Res Communis Omnium, ένα ποίημα για τον Thomas Müntzer

July 5, 2017 | Autor: Stavros Kioleoglou | Categoria: Poetry, Comunism, Thomas Müntzer
Share Embed


Descrição do Produto

Res Communis Omnium (ένα ποίημα για τον Thomas Müntzer)

Stolberg, 1489 – Mühlhausen, 27 maggio 1525

“Omnia sunt communia, ‘All property should be held in common’ and should be distributed to each according to his needs, as the occasion required. Any prince, count, or lord who did not want to do this, after first being warned about it, should be beheaded or hanged.” ― Thomas Müntzer

Lucifugo, a diavolo in corpo

I Με την οργή και τη στοργή στα χείλη ξεχειλίζει απ' τα σπλάχνα η ανάγκη της ζωής απ' το φυλάκιο της αλύτρωτης προσμονής να εξέλθει πανώλεθρη ξεσηκώνεται εμπρός των Νόμων και των Δικαίων που με το νεκρό γράμμα τους την ακρωτηριάζουν για να την καταστήσουν λειψή και κατόπιν εξευτελισμένη να τη σούρουν πάνω στα μέτρα και τα σταθμά τους μέσα στο διάβα των αιώνων της κυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στον άνθρωπο και στη φύση η ζωή εμφυσά αντίρροπη πνοή εντός και εναντίων όλων των δεσποτικών πολιτισμών επί της γης όσο ακατανόητη και άλογη για τους πνευματικά εξημερωμένους τόσο πλέκει σε μια πραξιακή ενότητα της διαφοράς το ζωντανό λόγο που αισθάνεται και τις ζωντανές αισθήσεις που λογίζονται δίχως λατρευτές και λατρεμένους παραμένει βουβή και αγέλαστη σε όλες τις τελετουργίες όρκου στο υπάρχον όσο χαμογελά και ενσαρκώνεται στους απρόσμενους θριάμβους που φορούν στο απροσπέλαστο της κάθε εξουσίας νεκρώσιμα στεφάνια διαδοχής II Ως τα χείλη γεμίζει και ξαναγεμίζει με κρασί το άγιο δισκοποτήρι κι ευθύς καρφώνονται και ξανακαρφώνονται στο σταυρό τα εναπομείναντα μέλη του μεσσία μέχρις που τέλεψαν πια κι αυτά για ν' απαλλάσσουν εκ νέου κάθε φορά τους δεσποτάδες αυτού του κόσμου απ' όλα τα κρίματά τους τόσο λεύτεροι όμως είναι οι κάθε λογής δεσπότες! σαν την ελεύθερη ερμήνευση ενός πνιγηρού ορισμού που δίνεται απ' το Κράτος και τόσο άφθαρτοι και αθάνατοι είναι! σαν το χρυσάφι της Ελεύθερης Οικονομίας μέσα στην κοιλιά ενός ανθρωπόμορφου κατακτητικού ερπετού ολόκληρη η πλάση ασφυκτιά κάτω από την μπότα αυτής της Ελευθερίας

