο όστρακο της Καβάλας, υπάρχει παντού λευκό επίχρισμα, φαρδιά μαύρη ταινία στην άκρη του χείλους και στεφάνι με φύλλα μυρτιάς χωρίς μίσχους που περικλείεται από καστανές οριζόντιες γραμμές.

200

Εικ. 5. Λακωνική κύλικα Droop από το ιερό της Παρθένου, Νεάπολις (Καβάλα). Κάποτε στο Μουσείο Καβάλας (Μπακαλάκης 1938β, 123, εικ. 9,2).

Εκτός, όμως, από θραύσματα των τυπικών λακωνικών κυλίκων με ψηλό πόδι, στο ιερό της Παρθένου βρέθηκαν, όπως προαναφέραμε, και αρκετά θραύσματα λακωνικών κυλίκων τύπου Droop. Δύο, που δημοσιεύθηκαν από τον Γεώργιο Μπακαλάκη (εικ. 4-5), φέρουν κλαδί μυρτιάς στη ζώνη των λαβών28, ένα πολύ συνηθισμένο κόσμημα των κυλίκων αυτού του τύπου, που απαντά και στην πρωιμότερη πλήρη λακωνική κύλικα Droop, έργο του Ζ. του Κυνηγιού των χρόνων γύρω στα 550 π.Χ. ή λίγο αργότερα29. Η ύπαρξη οριζόντιων ανθεμίων που φέρουν εγχάραξη δίπλα στις λαβές των δύο κυλίκων της Καβάλας, η χρήση λευκού επιχρίσματος στη ζώνη των λαβών30 καθώς και οι λεπτές ακτίνες στο κάτω τμήμα 28. (α) (εδώ εικ. 4) Μπακαλάκης 1938β, 121-122, αρ. 87, εικ. 9,1 και 10,1. Shefton 1954, 308 (πρβλ. Ζ. του Κυνηγιού). Stibbe 1972, 283, αρ. 260 (πιθανόν Ζ. του Κυνηγιού). Stibbe 1994, 200-201. (β) (εδώ εικ. 5) Μπακαλάκης 1938β, 120-121, αρ. 86, εικ. 9,2 και 10,2. Shefton 1954, 308, αρ. 7 (πιθανόν Ζ. του Κυνηγιού). Stibbe 1972, 283, αρ. 258 (πιθανόν Ζ. του Κυνηγιού). 29. Οξφόρδη 1935.192. Stibbe 1972, αρ. 135, πίν. 83,4. Τα οριζόντια ανθέμια παραλείπονται στις περισσότερες ύστερες κύλικες αυτού του τύπου. Βλ. παραδείγματα από την Ολυμπία (Kunze-Götte 2000, αρ. 70 και 72, πίν. 31) και τον Τάραντα (Pelagatti 1955-1956, 39, εικ. 38). Άλλο συχνό κόσμημα της ζώνης λαβών των λακωνικών κυλίκων Droop είναι ο πλοχμός από άνθη λωτού και το κλαδί κισσού. 30. Η μία κύλικα (εδώ εικ. 4) σώζει και το χείλος, που δεν είχε λευκό επίχρισμα.

Μαρία Πιπιλή

Εικ. 6. Λακωνική κύλικα Droop από το ιερό της Παρθένου, Νεάπολις (Καβάλα). Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας (Λαζαρίδης 1961-1962, πίν. 282β).

του σώματος της μίας κύλικας που το διασώζει (εικ. 5)31, είναι όλα στοιχεία των σχετικά πρώιμων κυλίκων Droop του Ζ. του Κυνηγιού και του εργαστηρίου του, των ετών 550-540 π.Χ.32. Και στις δύο κύλικες της Καβάλας τα φύλλα μυρτιάς είναι πολύ προσεκτικά ζωγραφισμένα, με απόδοση των μίσχων τους, όπως συνήθως (όχι όμως πάντα) στις πρώιμες κύλικες33. Η κύλικα, που σώζει το κάτω τμήμα του σώματος, έφερε εσωτερική διακόσμηση (σώζεται ένα πτηνό και στα αριστερά τμήμα μεγάλου ανθεμίου). Ένα τρίτο θραύσμα κύλικας τύπου Droop των ανασκαφών Μπακαλάκη είναι μοναδικό, καθώς φέρει διακόσμηση μηνίσκων στη ζώνη των λαβών34. Μηνίσκοι κοσμούν το κάτω τμήμα του σώματος πολλών κυλίκων Droop αλλά ποτέ, από όσο γνωρίζουμε, τη ζώνη των λαβών. Ως προς το κόσμημα των μηνίσκων καθεαυτό, έχει θεωρηθεί δάνειο από την τέχνη της Ανατολικής Ελλάδας και η εμφάνισή του στη λακωνική κεραμική έχει τοποθετηθεί στα χρόνια γύρω στα 530 π.Χ.35. Σύμφωνα με άλλη άποψη, εντούτοις, οι μηνίσκοι υιοθετούνται νωρίτερα από τους Λάκωνες αγγειογράφους, ήδη στις αρχές του γʹ τετάρτου του 6ου αι. π.Χ.36. 31. Άλλες κύλικες Droop έχουν ζώνη με μηνίσκους ή με ζώα στο κάτω μέρος του σώματος. 32. Για μία πολύ όμοια κύλικα από την Κυρήνη, που έχει αποδοθεί στον Ζ. του Κυνηγιού και έχει χρονολογηθεί στα 550-540 π.Χ., βλ. Schaus 1985, 40-41, αρ. 214, πίν. 12. 33. Έχει ενδιαφέρον το ότι η πρωιμότερη κύλικα Droop, αυτή της Οξφόρδης (βλ. παραπάνω σημ. 29) έχει φύλλα χωρίς μίσχους. Από την άλλη μεριά, ορισμένες πολύ ύστερες κύλικες τύπου Droop, όπως η κύλικα του Τάραντα (Pelagatti 1955-1956, 42, εικ. 41), που χρονολογείται γύρω στα 520 π.Χ., έχουν φύλλα μυρτιάς με μίσχους. Επομένως, η ύπαρξη ή μη μίσχων που ενώνουν τα φύλλα με το κλαδί της μυρτιάς έχει σχετική μόνο χρονολογική αξία. 34. Μπακαλάκης 1938β, 121-123, αρ. 4, εικ. 9,4 και 10,4. Το όστρακο έχει λευκό επίχρισμα στη ζώνη των λαβών αλλά όχι στο χείλος, όπως φαίνεται από το λίγο που έχει σωθεί. 35. Stibbe 1972, 191. 36. Kunze-Götte 2000, 43, 93-95, αναφορικά με τα αγγεία αρ. 29, πίν. 12 και αρ. 65, πίν. 30.

