POLITICAL DISCOURSE ANALYSIS

May 30, 2017 | Autor: Nana Filosidou | Categoria: Phraseology
Share Embed


Descrição do Produto

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Οι πολιτικοί χρησιμοποιούν την γλώσσα προκειμένου να αγγίξουν συναισθηματικά το κοινό τους, να κερδίσουν την συγκατάθεση τους και να τους μεταδώσουν τις πεποιθήσεις τους. Η πολιτική συναντάται σε διάφορους τομείς της καθημερινότητας με διάφορες εκφάνσεις, όπως είναι η εφημερίδα, η τηλεόραση ή ακόμη και οι πολιτικές συζητήσεις που διεξάγονται σε κλειστό ιδιωτικό κύκλο. Κύριο όπλο της πολιτικής είναι ο λόγος. Η εξωτερική πολυπλοκότητα και οι ποικίλες διαστάσεις του λόγου κάνουν ιδιαίτερα δύσκολη την περιγραφή του, καθώς συνδέεται συγχρόνως με τη γλωσσολογία, τη ψυχολογία (η συμβολική λειτουργία του έχει στενή σχέση με τον πολιτισμό και το ασυνείδητο) και την κοινωνιολογία (η λεκτική επικοινωνία είναι φαινόμενο κοινωνικό) (Φραγκουδάκη Α., 1987, σελ.9). Συνεπώς ο συνδυασμός πολιτικής και λόγου αποτελεί γοητευτικό αντικείμενο μελέτης, πρόκληση για όλες τις κοινωνικές επιστήμες και ερευνητικό πεδίο με πλατιούς ορίζοντες για νέες γενεές. Σ' αυτή τη διδακτορική διατριβή θα συνδυάσουμε την πολιτική με την γλωσσολογία. Πιο συγκεκριμένα θα εντρυφήσουμε στην ανάλυση και μετάφραση των φρασεολογιών στο πλαίσιο του πολιτικού λόγου. Η διαδικασία αυτή θα πραγματωθεί στο ερευνητικό κομμάτι της διατριβής μέσω της συλλογής πολιτικών άρθρων από ηλεκτρονικές εφημερίδες.
Η γλώσσα δεν είναι απλά ένα εργαλείο της πολιτικής, αλλά αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση πολλών δυνατοτήτων. Πιο συγκεκριμένα οι δρώντες σε πολιτικό χώρο μέσω του λόγου αποκτούν την δυνατότητα να τεκμηριώσουν πολιτικές πράξεις, να κριτικάρουν και να αιτιολογήσουν, να υποστηρίξουν με επιχειρήματα την θέση τους και να παρουσιαστούν ως αξιόπιστοι. Στον έντυπο τύπο, στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο και στο ιντερνέτ γίνεται ενημέρωση της πολιτικής κατάστασης και σχολιάζεται και αξιολογείται η πολιτική συμπεριφορά. Όλα αυτά συμβαίνουν μέσω της γλώσσας. Στο χώρο της πολιτικής η γλώσσα αρκετές φορές εξισώνεται με την πολιτική πράξη. Αυτή είναι η έμπρακτη δύναμη της γλώσσας, η οποία είναι ουσιαστικής σημασίας για την πολιτική και όπως αναφέρει ο πολιτικός Erhard Eppler δύσκολα διαχωρίζεται ο λόγος από την πράξη, διότι πολύ συχνά ο πολιτικός λόγος αφήνει να εννοηθεί ως πράξη (Heiko Girnth, 2015,S. 1).
Ο φαινομενικά ανώδυνος απλός ορισμός της γλώσσας, ως ένα εργαλείο ή ως ένα όργανο επικοινωνίας ανάμεσα στους ανθρώπους κρύβει μια επανάσταση σε σχέση με την εποχή κατά την οποία η γλώσσα αποτελεί έκφραση της σκέψης. Οι λειτουργίες του λόγου ποικίλουν ανάλογα με την χρησιμότητα τους. Καταρχήν ο λόγος λειτουργεί επικοινωνιακά ανάμεσα στους ανθρώπους. Επιπλέον με την βοήθεια του ρυθμού της ομιλίας και του επιτονισμού ο ομιλητής κατορθώνει να εκφράσει τα συναισθήματα του. Επιπροσθέτως η κλητική ή βουλιτική λειτουργία της ομιλίας προκαλεί στον ακροατή συναισθηματικές τονικότητες δίχως να τις συμμερίζεται ο ίδιος, όπως για παράδειγμα η περίπτωση του ψεύτη, του ηθοποιού ή ακόμη και του ρήτορα. Μία ακόμη λειτουργία είναι η επεξεργασία της σκέψης, η οποία μάλιστα ήταν η πρώτη που διακρίθηκε από την εποχή των αρχαίων Ελλήνων. Τέλος αξίζει να αναφερθεί ότι όποια και αν είναι η γλωσσική ή ψυχολογική πραγματικότητα η επικοινωνιακή λειτουργία είναι η πρώτη και βασική λειτουργία του λόγου και όλες οι υπόλοιπες είναι απλά όψεις και επιφάσεις όχι πάντα αναγκαίες. Άλλωστε ένα μήνυμα μπορεί να είναι μεικτό και η επικοινωνιακή συνισταμένη μπορεί να αποτελεί την βάση ακόμη και αν κάποια άλλη όψη υπερισχύει (Mounin G., 1984, σελ.75).