2

III Κύριε τα καρφιά πάνω στο σώμα σου είναι όλα τα πετραχήλια κι όλα τα θυμιατά που ευλογούν εμπορεύματα και ιδιοκτησίες όλες οι κολυμπήθρες που βαπτίζουν τον άνθρωπο από αγέννητο βρέφος ακόμη δούλο του χρήματος, της οικονομίας και του κράτους μετατρέποντας το δρόμο προς τον κοινωνικό εαυτό που ευαγγελιζόσουν σ' ένα νέο αδιάκοπο Γολγοθά για τους νεκρούς και για την ελπίδα στην ανάσταση ωρυόσουν Κύριε πως τάχα θ' ανάσταινες τους πεθαμένους στην τέλευση του χρόνου με τέρψη θεού ιστορούσες πως το θάνατο θα υπερνικούσες λες και ο χρόνος ή και ο θάνατος ακόμη να είναι αυτά καθεαυτά το αμάρτημα και όχι το ποιόν της σχέσης των ζωντανών με το χρόνο και με το θάνατο ιδού λοιπόν Νικητή το βάθρο σου! κάτω στο μνήμα μες στο νεκροσέντουκο αποσαρκωμένος φρονώ πως ανασηκώνεσαι καθαρότερα ν' ακούσεις τους ζωντανούς νεκρούς όξω απ' τα μνήματα ν' αλλάζουν συνέχεια πλευρό στον αιώνιο ύπνο τους για-περισσότερο-χρήμα κι όλο ματώνει η Ιερά σου Σινδόνη κι όλο δακρύζουν οι βαθυσκούρες κηλίδες της ξίδι και νερό να μαρτυρήσω Κύριε για το μυροπλυμένο κορμί σου που βαθαίνει στη γης τα λείψανά σου; σε ρωτώ γιατί όλο και αναρωτιέμαι για πόσο ακόμη θα μας γεννάν νεκρούς οι σταυρωτές σου γνωρίζοντας καλά πως είναι ίδιον του ανθρώπου η ικανότητα να πεθαίνει προτού κλειστεί στο μνήμα IV Πηγαίνουμε κι ερχόμαστε σκυφτοί απ' το ίδιο προσωπικό μονοπάτι και τα ξεθωριασμένα χνάρια μας στο χώμα κάθε φορά τα βλέπουμε να λάμπουν για καινούργια και σθεναροί τ’ ακολουθούμε όπως ο έμπορος το χρυσάφι η ψυχή μας όμως σιχτίρισε και μας άφησε οριστικά με την ακοινώνητη σάρκα μας να τρωγόμαστε μονάχοι αν κάπου στα μισά του σκιασμένου από τη μοναξιά δρόμου οι έγκλειστοι-στον-εαυτό-τους κοντοστέκονταν 3

και τα μάτια και τα χέρια σήκωναν προς τον κομμουνιστή ουρανό η καρδιά και ο νους η αισθαντικότητα και το λογικό δε θα γελιόντουσαν πως είναι αντίπαλοι και θα μας άλλαζαν προέλευση και προορισμό με το δικό τους αλληλέγγυο βηματισμό στο εμπορεύσιμο σαρκίο τότε δε θα βουλιάζαμε θα είχε το σώμα ανάστημα κοινωνικό και ψυχικό μα με το πρόσωπο στραμμένο στο κέρδος και στον ταυτολογικό εαυτό σαν πτωματοφάγα λογικά σκουλήκια ανελισσόμαστε εξ Επαγγέλματος αναίσθητοι πάντα γύρω-από-τον-εαυτό-μας βλέποντας τους άλλους ως καλόβολα κουφάρια που θα θρέψουν τη νεκροφιλία του ατομικού οφέλους ανοίγουμε έτσι βήμα φαρδύ-πλατύ σφιχτότερα να ριχνόμαστε σαν τραγέλαφοι ανθρωποσκώληκες στην εγωκεντρική αγκαλιά μας κι όλο και βαθύτερα μάς καταπίνει ο θάνατος και όταν φτάσει η στιγμή να θαφτεί ο ήδη νεκρός στη γη κανένας δεν θα τον κλάψει και μνημονευτεί θα έχουμε έτσι πεθάνει δυο φορές μια πριν απ' το φυσικό θάνατο και μια μετά μ' όλες τις θύμησές μας να κείτονται νεκρές V Αν το πάθος για τη ζωή δεν κυριεύεται απ' την ανάγκη να είμαστε μαζί το πάθος θανατηφόρο γίνεται και στ' απόνερα της ζωής ολοταχώς γυρεύει την ξαναμμένη δίψα του αιώνια ν’ αποσβένει αν η ανάγκη του πάθους δεν υποκλίνεται ερωτοχτυπημένη στο πάθος των κοινών αναγκών τα σταυροδρόμια των αμοιβαίων περιπλανήσεων στους ίδιους και ξεμόναχους τόπους καταλήγουν απογυμνώνοντας σύσσωμες όλες τις σκέψεις κι όλες τις αισθήσεις στ’ απόνερα της ζωής ξεδιψούμε τα ξεραμένα στόματά μας και τα λαχταριστά μας σώματα δεν είναι παρά εφαλτήρια καλλωπισμένων πτωμάτων και φανταχτερών εμπορευμάτων 4