Οι ανασκαφές Λαζαρίδη έδωσαν μερικά ακόμη όστρακα λακωνικών κυλίκων Droop. Ένα από αυτά μοιάζει με τα προαναφερθέντα ως προς τη χρήση λευκού επιχρίσματος στη ζώνη των λαβών, η οποία όμως κοσμείται με μία μόνο σειρά φύλλων, που έχουν τη μύτη τους στραμμένη προς τα κάτω37. Τα άλλα προέρχονται από δύο πολύ όμοιες κύλικες που έχουν στο σωζόμενο κάτω μέρος του σώματος επάλληλες λεπτές γραμμές και ταινίες (εναλλάξ μαύρες και κόκκινες) και ανάμεσά τους δύο ζώνες με τετρασκελές σιγμοειδές μοτίβο πάνω σε λευκωπό επίχρισμα (εικ. 6)38. Οι κύλικες αυτές είναι μοναδικές ως προς τη διακόσμηση. Πλησιέστερες προς αυτές είναι μερικές κύλικες από το Σατύριον, την Περαχώρα, την Αίγινα και την Ολυμπία, οι οποίες, όμως, κάτω από τη ζώνη με το τετρασκελές Σ έχουν ζώνη με μηνίσκους39. Οι κύλικες αυτές έχουν θεωρηθεί έργα του 530 π.Χ. περίπου, δημιουργίες ενός εργαστηρίου που έχει τις καταβολές του στον Ζ. της Ναύκρατης40. β. Θάσος

Το άλλο σημαντικό σύνολο λακωνικής μελανόμορφης κεραμικής στον βορειοελλαδικό χώρο προέρχεται από τη Θάσο, ήδη από τον 7ο αι. π.Χ. ένα μεγάλο οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο του Βόρειου Αιγαίου. Το υλικό, το οποίο, όπως και εκείνο του ιερού της Παρθένου, σώζεται πολύ αποσπασματικά, προέρχεται από την πόλη της Θάσου – σχεδόν στο σύνολό του από το Αρτεμίσιο, με μία-δύο κύλικες μόνον από το ιερό του Ηρακλή. Τα λακωνικά αγγεία της Θάσου είναι πολύ κοντά χρονολογικά με αυτά της Καβάλας – δηλαδή, έχουμε λίγα αγγεία του βʹ τετάρτου του 6ου αι. π.Χ. και τα περισσότερα από το γʹ τέταρτο, με έντονη και εδώ την παρουσία του εργαστηρίου του Ζ. του Κυνηγιού. Ενδιαφέρον παρουσιάζει μία κύλικα του λεγόμενου λακωνικού ΙΙ ρυθμού, ο οποίος διαρκεί από το 610 έως 37. Το όστρακο φυλάσσεται στις αποθήκες του Αρχαιολογικού Μουσείου Καβάλας. Δεν σώζεται το χείλος, το εσωτερικό είναι όλο μελαμβαφές, και εξωτερικά το κάτω μέρος του σώματος φέρει μαύρη και κόκκινη ταινία, λεπτές μαύρες γραμμές και ζώνη με ακτίνες πιο κάτω. Πολύ όμοια είναι μία κύλικα από τον Τάραντα, των χρόνων γύρω στα 550-540 π.Χ. Βλ. Pelagatti 1955-1956, 27, εικ. 24. 38. (α) Αρ. ευρ. Α 1053 (εδώ εικ. 6): Λαζαρίδης 1961-1962, πίν. 282β (πάνω αριστερά). Εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας. (β) Φυλάσσεται στις αποθήκες του Αρχαιολογικού Μουσείου Καβάλας (αδημοσίευτο). Το εσωτερικό είναι μελαμβαφές, χωρίς καμία διακόσμηση. 39. Stibbe 1994, 193-194, G50 (Σατύριον), G51 (Αίγινα), G52 (Περαχώρα). Kunze-Götte 2000, 97-100, αρ. 68, 69, 73, πίν. 31-32 (Ολυμπία). Στην ίδια ομάδα ανήκει και μία κύλικα από τον Τάραντα (Stibbe 1994, 194, G53. Pelagatti 1955-1956, 39, εικ. 38) με τρισκελές, όμως, Σ στη ζώνη κάτω από τις λαβές. 40. Stibbe 1994, 78. Η Erika Kunze-Götte (βλ. παραπάνω σημ. 39) υποστηρίζει μία πιο πρώιμη χρονολόγηση (στις αρχές του γʹ τετάρτου του 6ου αι. π.Χ.) για δύο από τις κύλικες της Ολυμπίας. Κατά την ίδια οι μηνίσκοι στα λακωνικά αγγεία δεν είναι αναγκαστικά κόσμημα των ετών μετά το 530 π.Χ. αλλά αρκετά πρωιμότερο (βλ. παραπάνω σημ. 36).

Λακωνική κεραμική στο Βόρειο Αιγαίο

201

Εικ. 7. Όστρακο άποδης κύλικας του λακωνικού ΙΙ ρυθμού από το Αρτεμίσιο Θάσου. Αρχαιολογικό Μουσείο Θάσου (© G. Naessens [Halma – Ipel – UMR 8164]).

Εικ. 8. Λακωνική κύλικα Droop από το Ηράκλειο Θάσου. Αρχαιολογικό Μουσείο Θάσου (Des Courtils – Pariente 1985, πίν. 120α).

το 575 π.Χ., μέχρι δηλαδή την επικράτηση του πλήρους λακωνικού μελανόμορφου ρυθμού (εικ. 7). Είναι μικρή, με χαμηλή δακτυλιόσχημη βάση και με χείλος που κοσμείται με το τυπικό λακωνικό κόσμημα του ρυθμού αυτού – μία σειρά μαύρων τετραγώνων ανάμεσα σε δύο σειρές στιγμών41. Κύλικες αυτού του τύπου έχουν βρεθεί κυρίως στη Σπάρτη και σε περιοχές που είχαν συγγενικούς δεσμούς με αυτήν, όπως ο Τάρας και η Κυρηναϊκή42. Η παρουσία μιας τέτοιας κύλικας στο Βόρειο Αιγαίο, όπου, επιπλέον, δεν έχουμε κανένα άλλο δείγμα του λακωνικού ΙΙ ρυθμού, ίσως να οφείλεται σε τυχαία μεταφορά από κάποιο ταξιδιώτη, και να μην υποδηλώνει συστηματική εισαγωγή λακωνικών αγγείων στην περιοχή ήδη από το αʹ τέταρτο του 6ου αι. π.Χ. Στη δεκαετία 560-550 π.Χ. ανήκει μία αξιοπρόσεκτη κύλικα από το ιερό του Ηρακλή (εικ. 8)43. Εντάσσεται σε μία ενδιαφέρουσα ομάδα λακωνικών κυλίκων πρώιμου τύπου Droop από το εργαστήριο του Ζ. της Ναύκρατης, που φέρουν μόνο δευτερεύουσα διακόσμηση – πλοχμό από άνθη λωτού ανάμεσα σε οριζόντια ανθέμια στη ζώνη των λαβών και μακριές ακτίνες πάνω από το πόδι44.