Αν κάποιος θέλει κάποιος να επηρεάσει την γνώμη των άλλων ανθρώπων και να χειραγωγήσει τα πλήθη, πρέπει να σκεφτεί κατάλληλες μεθόδους. Αυτές οι μέθοδοι εξελίσσονται με την πάροδο του χρόνου και αρκετές φορές εφαρμόζονται καθημερινά στις προσωπικές επαφές ακόμη και ασυνείδητα. Οι ίδιες μέθοδοι επικρατούν ακόμη κατά την διαδικασία πώλησης πραγμάτων ή κατά την εφαρμογή μιας πολιτικής. Ακόμη και αν αυτές οι μέθοδοι δεν είναι καινούργιες, ακόμη και αν εμείς οι ίδιοι κάποιες φορές κάνουμε χρήση αυτών των μεθόδων, και είμαστε γνώστες αυτών, σε καμία περίπτωση δεν είμαστε απρόσβλητοι από αυτές και πέφτουμε στα δίχτυα τους και γινόμαστε θύματα πνευματικής αποπλάνησης. Η πιο συνηθισμένη μέθοδος είναι η επανάληψη. Όταν πρόσωπα της πολιτικής, της οικονομίας, της επιστήμης και των μέσων εξηγούν ότι η παγκοσμιοποίηση είναι ένα εντελώς νέο φαινόμενο και η δημοκρατία ένα μεγάλο πρόβλημα για μας, τότε τι να πιστέψει η πλειοψηφία του πληθυσμού? Η διαμόρφωση γνώμης είναι ιδιαίτερα επιτυχής όταν το μήνυμα προέρχεται από διαφορετικές πλευρές. Η γνώμη διαμορφώνεται με την βοήθεια της γλώσσας. Μέσω της γλώσσας συνδέονται κρίσεις και αξιολογήσεις. Αρκετές φορές γίνεται κατάχρηση της γλώσσας. Με την λέξη «μεταρρύθμιση» στην Γερμανία εννοείται κάτι θετικό. Οι μεταρρυθμίσεις κατά την κοινωνικά φιλελεύθερη περίοδο των κυβερνήσεων Brandt και Schmidt ήταν σχεδόν πάντα αλλαγές προς το συμφέρον της πλειοψηφία και κυρίως για το καλό των ασθενέστερων. Σήμερα οι μεταρρυθμίσεις είναι κυρίως αλλαγές προς το συμφέρον της υψηλής τάξης. Και φυσικά γίνεται κατάχρηση αυτής της λέξης, προκειμένου να δημιουργηθεί άποψη σύμφωνα με το πνεύμα των ήδη αποφασισμένων μεταρρυθμίσεων (Μüller Albrecht,2010, S.131-132).
Όταν αναφερόμαστε την πολιτική, το μυαλό μας στρέφεται κυρίως στον αγώνα της εξουσίας, προκειμένου να εξασφαλιστούν συγκεκριμένες ιδέες και συμφέροντα και να τεθούν σε πράξη. Η διαδικασία εκδήλωσης της πολιτικής βούλησης και η μετατροπή της σε συγκεκριμένες πολιτικές δράσεις πραγματοποιείται αρχικά μεταξύ των πολιτικών κομμάτων. Σ' αυτή την διαδικασία η γλώσσα παίζει σημαντικό ρόλο. Συγκεκριμένα κάθε πολιτική δράση προετοιμάζεται, συνοδεύεται, καθοδηγείται, αξιολογείται, ελέγχεται και επηρεάζεται από την γλώσσα. Η μελέτη της γλώσσας σε σχέση με την πολιτική έχει αποκτήσει μεγάλο ενδιαφέρον και βρίσκεται στο επίκεντρο των ακαδημαϊκών αρχών. Από την άλλη μεριά πολιτικοί επιστήμονες, γλωσσολόγοι και αναλυτές του λόγου επικεντρώνονται σε διαφορετικές πτυχές όταν αναφέρονται στην σχέση γλώσσας και πολιτικής και συνεπώς εφαρμόζουν διαφορετικές θεωρίες και μεθόδους επ' αυτού. Οι πολιτικοί επιστήμονες κυρίως ασχολούνται με τις συνέπειες των πολιτικών αποφάσεων και πράξεων που αφορούν