VI Βιώνοντας τους πόθους, τους πόνους και τα πάθη της κτιστής εν τη κοινωνία σαρκός ο νους θαρρώ δικαιώνεται αντιφατικά ποτέ υπερβατολογικά ως νοηματοδότης που γίνεται νοηματοδέκτης των κοινωνικών αισθήσεων και της αφής λυτρώνοντας κάθε φορά τ' ανθρώπινο λογικό προτού ξεπηδήσει απ' το δύστυχο κουφάρι της τετριμμένης λογικής ας φιλιώσουν λόγια και ματιές να γίνουν σπαρακτικές φωνές τα επίμονα μεσσιανικά βλέμματα που κοιτούν κατάματα την ερήμωση και την ερείπωση της γης και τ' ουρανού μέσα στην αυτοαναφορική αλήθεια της δουλειάς-για-χρήμα ας ταξιδέψουμε στο βάθος του στοχασμού που γίνεται πέρασμα στην πράξη-από-κοινού για να γεννηθούμε ως άνθρωποι ξανά κοινωνικοί στην αμεσότητά μας και ικανοί να υπάρχουμε ατομικά ως πολλαπλότητες ικανοποιώντας ο ένας τις πλούσιες ανάγκες του άλλου όπως ετούτοι οι οφθαλμοί αντικρίζουν τον πραξιακό λόγο της φωνής που εκριζώνει όλους τους μιασματικούς ανθούς της ανθρώπινης ζωής αντηχεί μελωδία από μέταλλο βαρύ σταματώντας τους δείκτες σε όλα τα ρολόγια καθώς γύρω ολόσωμη απλώνεται η σωτηρία των ανθρώπων και της φύσης περνά και γίνεται ανάμνηση ζοφερή η μετρήσιμη του χρόνου παρ-ουσία VII Μετά το ναυάγιο του χρόνου πάνω στον κοραλλένιο βράχο κι απ' τ' ανοιχτά της θάλασσας τα κύματα ξέβρασαν δυο αδελφικά πτώματα ένα του θανάτου κι ένα της ελπίδας με τον απόηχο από τη σχάση του χρόνου να γίνεται η φωνή μου εγώ ο ανθρώπινος πρόγονος και απόγονος της κοινωνικής ιστορίας σάς εξιστορώ πως απ' την καθολική επιστροφή μου στο παρόν που λυτρώνει το μέλλον και το παρελθόν 5

σέρνω τη μοναδική ανάμνησή μου σαν κορμιά τσακισμένα και διαιρεμένα από το βιός και την ιδιοκτησία νοσταλγούμε να γίνουμε σώματα αισθανόμενα και σκεπτόμενα με μοναδική περιουσία τις ζωντανές αναμεταξύ μας σχέσεις εγκαταλείποντας όλες τις νεκρικές συναντήσεις μέσα απ' τα κομψευόμενα σάβανα της Εργασίας, του Κεφαλαίου και του Κράτους σα νοσταλγικές συνήθιες που έρχονται απ' το μέλλον φανερώνουμε στο βλέμμα μας την καταγωγή και την υπέρβαση του προορισμού μας χωρίς δισταγμούς που επιστρέφουν τιμωρητικά ως τύψεις δίχως μετάνοιες που ξεπλένουν τις ενοχές ετούτη η ατομική ύπαρξη γίνεται μια κοινότητα ανθρώπων ζωντανή και εγκαταλείπει μαζί με το εμπορεύσιμο σαρκίο της κάθε υπόσταση σκυθρωπή Dixi et salvavi animam meam

6

Lihat lebih banyak...

Comentários

Copyright © 2017 DADOSPDF Inc.