Ένα δείγμα από την Κόρινθο, πολύ όμοιο με αυτό της Θάσου, έχει βοηθήσει αφενός στη χρονολόγηση αυτών των κυλίκων, καθώς τοποθετείται από συνευρήματα στο βʹ τέταρτο του 6ου αι. π.Χ., και αφετέρου στην απόδοσή τους στο εργαστήριο του Ζ. της Ναύκρατης, καθώς φέρει κάτω από τη λαβή ένα κόσμημα (άνθος λωτού πάνω σε έλικες) που θεωρείται έμβλημα του εργαστηρίου αυτού45. Οι κύλικες αυτές εμφανίζουν τον Ζ. της Ναύκρατης ως εκείνον ο οποίος εισήγαγε τον τύπο της κύλικας Droop στη λακωνική κεραμική46. Τα πολλά αγγεία από το Αρτεμίσιο ανήκουν, όπως αναφέραμε, στο γʹ τέταρτο του 6ου αι. π.Χ. και προέρχονται ως επί το πλείστον από το κύριο λακωνικό εργαστήριο της εποχής, αυτό του Ζ. του Κυνηγιού. Από το χέρι του ίδιου του ζωγράφου πιθανόν να προέρχεται μία κύλικα διακοσμημένη εσωτερικά με ζώα τοποθετημένα περιμετρικά στο μετάλλιο (διακρίνουμε έναν πετεινό και μία Σφίγγα)47, όπως και σε άλλα έργα του Ζ. του Κυνηγιού48. Τα ανθέμια χωρίς εγχάραξη δίπλα στις λαβές τοποθετούν την κύλικα στα χρόνια μετά το 550 π.Χ., στη δεκαετία 550-540 π.Χ. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν αρκετά όστρακα που προέρχονται από κύλικες του προχωρημένου γʹ τετάρτου του 6ου αι. π.Χ., οι οποίες, όμως, εμφανίζουν χαρακτηριστικά πρωιμότερων κυλίκων, όπως είναι η διακόσμηση του χείλους μέσα και έξω (εικ. 9-10), η συστηματική χρήση λευκού επιχρίσματος, η προσθήκη ζώνης με εικονιστική παράσταση γύρω από το μετάλλιο (εικ. 11), ή στο κάτω μέρος του εξωτερικού της κύλι-

41. Για τις άποδες κύλικες του λακωνικού ΙΙ ρυθμού, βλ. Stibbe 1972, 15, 18, εικ. 1 (Formgruppe Ι): 610-575 π.Χ. Stibbe 1994, 58-59 (Group Β): εδώ με χρονολόγηση 630-580 π.Χ. Σύγχρονές τους, με λίγο μεγαλύτερη διάρκεια (έως το 570 π.Χ.), είναι οι κύλικες με κωνικό πόδι, που φέρουν συχνά παράσταση υδρόβιων πτηνών στο εξωτερικό τους. Βλ. Stibbe 1972, 18-19 (Formgruppe II). Stibbe 1994, 59-64 (Group C). 42. Βλ. τον κατάλογο στον Stibbe 1994, 159-162, B1-36. Να προστεθεί ένα δείγμα από την Κυρήνη (Schaus 1985, 17, αρ. 48, πίν. 4) και ένα άλλο από την Κατάνη της Σικελίας [Pelagatti 1990, 164, αρ. 60bis,a-b (ίσως δύο κύλικες)]. Οι κύλικες με κωνικό πόδι, αντιθέτως (βλ. παραπάνω σημ. 41), είναι οι πρώτες λακωνικές κύλικες με ευρεία διάδοση τόσο στην Ανατολική Ελλάδα όσο και στη Δύση (για δείγματα από την Ετρουρία και τη Σικελία, βλ. Boitani 1990, 24-25, 65, σημ. 27 και Pelagatti 1990, 126-128). 43. Des Courtils – Pariente 1985, πίν. 120α. Des Courtils – Pariente 1986, 805, εικ. 21. Stibbe 1994, 193, G47. 44. Η κύλικα της Θάσου κάτω από τη ζώνη των λαβών έχει ταινία με σειρά στιγμών. Οι ακτίνες στο κάτω μέρος του σώματος είναι εναλλάξ μακρύτερες και κοντύτερες.

202

45. Κόρινθος C-1950-93: Stibbe 1972, 83, αρ. 100. Stibbe 1994, 192, G42. Pipili 2009, 140, εικ. 14.4. 46. Για το ζήτημα, βλ. διεξοδικά Pipili 2009, 139-140. 47. Maffre – Salviat 1978, 827, εικ. 33. Stibbe 2004, 72, 223, αρ. 48 [170] (τεχνοτροπία του Ζ. του Κυνηγιού). 48. Πρβλ. π.χ. τις κύλικες Stibbe 1972, αρ. 231, πίν. 80,5. Stibbe 2004, αρ. 14 [136], πίν. 41,1 και αρ. 15 [137], πίν. 42,1 (κατά τη γνώμη μου μόνο η τελευταία μπορεί να αποδοθεί στον ίδιο τον Ζ. του Κυνηγιού).

Μαρία Πιπιλή

Εικ. 9. Όστρακο λακωνικής κύλικας (εξωτερικό χείλους) από το Αρτεμίσιο Θάσου. Αρχαιολογικό Μουσείο Θάσου (© G. Naessens [Halma – Ipel – UMR 8164]).

Εικ. 10. Εσωτερικό χείλους της κύλικας της εικ. 9 (© G. Naessens [Halma – Ipel – UMR 8164]).

Εικ. 11. Όστρακο λακωνικής κύλικας από το Αρτεμίσιο Θάσου. Αρχαιολογικό Μουσείο Θάσου (© G. Naessens [Halma – Ipel – UMR 8164]).

Εικ. 12. Όστρακο λακωνικής άποδης κύλικας από το Αρτεμίσιο Θάσου. Αρχαιολογικό Μουσείο Θάσου (© G. Naessens [Halma – Ipel – UMR 8164]).

κας, κάτω από τη ζώνη των λαβών. Τέτοιες κύλικες, ως επί το πλείστον μικρογραφικές, μας είναι γνωστές από ένα άλλο Αρτεμίσιο, αυτό της Σάμου49, θεωρούνται δε έργα μιας ομάδας καλών αγγειογράφων, που φαίνεται πως εργάζονταν κοντά στον Ζ. του Κυνηγιού, ικανότατο μικρογράφο στην ύστερη περίοδο της δημιουργίας του50. Η αντίθεση ανάμεσα στο ερυθρωπό επίχρισμα του μεταλλίου και το λευκό βάθος της ζώνης που το περιβάλλει σε μία κύλικα της Θάσου (εικ. 11) θυμίζει πολύ έναν κάλυκα της ομάδας των μικροκαλλιτεχνών από το Αρτεμίσιο της Σάμου, έργο των ετών γύρω στα 530 π.Χ.51. Το ότι οι κύλικες αυτές της Θάσου φθάνουν μέχρι τα τέλη του γʹ τετάρτου του 6ου αι. π.Χ. πιστοποιείται και από τα θραύσματα μιας κύλικας που έφερε στο εξωτερικό του χείλους κλαδί κισσού (εικ. 9), ένα κόσμημα που εμφανίζεται στα λακωνικά αγγεία –ιδίως στη ζώνη των λαβών κυλίκων τύπου Droop– μετά το 530 π.Χ., δάνειο από την τέχνη της Ανατολικής Ελλά-