στην κοινωνία και στην πολιτική πραγματικότητα που συντελείται μέσω των ομιλιών. Οι γλωσσολόγοι από την άλλη πλευρά ενδιαφέρονται συγκεκριμένα για τις γλωσσικές δομές που εμπεριέχουν συναφή πολιτικά μηνύματα προς τους παραλήπτες, με σκοπό να πραγματώσουν μία συγκεκριμένη λειτουργία. Φυσικά ας σημειωθεί ότι μια πιο περιορισμένη γλωσσολογική ανάλυση του πολιτικού λόγου δεν αγνοεί το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο, στο οποίο ενσωματώνεται η ομιλία. Ένα πρόβλημα είναι το σύμπλεγμα γλώσσας και πολιτικής αλλά και πως καθορίζουμε την πολιτική. Ας σημειωθεί ότι στην εποχή μας όλο και περισσότεροι άνθρωποι συνδιαλέγονται και χαρακτηρίζονται εκ φύσεως πολιτικά όντα. Επιπλέον όλο και πιο πολλοί άνθρωποι καθημερινά εμπλέκονται σε πολιτική δράση, είτε για παράδειγμα ερωτώμενοι για το τι ψήφισαν στις εκλογές, ή παρακολουθώντας τα νέα στην τηλεόραση ή διαβάζοντας εφημερίδες ή απλά συζητώντας με φίλους για τις συνέπειες που επιφέρουν πολιτικές αποφάσεις στην ζωή κάποιων ατόμων. Από την πλευρά των γλωσσολόγων και της ανάλυσης του λόγου, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι η πολιτική γλώσσα, η πολιτική ομιλία και το πολιτικό κείμενο από μόνα τους αποτελούν βασικούς όρους. Λαμβάνοντας υπόψη την χρήση της γλώσσας, μπορούμε να προβούμε στον διαχωρισμό μεταξύ εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής επικοινωνίας, με βάση τη ρύθμιση και τους επικοινωνιακούς εταίρους. Η εσωτερική πολιτική επικοινωνία αναφέρεται σε όλες τις μορφές της ομιλίας που έχουν σχέση κυρίως με την λειτουργία της πολιτικής στο πλαίσιο των πολιτικών θεσμών, όπως για παράδειγμα κυβερνητικοί φορείς, κόμματα ή ακόμη και οργανισμοί. Τα κείμενα αυτού του πλαισίου αναφέρονται σε πολιτικές ιδέες, πιστεύω και πρακτικές της κοινωνίας. Η εξωτερική πολιτική επικοινωνία, από την άλλη πλευρά, αναφέρεται κυρίως στο γενικότερο κοινό και όχι μόνο στους πολιτικούς. Αυτοί οι δύο τύποι επικοινωνίας πραγματώνονται μέσω μιας ποικιλίας τύπου και ύφους κειμένων, τα οποία μπορεί κάποιες φορές να λειτουργούν τόσο στην εσωτερική όσο και στην εξωτερική επικοινωνία. Η πολιτική ομιλία μπορεί να έχει διάφορες μορφές. Μερικά παραδείγματα είναι οι διμερείς και πολυμερείς συνθήκες, οι λόγοι προεκλογικής καμπάνιας ή μέλους σε κοινοβουλευτική συνομιλία, άρθρα ή σχόλια εφημερίδων, συνέντευξη τύπου ενός πολιτικού (Schäffner Ch., 1997,S.2). Στην συγκεκριμένη διατριβή θα ασχοληθούμε με τα άρθρα εφημερίδων.
Σε μια μοντέρνα δημοκρατική κοινωνία η πολιτική είναι αλληλένδετη με την πειθώ και η πειθώς διενεργείται κυρίως μέσω της γλώσσας. Με ποιο τρόπο χρησιμοποιείται η γλώσσα στο χώρο της πολιτικής αποτελεί κοινό θέμα δημοσίων συζητήσεων. Πολλοί πολιτικοί κακομεταχειρίζονται και κάνουν κατάχρηση της γλώσσας. Άλλοι πάλι κατηγορούνται ότι είναι αρκετά έξυπνοι και την χρησιμοποιούν τόσο σωστά, υπονοώντας ότι είναι επιδέξιοι και επικίνδυνοι χειραγωγοί του μυαλού. Ο τύπος κυρίως εκμεταλλεύεται την γλώσσα με τέτοιο τρόπο, ώστε χρησιμοποιώντας την αντίστοιχη φρασεολογία, πετυχαίνει να προσαρμόσει τα νέα και την πληροφόρηση στο κοινό ικανοποιώντας τους στόχους της με έμμεσο και κομψό τρόπο (Partington Alan, 2010,S.15). H γλώσσα αξιολόγησης που χρησιμοποιούν συνήθως οι πολιτικοί ή οι δημοσιογράφοι είναι οι γλωσσολογικές μέθοδοι και οι φρασεολογίες, μέσω των οποίων επηρεάζεται η διαμόρφωση άποψης του πλήθους για το αν κάτι είναι καλό ή κακό.