δας52. Η κύλικα της Θάσου, η οποία δεν είναι τύπου Droop, είναι η μόνη γνωστή λακωνική κύλικα με κισσό στο χείλος 53. Δυστυχώς το υλικό από το Αρτεμίσιο της Θάσου είναι πολύ αποσπασματικό (περισσότερο και από αυτό της Καβάλας), και είναι εξαιρετικά δύσκολο να αναγνωρισθούν παραστάσεις ή χέρια καλλιτεχνών στις περισσότερες των περιπτώσεων. Από τη Θάσο έχουμε, επίσης, αρκετά δείγματα μιας κατηγορίας μικρών άποδων λακωνικών κυλίκων, μελαμβαφών εκτός από τη ζώνη των λαβών, η οποία φέρει μία ή δύο σειρές φύλλων. Ο μίσχος λείπει και τα φύλλα αποδίδονται συχνά βιαστικά σαν σταγόνες, και στα πιο πρόχειρα έργα σαν στιγμές. Πολύ συχνά υπάρχουν κόκκινες ταινίες πάνω και κάτω από τη ζώνη με τα φύλλα, πάνω στο μαύρο βερνίκι (εικ. 12). Στο Βόρειο Αιγαίο, εκτός από τη Θάσο, τέτοιες κύλικες έχουν βρεθεί στην Καβάλα54,

49. Pipili 2001, 29-42, αρ. 9-12, εικ. 11, 13, 14, 16. 50. Βλ. σχετικά Pipili 2001, 98. 51. Pipili 2001, 66-71, αρ. 36, εικ. 49-51. Η ίδια χρωματική αντίθεση παρατηρείται και στο εξωτερικό της κύλικας της Θάσου, όπου η ζώνη των λαβών φέρει λευκό επίχρισμα, ενώ το τμήμα κάτω από αυτήν είναι ερυθρωπό.

52. Για το κόσμημα αυτό στη λακωνική κεραμική, όπου εμφανίζεται είτε ως απλό κλαδί κισσού είτε ως δύο κλαδιά που περιπλέκονται, βλ. Stibbe 1972, 144-145. Stibbe 1994, 79. 53. Ένα ακόμα ασυνήθιστο στοιχείο είναι η παρουσία τσαμπιών (προφανώς πολύ σχηματοποιημένων καρπών κισσού) ανάμεσα στα φύλλα. Καρποί κισσού (με τη μορφή, όμως, τσαμπιών με ξεχωριστές ρόγες και όχι συμπαγείς, όπως στην κύλικα της Θάσου) εμφανίζονται π.χ. στις καιρετανές υδρίες. 54. Μπακαλάκης 1938β, 111, εικ. 4, όπου χαρακτηρίζονται ιωνικές.

Λακωνική κεραμική στο Βόρειο Αιγαίο

203

και έχουμε και ένα όστρακο από αρχαϊκό ιερό στη Σάνη, στη βορειοδυτική ακτή της Παλλήνης Χαλκιδικής55. Οι κύλικες αυτές θεωρούνται γενικά λακωνικές, μία απόδοση που νομίζω δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από τη στιγμή που ο Conrad Stibbe, ο κύριος μελετητής της ακόσμητης λακωνικής κεραμικής, έφερε στο φως μία σειρά από τέτοιες κύλικες στις αποθήκες του Αρχαιολογικού Μουσείου Σπάρτης προερχόμενες από πολλά μέρη της Λακωνίας – από την πόλη της Σπάρτης, το ιερό της Άρτεμης Ορθίας, τις Αμύκλες, το ιερό του Απόλλωνα στο Φοινίκι56. Ιδιαίτερα πολλά παραδείγματα έχουμε από περιοχές που έχουν δώσει αρκετή λακωνική κεραμική, όπως η Ολυμπία, η Αίγινα, η Περαχώρα, η Ταύχειρα, η Κυρήνη, η Σικελία57. Η δημοφιλία αυτών των ταπεινών κυλίκων, που χρονολογούνται συνήθως στο γʹ τέταρτο του 6ου αι. π.Χ., συνετέλεσε στο να έχουμε πολλές τοπικές μιμήσεις, που διακρίνονται από το είδος του πηλού και του υαλώματος, το προφίλ τους και τις ακανόνιστες στιγμές, που είναι μία παραφθορά των φύλλων των λακωνικών κυλίκων. Στη Θάσο, το εργαστήριο αγγειοπλαστικής που αποκαλύφθηκε στη θέση Φαρί58, στα νοτιοδυτικά του νησιού, φαίνεται πως παρήγαγε τοπικές μιμήσεις με τα φύλλα να αποδίδονται ως στιγμές, το χείλος πιο όρθιο και ψηλό και το κάτω μέρος στενότερο59. Τέτοιες κύλικες έχουν βρεθεί σε πολλά μέρη του βορειοελλαδικού χώρου60. Ο αναμφισβήτητος ιωνικός χαρακτήρας τους, καθώς και το γεγονός ότι η Θάσος ήταν αποικία της Πάρου και είχε στενές σχέσεις με τη μητρόπολή της, οδήγησε στην υπόθεση ότι ο αρχικός τόπος παραγωγής ή τουλάχιστον η έμπνευση αυτών των κυλίκων πρέπει να

55. Το ιερό εντοπίστηκε κατά τη διάρκεια σωστικών ανασκαφών στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και υπήρξε και πάλι αντικείμενο ανασκαφικής έρευνας τα έτη 1987-1988. Βλ. σχετικά Βοκοτοπούλου 1993. Το όστρακο, το οποίο φέρει εγχάρακτη επιγραφή στο κορινθιακό αλφάβητο ΤΑΣ ΠΥΘ[–––], χαρακτηρίστηκε ως πιθανόν λακωνικό από την ανασκαφέα και χρονολογήθηκε στο γʹ τέταρτο του 6ου αι. π.Χ. Βλ. Βοκοτοπούλου 1993, 190, αρ. 6, εικ. 15β. 56. Βλ. π.χ. Stibbe 1994, εικ. 234-236 (Ε15-17), 239-240 (Ε21-22), 242-243 (Ε24-25). 57. Ολυμπία: Stibbe 1994, 176-177, E18, E23, E27. Αίγινα: Williams 1993, 573-575, Β1-6, εικ. 4. Περαχώρα: Perachora II, 382, αρ. 4097-4100, πίν. 157, 159 (B.B. Shefton). Ταύχειρα: Tocra I, 94, αρ. 1008-1111, πίν. 68. Tocra II, 40-41, αρ. 2117-2122, εικ. 17, πίν. 21. Κυρήνη: Schaus 1985, 44-45, αρ. 240-242, πίν. 14. Σικελία: Pelagatti 1990, 173, αρ. 140, εικ. 152-153. 209, αρ. 452-453, εικ. 235. 213, αρ. 509, εικ. 246. 58. Για το εργαστήριο αυτό, βλ. Περιστέρη κ.ά. 1985. Blondé – Perreault – Péristéri 1992. 59. Blondé – Perreault – Péristéri 1992, 28-31, εικ. 14-15 (αρ. 14-15). 60. Έχουν βρεθεί π.χ. στην πόλη της Θάσου, την απέναντι από τη Θάσο ακτή (Οισύμη, Ηιών), την Αμφίπολη, τη Δίκαια Φαναρίου. Βλ. Blondé – Perreault – Péristéri 1992, 28, σημ. 23. Για δείγματα από την Άργιλο, βλ. Perreault – Βonias 2006, 53, πίν. Χ,1, και από τη Ζώνη, βλ. Χ. Παρδαλίδου στον παρόντα τόμο. Τέτοιες κύλικες έχουν βρεθεί και στη σημερινή Βουλγαρία (Tiverios 2011, 324, σημ. 15) και σε μεγάλο αριθμό στη Μαύρη Θάλασσα (Perreault 1999).

204

αναζητηθεί στην Πάρο61. Όμως, από την Πάρο έχουμε μόνο δύο τέτοια δείγματα, τα οποία σημειωτέον έχουν δημοσιευθεί ως λακωνικά62, και από τη Δήλο, όπου τα παριανά αγγεία είναι συχνά, δεν έχουμε τέτοια κεραμική63. Μοιάζει, επομένως, πιο πιθανό το να ήταν οι ευρέως διαδεδομένες και, όπως φαίνεται, ιδιαίτερα δημοφιλείς στη Θάσο λακωνικές άποδες κύλικες με φυτική διακόσμηση το πρότυπο των κεραμέων στο Φαρί της Θάσου ή και όπου αλλού στο Βόρειο Αιγαίο κατασκευάζονταν οι χαμηλές κύλικες με στιγμές στη ζώνη των λαβών64. γ. Σάνη (Παλλήνη Χαλκιδικής)

Από τη Σάνη στην Παλλήνη της Χαλκιδικής, όπου βρέθηκε το ενεπίγραφο λακωνικό όστρακο άποδης κύλικας με σειρά φύλλων στη ζώνη των λαβών, που αναφέραμε πιο πάνω, προέρχεται και ένα άλλο λακωνικό όστρακο, που φυλάσσεται στο Μουσείο Εκμαγείων του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης65. Πρόκειται για θραύσμα από τη ζώνη των λαβών κύλικας τύπου Droop, η οποία έφερε διακόσμηση πλοχμού πιθανόν από άνθη λωτού πάνω στο τυπικό λευκό επίχρισμα. Το εσωτερικό πρέπει να ήταν όλο μελαμβαφές, χωρίς καμία διακόσμηση. δ. Λέσβος

Από τη Λέσβο, το σημαντικό αιολικό νησί, γνωρίζουμε δύο κρατήρες, όπως φαίνεται μελανόμορφους ελικωτούς. Στην Άντισσα βρέθηκε θραύσμα από πόδι κρατήρα με γλωσσωτό κόσμημα66, ενώ στην ακρόπολη Μυτιλήνης ένα όστρακο με κόσμημα διπλών ακτίνων, προφανώς από το κάτω τμήμα σώματος μελανόμορφου ελικωτού κρατήρα του βʹ τετάρτου του 6ου αι. π.Χ., μάλλον από τον Ζ. της Ναύκρατης67. Οι λακωνικοί μελανόμορφοι κρατήρες που γνωρίζουμε δεν είναι πολλοί. Έχουν βρεθεί κυρίως στο Ηραίο της Σάμου και την Ετρουρία, και ήταν πιθανόν ειδικές παραγγελίες για τις πλούσιες ντόπιες αριστοκρατίες. Η Μυτιλήνη, η μεγαλύτερη από τις αιολικές πόλεις, είχε μία ισχυρή ολιγαρχία στον 6ο αι. π.Χ. και ίσως να υπήρχε κι εκεί ζήτηση για ακριβά αγγεία αυτού του τύπου. 61. Τιβέριος 1989β, 619-620. Tiverios 2011, 321-324. Η Ghali-Kahil (1960, 58, αρ. 31) μιλάει για τοπική μίμηση ιωνικής κύλικας. 62. Bikakis 1985, 77-79, αρ. 79-80, εικ. 5, πίν. 9. 63. Για ένα σπάνιο δείγμα, το οποίο δεν αποκλείεται να προέρχεται από την ίδια τη Θάσο, βλ. Dugas 1928, 191, αρ. 664, πίν. 55. 64. Εξάλλου, δεν ήταν μόνο κυκλαδικές οι επιρροές των κεραμέων στο Φαρί, όπως στην περίπτωση των κυλίκων με υπογεωμετρική διακόσμηση. Όπως έχει διαπιστωθεί, υπάρχουν αντιγραφές αττικών αλλά και μικρασιατικών σχημάτων και διακόσμησης (J. Perreault – Κ. Περιστέρη –­F. Blondé στον παρόντα τόμο), επομένως γιατί όχι και λακωνικών. 65. Το όστρακο αναγνωρίσθηκε ως λακωνικό και δημοσιεύθηκε από τον Μ. Τιβέριο: Τιβέριος 1989α, 44-49, εικ. 4. Βλ. επίσης Stibbe 1994, 201. 66. Lamb 1931-1932, 59. 67. Schaus 1992, 368, αρ. 49, πίν. 82.

Μαρία Πιπιλή

Εικ. 13. Τμήμα λακωνικού μελαμβαφούς κρατήρα από το Καραμπουρνάκι (φωτ. αρχείου πανεπιστημιακής ανασκαφής).

Εικ. 14. Τμήμα χείλους λακωνικού κρατήρα από το Καραμπουρνάκι (φωτ. αρχείου πανεπιστημιακής ανασκαφής).

Λακωνική μελαμβαφής κεραμική Η άλλη μεγάλη κατηγορία λακωνικών αγγείων, τα μελαμβαφή, επίσης αντιπροσωπεύονται στο Βόρειο Αιγαίο68. Στο Καραμπουρνάκι, τον πολύ σημαντικό οικισμό στον μυχό του Θερμαϊκού κόλπου με το δραστήριο, όπως φαίνεται, εμπορικό λιμάνι, βρέθηκαν θραύσματα μελαμβαφών λακωνικών κρατήρων με την ιδιότυπη λαβή (ένα ημικυκλικό πιάσιμο στον ώμο που συνδέεται με το χείλος με μία ταινία) (εικ. 13)69. Οι κρατήρες αυτού του τύπου ήταν, μαζί με τις μελανόμορφες κύλικες, τα δύο πιο πετυχημένα προϊόντα του λακωνικού κεραμικού εργαστηρίου, με μεγάλη διάδοση σε όλη τη Μεσόγειο. Οι περισσότεροι είναι ολόμαυροι, έχουν την ακμή τους στο βʹ και γʹ τέταρτο του 6ου αι. π.Χ. και συνεχίζουν να παράγονται μέχρι τις αρχές του 5ου αι. π.Χ.70. Αρκετοί μελαμβαφείς κρατήρες, τόσο ελικωτοί όσο και αυτοί με την ιδιότυπη λαβή, φέρουν στο χείλος γραμμικό κόσμημα πάνω σε λευκό επίχρισμα71, και από την κατηγορία αυτή υπάρχει, επίσης, δείγμα από το Καραμπουρνάκι, ένα μικρό θραύσμα με διακοπτόμενο μαίανδρο ανάμε-