Η φρασεολογία ως όρος αφορά στο σύνολο των τυπικών τρόπων, με τους οποίους συνδέονται οι λέξεις, συντίθενται οι φράσεις ή διαπλέκονται οι προτάσεις στο λόγο (Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Α.Π.Θ.). Αποτελεί δηλαδή τον τρόπο της έκφρασης, της διατύπωσης του λόγου και περιλαμβάνει δύο χρήσεις: μία για να δηλώσει το γλωσσολογικό τομέα που ασχολείται με τους φρασεολογισμούς μιας γλώσσας και μία δεύτερη για να εκφράσει το σύνολο των φρασεολογισμών μιας γλώσσας (Burger, 1998: 11). Ως φρασεολογισμοί χαρακτηρίζονται οι κάθε είδους στερεότυπες φράσεις ή εκφράσεις που χρησιμοποιούνται σε μια γλώσσα και που ως βασικά τους χαρακτηριστικά έχουν την πολυλεξικότητα (αποτελούνται από δύο ή περισσότερες λέξεις χωρίς να αποτελούν υποχρεωτικά πλήρη πρόταση) και τη σημασιολογική-συντακτική σταθερότητα (ο συνδυασμός των λέξεων αυτών βρίσκεται στο νοητικό επίπεδο των ομιλητών μιας γλώσσας) (Burger, 1998: 11, Fleischer, 1982: 12-13, Hoerler, 2003: 14).
Οι φρασεολογισμοί που διακρίνονται από την ιδιαίτερη συντακτική και σημασιολογική τους ιδιοσυγκρασία συχνά αποτελούν «σκόπελο» κατά την διαδικασία της μετάφρασης. Αυτό συμβαίνει διότι οι φρασεολογισμοί λειτουργούν ως ένα ενιαίο σύνολο, επομένως μεταφράζοντας μεμονωμένα τα συνθετικά μέρη προκύπτουν δυσλειτουργίες στην μετάφραση. Ως εκ τούτου γίνεται σαφές ότι ο προσδιορισμός και η μελέτη τους αποτελεί σημαντικό έργο στο πλαίσιο της γλωσσολογίας και μετάφρασης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο μέσος χρήστης μιας φρασεολογίας την αναγνωρίζει συνήθως, χωρίς όμως πάντα να γνωρίζει υποχρεωτικά τη σημασία της σε όλες τις περιπτώσεις (Συμεωνίδης, 2000: 51). Αυτό συμβαίνει διότι όπως έχει ήδη προαναφερθεί ο φρασεολογισμός είναι ένα συγκεκριμένος συνδυασμός λέξεων που λειτουργούν στο λόγο ως ένα ενιαίο, αδιάσπαστο σύνολο, το οποίο δεν κατασκευάζεται από τον ομιλητή κατά τη χρήση του συστήματος. Ο φρασεολογισμός δηλαδή απομνημονεύεται από τους ομιλητές της γλώσσας, οι οποίοι γνωρίζουν ότι οι λέξεις εμφανίζονται μαζί σε αυτή ή στην άλλη σύνταξη και ότι η χρήση της έκφρασης είναι συμφωνημένη με σύμβαση και μοιράζεται από την πλειονότητα των ομιλητών. Επομένως, ο ρόλος του ομιλητή παρουσιάζεται μειωμένος σε σύγκριση με τα ελεύθερα συντάγματα, καθώς η ελευθερία του είναι περιορισμένη, αν όχι ανύπαρκτη, αφού οι φρασεολογισμοί δεν δημιουργούνται κάθε φορά εκ νέου ως στοιχεία της ομιλίας ή του κειμένου, αλλά βρίσκονται στη διάθεση του ομιλητή ως έτοιμες μονάδες (Χιώτη, 2010: 14-15).
Μην δίνεις σημασία στο παραπάνω όνομα :)!
Να πούμε και για το διαδίκτυο;
Μαζί με την εικόνα (που παίζει πάρα πολύ μεγάλο ρόλο)!
Όταν αναφέρεσαι σε πηγές, κάνε σαφές ποιο κομμάτι είναι παραπομπή και ποιο κομμάτι είναι δικό σου. Αυτό γίνεται με διάφορους τρόπους, π.χ.: «όπως υποστηρίζει η Α. Φραγκουδάκη, η πολιτική....».
Επίσης, με την βιβλιογραφία κάνεις αυτό που είπαμε; Προσθέτεις κάθε νέα πηγή (βιβλίο, άρθρο) αμέσως στην λίστα με την βιβλιογραφία σου;
Φρασεολογισμών
Είναι πιο συγκεκριμένο!