68. Για τη μελαμβαφή λακωνική κεραμική, βλ. Stibbe 1989. Stibbe 1994. Stibbe 2000. 69. Βλ. Τιβέριος – Μανακίδου – Τσιαφάκη 2003, 341, σημ. 29 και 342, εικ. 13. Για τους λακωνικούς κρατήρες γενικά, βλ. Stibbe 1989 (πρβλ. και τη μεταγενέστερη μελέτη Williams 1993 για ένα καλό σύνολο από το ιερό της Αφαίας στην Αίγινα). Οι μελαμβαφείς λακωνικοί κρατήρες με την ιδιότυπη λαβή, γνωστοί κυρίως με τον αγγλικό όρο «stirrup kraters», ονομάζονται και «χαλκιδικού τύπου» ή, λανθασμένα, και κιονωτοί. Όπως έχει σωστά παρατηρηθεί, είναι περισσότερο μία απλή μορφή ελικωτών κρατήρων, εφόσον η ταινία που συνδέει το χείλος με το πιάσιμο στον ώμο εύκολα μετατρέπεται σε έλικα που καλύπτεται με ρόδακες ή γοργόνεια. Για το πρόβλημα του ποιος τύπος λακωνικού κρατήρα, ο ελικωτός ή αυτός με τις ιδιότυπες λαβές (stirrup krater), ήταν ο διάσημος στην αρχαιότητα «κρατήρ λακωνικός», βλ. Stibbe 1989, 17-18. 70. Stibbe 1989, 37-43. 71. Stibbe 1989, 33-37. Να σημειωθεί ότι τέτοια διακόσμηση χείλους έχουν και οι λίγοι λακωνικοί μελανόμορφοι κρατήρες, οι οποίοι είναι πάντοτε ελικωτοί.

σα σε οριζόντιες σειρές στιγμών72 (εικ. 14). Ανάλογο θραύσμα από χείλος λακωνικού κρατήρα (εδώ με σιγμοειδές μοτίβο ανάμεσα σε σειρές στιγμών) έχουμε από τη Θάσο73. Μελαμβαφείς λακωνικοί κρατήρες αναφέρονται και στην Άργιλο, το Ποσείδι της Χαλκιδικής και τη Θέρμη74. Τέλος, από το νεκροταφείο της Ακάνθου έχουμε λακωνικό εμπορικό αμφορέα που χρησίμευσε για εγχυτρισμό (εικ. 15)75. Ανήκει σε μία κατηγορία –με άβαφο λαιμό και ώμο– που χρονολογείται στο βʹ μισό του 6ου αι. π.Χ.76. Από πού προέρχονταν οι έμποροι που μετέφεραν στο Βόρειο Αιγαίο τη λακωνική κεραμική; Στο ερώτημα αυτό είναι δύσκολο να δοθεί απάντηση, καθώς ήταν πολλές οι πόλεις που δραστηριοποιούνταν εμπορικά στον χώρο αυτό κατά την αρχαϊκή εποχή, κυρίως από την Ανατολική Ελλάδα. Από την άλλη μεριά, έχει μερικές φορές υποστηριχθεί ότι στην περίπτωση των μικρών εργαστηρίων, όπως το λακωνικό, είναι πιθανό τα αγγεία να με72. Για το μοτίβο αυτό, βλ. Stibbe 1989, 35-36, 130 (τύπος 2). Οφείλω στον καθηγητή κ. Μ. Τιβέριο τη γνώση αυτού του θραύσματος και την άδεια απεικόνισής του. 73. Ίσως του βʹ τετάρτου του 6ου αι. π.Χ. Για το μοτίβο, βλ. Stibbe 1989, 34-35, 131 (τύπος 21). Ευχαριστώ τον καθηγητή κ. J.-J. Maffre, που μου έκανε γνωστό αυτό το εύρημα. Προέρχεται από τομέα κατοίκησης της πόλης της Θάσου (ανασκαφές 1967 στο οικόπεδο Αποστολίδη). O B.B. Shefton (στο Perachora II, 384-385, σημ. 3) αναφέρει μελαμβαφείς κρατήρες από τη Θάσο χωρίς, όμως, περισσότερα στοιχεία. 74. Άργιλος: Perreault – Bonias 2006, 53. Ποσείδι: Σ. Μοσχονησιώτη στον παρόντα τόμο. Θέρμη: Ε. Σκαρλατίδου κ.ά. στον παρόντα τόμο. 75. Τρακοσοπούλου-Σαλακίδου 1999, 1203, 1213, εικ. 8. Tiverios 2008, 59, εικ. 23. Στην Άκανθο έχουν βρεθεί και άλλοι λακωνικοί αμφορείς (πληροφορία Κ. Φίλη). Επίσης, ο P. Dupont αναφέρει πρώιμους λακωνικούς αμφορείς από τα Άβδηρα. Οι λακωνικοί εμπορικοί αμφορείς αναγνωρίσθηκαν ως λακωνικοί και μελετήθηκαν για πρώτη φορά από την P. Pelagatti (Pelagatti 1990, 130-138). Βλ. και Stibbe 2000, 70-72. Για παραδείγματα από την Ετρουρία, βλ. Boitani 1990, 56-59. 76. Τύπος 2 της Pelagatti (βλ. παραπάνω σημ. 75).

Λακωνική κεραμική στο Βόρειο Αιγαίο

205

Εικ. 15. Λακωνικός εμπορικός αμφορέας από την Άκανθο (Τρακοσοπούλου-Σαλακίδου 1999, 1213 εικ. 8).

ταφέρονταν από τους ίδιους τους κατασκευαστές τους, άποψη που δεν φαίνεται πολύ πειστική. Αυτό που αξίζει να επισημανθεί είναι πως μετά τα μέσα του 6ου αι. π.Χ. στην Καβάλα εμφανίζονται αρκετές λακωνικές κύλικες τύπου Droop, όπως αυτές που συναντάμε στον Τάραντα, την Κυρήνη, την Ολυμπία, την Αίγινα και την Περαχώρα, δηλαδή περιοχές αφενός με συγγενικούς δεσμούς με τη Σπάρτη και αφετέρου σχετικά κοντά σε αυτήν. Η δημοφιλία του σχήματος στο Βόρειο Αιγαίο, προαναγγέλλεται από την παρουσία στη Θάσο ήδη από το βʹ τέταρτο του 6ου αι. π.Χ. μιας πρόδρομης μορφής λακωνικής κύλικας Droop. Κατά τα άλλα, στα μελανόμορφα σύνολα της Θάσου και της Καβάλας αναγνωρίζονται με καλά έργα όλοι σχεδόν οι κύριοι Λάκωνες αγγειογράφοι του βʹ και γʹ τετάρτου του 6ου αι. π.Χ. Η συνεχής παρουσία του λακωνικού κεραμικού εργαστηρίου στις δύο περιοχές επί 40 και πλέον χρόνια, δείχνει ότι δεν έχουμε εδώ μία τυχαία σποραδική επιλογή αγγείων από τους εμπόρους σε κάποια στάση τους στις ακτές της Λακωνίας, αλλά μία συνειδητή, συστηματική, μακροχρόνια μεταφορά σε δύο σημαντικά ιερά του Βορείου Αιγαίου καλών λακωνικών κυλίκων, προϊόντων ενός μικρού μεν τοπικού εργαστηρίου, που, όπως φαίνεται, όμως, είχε κατακτήσει για ένα διάστημα πολλές κοντινές και μακρινές αγορές.

Βιβλιογραφία Βοκοτοπούλου 1993: Ι. Βοκοτοπούλου, «Αρχαϊκό ιερό στη Σάνη Χαλκιδικής», στο Αρχαία Μακεδονία V, 179-236. Λαζαρίδης 1960: Δ. Λαζαρίδης, ΑΔ 16, 219-220. Λαζαρίδης 1961-1962: Δ. Λαζαρίδης, ΑΔ 17, Χρονικά Β, 235238. Λαζαρίδης 1963: Δ. Λαζαρίδης, ΑΔ 18, Χρονικά Β2, 257. Λαζαρίδης 1964: Δ. Λαζαρίδης, ΑΔ 19, Χρονικά Β3, 370-371. Μπακαλάκης 1937: Γ. Μπακαλάκης, «Ἀνασκαφὴ ἐν Καβάλᾳ καὶ Καλαμίτσᾳ», ΠΑΕ, 59-64. Μπακαλάκης 1938α: Γ. Μπακαλάκης, «Ἀνασκαφὴ ἐν Καβάλᾳ καὶ τοῖς πέριξ», ΠΑΕ, 75-81. Μπακαλάκης 1938β: Γ. Μπακαλάκης, «Ἐκ τοῦ ἱεροῦ τῆς Παρθένου ἐν Nεαπόλει (Kαβάλᾳ)», AE, 120-127. Περιστέρη κ.ά. 1985: Κ. Περιστέρη – F. Blondé – J.-Y. Perreault – M. Brunet, «Θάσος 1985. Πρώτη ανασκαφική έρευνα σ’ ένα εργαστήρι αγγειοπλαστικής στη θέση «Φαρί» Σκάλας Μαριών», ΑΑΑ 18, 29-38. Τιβέριος 1989α: Μ. Τιβέριος, «Όστρακα από τη Σάνη της Παλλήνης. Παρατηρήσεις στο εμπόριο των ελληνικών αγγείων και στον αποικισμό της Χαλκιδικής», Εγνατία 1, 31-64.

206

Τιβέριος 1989β: Μ. Τιβέριος, «Από τη νησιωτική κεραμική παραγωγή των αρχαϊκών χρόνων στο βορειοελλαδικό χώρο», ΑΕΜΘ 3, 615-623. Τιβέριος – Μανακίδου – Τσιαφάκη 2003: Μ. Τιβέριος – Ε. Μανακίδου – Δ. Τσιαφάκη, «Πανεπιστημιακές ανασκαφές στο Καραμπουρνάκι Θεσσαλονίκης (2000-2002)», Εγνατία 7, 327-351. Τρακοσοπούλου-Σαλακίδου 1999: Ε. Τρακοσοπούλου-Σα­ λακίδου, «Από την επείσακτη κεραμική της αρχαϊκής Ακάνθου», στο Αρχαία Μακεδονία VI/2, 1197-1217. Bikakis 1985: M. Bikakis, Archaic and Classical Imported Pottery in the Museum of Paros and Naxos (αδημ. διδ. διατριβή – University of Cincinnati). Blondé – Perreault – Péristéri 1992: F. Blondé – J.Y. Perreault – C. Péristéri, « Un atelier de potier archaïque à Phari (Thasos) », στο F. Blondé – J.Y. Perreault (επιμ.), Les ateliers de potiers dans le monde grec aux époques géométrique, archaïque et classique. Actes de la table ronde organisée à l’École Française d’Athènes (2 et 3 octobre 1987), BCH Suppl. 23, Athènes – Paris, 11-40.

Μαρία Πιπιλή

Boitani 1990: F. Boitani, “Le ceramiche laconiche a Gravisca”, στο Pelagatti – Stibbe 1990, 19-67. Cartledge 1982: P. Cartledge, “Sparta and Samos: A Special Relationship?”, CQ 32, 243-265. Des Courtils – Pariente 1985: J. Des Courtils – A. Pariente, ΑΔ 40, Χρονικά Β, 275-276. Des Courtils – Pariente 1986: J. Des Courtils – A. Pariente, « Travaux de l’École Française en Grèce en 1985. Thasos 4. Hérakleion », BCH 110, 802-806. Dugas 1928: C. Dugas, Exploration Archéologique de Délos X. Les vases de l’Héraion, Paris. Ghali-Kahil 1960: L. Ghali-Kahil, La céramique grecque. Fouilles 1911-1956, Études thasiennes VII, Paris. Kunze-Götte 2000: E. Kunze-Götte, “Lakonische und lakonisierende Keramik”, στο Archaische Keramik aus Olympia, OlForsch XXVIII, Berlin, 1-165. Lamb 1931-1932: W. Lamb, “Antissa”, BSA 32, 41-67. Maffre – Salviat 1978: J.-J. Maffre – F. Salviat, « Travaux de l’École Française en Grèce en 1977. Thasos V. Artémision », BCH 102, 821-829. Nafissi 1989: M. Nafissi, “Distribution and Trade”, στο Stibbe 1989, 68-88. Nafissi 1991: M. Nafissi, La nascita del kosmos. Studi sulla storia e la società di Sparta, Perugia. Pelagatti 1955-1956: P. Pelagatti, “La ceramica laconica del Museo di Taranto”, ASAtene 33-34, 7-44. Pelagatti 1990: P. Pelagatti, “Ceramica laconica in Sicilia e a Lipari. Materiali per una carta di distribuzione”, στο Pelagatti – Stibbe 1990, 123-247 (πρωτοδημοσιεύθηκε στο BdA 54, 1989, 1-62). Pelagatti – Stibbe 1990: P. Pelagatti – C.M. Stibbe (επιμ.), Lakonikà. Ricerche e nuovi materiali di ceramica laconica, BdA Suppl. 64, Roma. Pelagatti – Stibbe 2002: P. Pelagatti – C.M. Stibbe, “La ceramica laconica a Taranto e nella Puglia”, στο Taranto e il Mediterraneo. Atti del quarantunesimo convegno di studi sulla Magna Grecia, Taranto, 12-16 ottobre 2001, Taranto, 365-403. Perreault 1999: J.-Y. Perreault, « Céramique et échanges. La production de « coupes/cratères à décor subgéometrique » et de « coupes à points » thasiennes et le commerce thasien en Mer Noire », στο Χ. Κουκούλη-Χρυσανθάκη – A. Muller – Σ. Παπαδόπουλος (επιμ.), Θάσος. Πρώτες ύλες και τεχνολογία από τους προϊστορικούς χρόνους ως σήμερα. Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου, Λιμενάρια Θάσου, 26-29/9/1995, Paris, 253-260. Perreault – Bonias 2006: J.-Y. Perreault – Z. Bonias, « L’habitat d’Argilos: les céramiques archa­ïques, un aperçu », στο J. de La Genière (επιμ.), Les clients de la céramique grecque. Actes du Colloque de l’Académie des Inscriptions et Belles-