O Girnth κάνει αναφορά στον Eppler, σωστά; Άρα γράφεις (στο: Girnth ...). Μέσα στις παρενθέσεις με την πηγή δεν βάζουμε ποτέ το όνομα, μόνο το επίθετο! Βλ. επόμενο σχόλιο!
Εδώ κάνεις το εξής: (Girnth 2015: 1) και τελειώνεις!
χρησιμότητά τους
Καταρχάς (δηλ. πρώτον)!
συναισθήματά του
βουλητική
(Mounin 1984: 75)
Διαγράφεται!
Μüller Albrecht,2010, S.131-132 εδώ είναι ένας ή είναι δύο ονόματα; Αλλάζουμε σύμφωνα με τα παραπάνω παραδείγματα.
στην
τί εννοείς με ακαδ. αρχές; των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και άλλων ερευνητικών κέντρων ;

μέλους ποιου πράγματος;
Αλλαγή!
Αυτό δεν το έχεις ξαναπεί;
Βλ. πρώτη σελίδα: Η διαδικασία αυτή θα πραγματωθεί στο ερευνητικό κομμάτι της διατριβής μέσω της συλλογής πολιτικών άρθρων από ηλεκτρονικές εφημερίδες.
Ή εάν θέλεις να το ξαναπείς να μπει σε διαφορετικό πλαίσιο, όχι έτσι αποκομμένο.
Σύγχρονη;
Αλλαγή!
Τι είναι τυπικοί τρόποι;
Αυτό δεν χρειάζεται εδώ. Βάλε χρονολογία και σελίδα.

τον
(Burger 1998: 11)
Έχει και άλλα χαρακτηριστικά. Ακολουθούν στη συνέχεια;
Τα αναφέρω και στο διδακτορικό μου.



Μην βάζεις εδώ τα κόμματα, είμαστε μινιμαλιστές :)
Φεύγει το κόμμα.
φεύγει

Lihat lebih banyak...

Comentários

Copyright © 2017 DADOSPDF Inc.