Lettres, Paris, 30-31 janvier 2004, Cahiers du CVA France 1, Paris, 49-54. Pfisterer-Haas 1999: S. Pfisterer-Haas, “Funde aus Milet. VI: Die Importkeramik”, AA, 263-271. Pipili 1987: M. Pipili, Laconian Iconography of the Sixth Century B.C., Oxford. Pipili 2001: M. Pipili, “Samos, the Artemis Sanctuary: The Laconian Pottery”, JdI 116, 17-102. Pipili 2006: M. Pipili, “The Clients of Laconian Black-Figure Vases”, στο J. de La Genière (επιμ.), Les clients de la céramique grecque. Actes du Colloque de l’Académie des Inscriptions et Belles-Lettres, Paris, 30-31 janvier 2004, Cahiers du CVA France 1, Paris, 75-83. Pipili 2009: M. Pipili, “Some Observations on the Laconian Droop Cup: Origin and Influences”, στο W.G. Cavanagh – C. Gallou – M. Georgiadis (επιμ.), Sparta and Laconia. From Prehistory to Pre-Modern. Proceedings of the Conference, Sparta, 17-20 March 2005, BSA Studies 16, London, 137-141. Schaus 1985: G.P. Schaus, The Extramural Sanctuary of Demeter and Persephone at Cyrene, Libya. Final Reports II. The East Greek, Island and Laconian Pottery, Philadelphia. Schaus 1992: G.P. Schaus, “Archaic Imported Fine Wares from the Acropolis, Mytilene”, Hesperia 61, 355-374. Shefton 1954: B.B. Shefton, “Three Laconian Vase-Painters”, BSA 49, 299-310. Stibbe 1972: C.M. Stibbe, Lakonische Vasenmaler des sechsten Jahrhunderts v. Chr., Amsterdam – London. Stibbe 1989: C.M. Stibbe, Laconian Mixing Bowls. Laconian Black-Glazed Pottery, Part 1, Amsterdam. Stibbe 1994: C.M. Stibbe, Laconian Drinking Vessels and Other Open Shapes. Laconian Black-Glazed Pottery, Part 2, Amsterdam. Stibbe 1997: C.M. Stibbe, “Lakonische Keramik aus dem Heraion von Samos”, AM 112, 25-142. Stibbe 2000: C.M. Stibbe, Laconian Oil Flasks and Other Closed Shapes. Laconian Black-Glazed Pottery, Part 3, Amsterdam. Stibbe 2004: C.M. Stibbe, Lakonische Vasenmaler des sechsten Jahrhunderts v. Chr. Supplement, Mainz am Rhein. Τiverios 2008: M. Tiverios, “Greek Colonisation of the Northern Aegean”, στο G.R. Tsetskhladze (επιμ.), Greek Colonisation. An Account of Greek Colonies and Other Settlements Overseas, τ. 2, Leiden – Boston, 1-154. Tiverios 2011: M. Tiverios, “An Archaic Alphabet on a Thasian Kylix”, στο G.R. Tsetskhladze (επιμ.), The Black Sea, Greece, Anatolia and Europe in the First Millennium BC, Leuven – Paris – Walpole MA, 317-329. Williams 1993: D. Williams, “Aegina, Aphaia-Tempel. XVII: The Laconian Pottery”, AA, 571-598.

Λακωνική κεραμική στο Βόρειο Αιγαίο

207

Abstract

Laconian Pottery from the Northern Aegean Maria Pipili

T

he first Laconian black-figure vases found in Northern Greece were those discovered by G. Bakalakis in Kavala (ancient Neapolis), at the site of the sanctuary of the local goddess Parthenos. They were published by the excavator in 1938 but were subsequently lost during the War. More Laconian fragments came to light during D. Lazaridis’ renewed exploration of the site in 1960-64. The earliest Laconian vases from Kavala date from the second quarter of the 6th c. BC and are fragments of high-stemmed cups by the two main Laconian vase-painters of the time, the Boreads Painter and the Naukratis Painter. Most pieces, however, belong to the third quarter of the 6th c. and are by the Hunt Painter and his Workshop, fragments either of highstemmed cups often decorated with mythological scenes or of the heavier Droop cup shape. It is interesting to note that the latter are similar to cups from Taras, Cyrene, Olympia, Aegina, or Perachora, that is, areas with kinship ties with Sparta or fairly close to her. Laconian black-figure cups have also been found on the island of Thasos, mostly at the Artemision within the city of Thasos. A stemless Laconian II cup with the typical squareand-dot pattern on the lip dates from the first quarter of the 6th c. BC and is thus the earliest Laconian vase from the Northern Aegean. As with Kavala, some vases belong to the second quarter of the 6th c. [among them an interesting proto-Droop cup from the Herakleion], but most to the third quarter. From Thasos (as well as from Kavala and Sane at Pallene, Chalkidike) we also have examples of small foot-

208

less cups, black-glazed apart from the handle-zone which carries a row of leaves often rendered hastily as drops or dots. These Laconian cups which are usually dated in the third quarter of the 6th c. BC may have been the prototype for a widely diffused category of locally produced cups. Finally, fragments of Laconian black-figure volutekraters were found on the Aeolic island of Lesbos – at Antissa and on the Acropolis of Mytilene. The other important Laconian ceramic production, black-glazed, is also represented in the Northern Aegean. Fragments of “stirrup-kraters”, all black or with linear ornament on the slipped lip, have been found in the settlement of Karabournaki on the Thermaic gulf, at nearby Therme, and also at Argilos and Poseidi. From the cemetery of Akanthos comes a Laconian transport amphora which was used for a burial. The provenance of the traders who carried the Laconian vases to Northern Greece is not easy to detect since there were many cities, mostly East Greek, which were active in this trade. It has also been suggested that the products of small workshops like the Laconian were possibly transferred by the craftsmen themselves. Anyway, the continuous presence of Laconian pottery in Kavala and Thasos for more than 40 years, and the fact that almost all major Laconian black-figure vase-painters are represented there, indicate that we do not have to do with casual purchases, but with a regular, planned and durable transport of good Laconian cups to these sites.

Μαρία Πιπιλή

Lihat lebih banyak...

Comentários

Copyright © 2017 DADOSPDF Inc.